Διπολική διαταραχή: "Αρρώστησα πριν 9 χρόνια"

 

Μια αληθινή ιστορία. 

Φυσιολογική ή μανιακή, έχω τρέξει πιο γρήγορα, έχω σκεφτεί πιο γρήγορα και έχω δοκιμάσει τα όρια του μυαλού μου, έχω αγαπήσει πιο έντονα και έχω πονέσει πιο πολύ από τους περισσότερους ανθρώπους που γνωρίζω. Πιθανόν, σε μεγάλο βαθμό, αυτό να σχετίζεται με την ασθένεια μου.

(Kay Redfield Jamison, καθηγήτρια ψυχιατρικής στο Johns Hopkins University,

με διάγνωση διπολικής διαταραχής)

Διπολική διαταραχή. Τι είναι διπολική διαταραχή; Για τους αδιάφορους απ’ έξω μπορεί να είναι ένας κακός χαρακτήρας, ένας αδύναμος χαρακτήρας ή απλά ένας ακόμη χαρακτήρας. Για τους απ’ έξω που νοιάζονται, μπορεί να είναι είτε βάρος και ενοχές, είτε μια αφορμή να αποδείξουν την αγάπη τους είτε και τα δύο. Για τους από μέσα που το ζούνε και τα καταφέρνουν, μπορεί να αποτελεί ιδιαιτερότητα, χάρισμα ή χαρακτηριστικό ευφυΐας. Για τους από μέσα που το ζούνε και δεν τα καταφέρνουν, μπορεί να σημαίνει μια ζωντανή κόλαση, έναν εγκλεισμό στο ψυχιατρικό νοσοκομείο, μια αυτοκτονία.

Τι είναι λοιπόν διπολική διαταραχή; Διπολική διαταραχή είμαι εγώ. Μια διάγνωση που περικλείει έναν άνθρωπο που τη μια αισθάνεται παντοδύναμος θεός και την άλλη περιφέρεται ως ζωντανός νεκρός. Ή τουλάχιστον έτσι ήταν.

Ας τα πάρουμε όμως από την αρχή. Αρρώστησα πριν 9 χρόνια, 14 ετών πηγαίνοντας στην Γ’ Γυμνασίου. Δύο «σφάλματα» έκανα μέχρι τότε: είχα πεταχτά αυτιά και ήμουν αριστούχος μαθητής. Και έφτανε το ένα από τα δύο για να είμαι δακτυλοδεικτούμενος. Στα 14 όμως ήρθε η ώρα για το τρίτο. Ερωτεύτηκα χωρίς ανταπόκριση και αφέθηκα να πλημμυρίσει τη μέχρι τότε μονότονη ζωή μου ένα πάθος. Με 3 λάθη στην πλάτη δεν θα έπρεπε να περιμένω κάτι καλύτερο. Ένα πρωί μιας Δευτέρας ξύπνησα αλλά αντί να πάω στο σχολείο όπως συνήθιζα, συνέχισα να κοιμάμαι. Όχι επειδή ήμουν κουρασμένος, αλλά επειδή δεν έβλεπα πλέον την πραγματικότητα με τα ίδια μάτια. Εκείνο το πρωί ξύπνησα φοβισμένος, συντετριμμένος, ένας άλλος άνθρωπος. Κάθε λογική πήγε περίπατο. Έχασα την ικανότητα να επικοινωνώ με τους γύρω μου. Μου μιλούσαν και εγώ ένοιωθα πως δεν μπορώ να απαντήσω, πως δεν είμαι άξιος να απαντήσω, πως δεν ξέρω να απαντήσω. Δεν χρειαζόμουν πια το φαγητό. Αυτό που είχα ανάγκη ήταν ο ύπνος. Ύπνος και πάλι ύπνος. Και περισσότερος ύπνος. Δεν σηκωνόμουν από το κρεβάτι, δεν πλενόμουν, δεν χαιρόμουν και δεν χαμογελούσα για κανέναν λόγο. Είχα πάρει ρεπό από τη ζωή. Και αυτό που οι ειδικοί ονομάζουν μείζων καταθλιπτικό επεισόδιο συνεχίστηκε για 10 μέρες.

Ώσπου ξύπνησα. Ναι, ξύπνησα. Σαν διακόπτης. Και εκεί που ήμουν μες στη μαύρη μαυρίλα στα ξαφνικά και από το πουθενά, ήμουν έτοιμος να αρπάξω τη ζωή από τα κέρατα. Και την άρπαξα. Ερωτεύτηκα παράφορα την ύπαρξή μου. Από τη μια στιγμή στην άλλη, γέμισα αυτοπεποίθηση, έγινα η ψυχή της παρέας, μια ζωντανή μπαταρία που δεν τελείωνε. Πλέον δεν κοιμόμουν. Έτρωγα λίγο. Οι σκέψεις μου έτρεχαν με διαβολική ταχύτητα. Αισθανόμουν να έχω τις καλύτερες ιδέες του κόσμου και ένοιωθα περήφανος γι’ αυτό. Αισθανόμουν εντελώς και απολύτως ερωτεύσιμος. Μπορούσα να κάνω τα πάντα, είχα όρεξη να κάνω τα πάντα. Το σπίτι μου δεν με έβλεπε. Αν ήταν στον χαρακτήρα μου οι καταχρήσεις, δεν θα είχα αφήσει καμία. Αλλά δεν ήταν. Η αϋπνία όμως επέφερε εκνευρισμό. Δεν δεχόμουν αντίρρηση σε αυτά που έλεγα. Και για ποιο λόγο να δεχτώ; Αφού αισθανόμουν ανώτερος από όλους. Διοχέτευα την ενέργειά μου στους γύρω μου, όταν όμως δεν ανταποκρίνονταν εκνευριζόμουν αφάνταστα. Και αυτό που οι ειδικοί ονομάζουν υπομανιακό επεισόδιο κράτησε 10 μέρες.

Και μετά ήρθε η απογοήτευση. Ξύπνησα πάλι βλέποντας τα πράγματα με τον λάθος τρόπο. Για 1.5 χρόνο είχα τέτοια σκαμπανεβάσματα χωρίς κανένα απολύτως διάλειμμα. Στους 9 μήνες, έκανα για πρώτη φορά τη χάρη στους γονείς μου να επισκεφτώ ειδικό. Γιατί τότε ως χάρη το έβλεπα. Ο φημισμένος παιδοψυχίατρος που με πήγαν, δεν μπορούσε να διανοηθεί τι μου συνέβαινε. Το μοναδικό που πέρασε από το μυαλό του ήταν ότι έπαιρνα ναρκωτικά. Αν και το αρνήθηκα και στις 2 συνεδρίες που πήγα, είμαι σίγουρος πως δεν τον έπεισα. Στους 15 μήνες επισκέφτηκα τον δεύτερο ειδικό, τον οποίο και συνέχισα να επισκέπτομαι για 3 χρόνια, 1 φορά την εβδομάδα. Ξεκίνησα φάρμακα τα οποία τα συνεχίζω ως και σήμερα, με πλήθος αλλαγών και τροποποιήσεων. Και κάπου εκεί ήρθε η διάγνωση διπολική διαταραχή και ο αυτοκτονικός ιδεασμός. Οι αυτοκτονικές σκέψεις συνεχίστηκαν για 5 και πλέον χρόνια μέχρι τις αρχές του 2011. Ξεκίνησα να σκέφτομαι τον θάνατο ως διέξοδο από τις απώλειες που υπέστην και με τον καιρό κατέληξαν αυτές οι σκέψεις να αποτελούν ένα ασφαλές καταφύγιο, όποτε τα πράγματα ζόριζαν. Δεν χρειαζόταν πλέον να πέφτω σε κατάθλιψη για να σκέφτομαι τον θάνατο. Έγινε μια αυτόματη διαδικασία που με έκανε να πιστεύω πως έχω τον έλεγχο. Οι σκέψεις όμως δεν παρέμειναν σκέψεις. 3 απόπειρες αυτοκτονίας, 3 φορές η απόγνωση νίκησε το ένστικτο επιβίωσης.

Απόπειρα 1η: Συνέβη όταν ήμουν σε υπομανία, τέλος του Οκτώβρη το 2007. Είχα μόλις ξυπνήσει από ένα μείζων καταθλιπτικό επεισόδιο και είχα χάσει κάθε πίστη και κάθε ελπίδα ότι κάποτε θα καταφέρω να σταθεροποιηθώ. Για την ακρίβεια αυτό το «κάποτε» μου φαινόταν εντελώς ξένο. Κάποιος θα ρωτήσει πως είναι δυνατόν σε ένα υπομανιακό επεισόδιο όπου όλα μοιάζουν στην ιδεατή τους κατάσταση, κάποιος να αποπειραθεί να βάλει τέλος στη ζωή του; Κι όμως. Στην κατάθλιψη σου είναι δύσκολο ακόμα και να αυτοκτονήσεις. Στην υπομανία όμως, όλα φαίνονται εύκολα. Από το να πας στο φεγγάρι μέχρι να τερματίσεις τη ζωή σου. Εύκολο μου φαινόταν και μένα και έτσι έφαγα τη μπουγάτσα μου, ήπια το κακάο μου, έστειλα τα αποχαιρετιστήρια μηνύματά μου, έβγαλα τα χάπια από τις καρτέλες, τα ήπια με τις χούφτες και ξεράθηκα στον ύπνο. Και λίγο πριν πάθω αναρρόφηση και εγκαταλείψω τούτον τον κόσμο με βρήκαν και με τρέξανε στο νοσοκομείο. Μετά από μερικές μέρες παραισθήσεων από τα χάπια, ξύπνησα έχοντας εγκαταλείψει κάθε ιδέα για αυτοκτονία. Ξύπνησα πάλι με την αυτοπεποίθηση στα ουράνια και ήταν σαν να μην είχα σκεφτεί ποτέ να αυτοκτονήσω.

Απόπειρα 2η: Μάρτιος του 2010 όντας σε μείζων καταθλιπτικό επεισόδιο, αποφάσισα και πάλι πως είχε έρθει η ώρα μου. Είχα αλλάξει την αγωγή μου, αλλά δεν έβλεπα βελτίωση. Έκανα μάταιες προσπάθειες να με επαναφέρω στην πραγματικότητα. Ήμουν 40 και πλέον μέρες άπλυτος. Η κατάστασή μου, όπως καταλαβαίνετε, ήταν άθλια οπότε το να φτάσω στην απόπειρα αυτοκτονίας ήταν κάτι το φυσικό θα έλεγα. Μάζεψα ένα πρωί όλες μου τις δυνάμεις και πήγα σε 5 φαρμακεία για να μαζέψω ασπιρίνες. Τις αράδιασα και ξεκίνησα να τις καταπίνω. Είχαν γιγάντιο μέγεθος και το εγχείρημα δεν ήταν εύκολο. Όμως κατάφερα πάνω από 40 κομμάτια. Πάλι πίστεψα ότι θα πεθάνω και ετοίμασα αποχαιρετιστήριο γράμμα. Η ώρα περνούσε όμως και τίποτα δεν συνέβαινε. Αφού δεν πέθαινα λοιπόν, αποφάσισα να ενδώσω στην πείνα μου. Κάπου εκεί έκανα εμετό και έτσι ματαιώθηκαν για δεύτερη φορά οι ελπίδες μου να κάνω το τελευταίο μου ταξίδι. Κατέληξα στο νοσοκομείο όπου προσπαθούσαν μάταια να με πείσουν να με μεταφέρουν στη ψυχιατρική μονάδα. Κατάθλιψη είχα ναι, αλλά δεν ήμουν δα και τόσο απελπισμένος.

Απόπειρα 3η: Λένε πως όταν αποτυγχάνεις 2 φορές σε κάτι, ίσως αυτό να είναι το στυλ σου. Εγώ όμως δεν το έβαλα κάτω. Τον Οκτώβρη του 2010 έβαλα μπροστά την τρίτη απόπειρά μου. Βλέπετε είχα αγαπήσει τόσο πολύ μια γυναίκα που χωρίς αυτήν έλεγα ότι θα πεθάνω και απλά είχε έρθει η ώρα η θεωρία να γίνει πράξη. Αυτή τη φορά ήμουν πιο σίγουρος από ποτέ. Θα προκαλούσα ασφυξία στον εαυτό μου. Κι έτσι κι έγινε. Πρώτα κατέστρωσα πολύπλοκα σχέδια εκδίκησης γύρω από τη γυναίκα που ανέφερα προηγουμένως και έφτασα στο σημείο να επιχειρήσω να την σκοτώσω. Ύστερα αφού εξαντλήθηκα, όντας νηστικός για πάνω από 24 ώρες και έχοντας πιει πάνω από 20 red bull, κατέληξα σε ένα ξενοδοχείο ημιπαραμονής και όλα ήταν έτοιμα πια για να θέσω σε εφαρμογή το σχέδιο αυτοκτονίας μου. Καλώς ή κακώς όμως, τα υλικά που χρησιμοποίησα ήταν ανεπαρκή. Κι έτσι τη σκαπούλαρα και την 3η φορά πέφτοντας για μια ακόμη φορά σε κατάθλιψη.

Το 2011 μετά από πολλά πολλά χρόνια ψυχοθεραπείας αποφάσισα να ζήσω. Η σχέση εμπιστοσύνης και αλληλοεκτίμησης που έχω αναπτύξει με τον τωρινό γιατρό μου, σε συνδυασμό με τις μεγάλες προσπάθειες που έχω κάνει να ψυχοεκπαιδευτώ λίγο λίγο ώσπου να φτάσω στα επίπεδα που έχω φτάσει σήμερα, όπως και το υποστηρικτικό περιβάλλον το οποίο το έχτισα και συνεχίζω να το χτίζω βήμα βήμα ως και σήμερα, με οδήγησαν πίσω στη ζωή. Όχι, λοιπόν, διπολική διαταραχή δεν είμαι εγώ. Είναι ένα κομμάτι μου, αλλά όχι εγώ. Ναι, η διπολική διαταραχή μου έδωσε ταυτότητα, με προσδιόρισε, με έκανε τον άνθρωπο που είμαι σήμερα. Με άλλα λόγια, δηλαδή, πατσίσαμε γιατί σε αυτή τη μάχη δεν υπάρχουν νικητές και ηττημένοι. Υπάρχουν αυτοί που αποδέχονται την κατάσταση και προχωρούν παρακάτω και αυτοί που δεν την αποδέχονται και μένουν στάσιμοι. Εγώ την αποδέχτηκα και αισθάνομαι ευγνώμων γι’ αυτό. Πρόσφατα με ρώτησαν αν υπήρχε μια οριστική θεραπεία για τη διπολική διαταραχή, αν θα υποβαλλόμουν σε αυτήν ή όχι. Είχα απαντήσει όχι, αλλά σκεπτόμενος και πάλι όσα σας είπα σήμερα οφείλω να επαναδιατυπώσω την απάντησή μου. Σήμερα βλέπω τη διπολική διαταραχή ως ένα ακόμα πρόβλημα ανάμεσα στα τόσα που έχει κάθε άνθρωπος. Ως μια δυσκολία για να εξελιχθείς ως άνθρωπος. Όχι λοιπόν, δεν θέλω καμία οριστική θεραπεία. Η διπολική διαταραχή αποτελεί πρόκληση για να γίνομαι καθημερινά καλύτερος άνθρωπος. Τι πιο σπουδαίο άραγε από αυτό;

Στον γιατρό μου έχω παρουσιασθεί και εντελώς αποδιοργανωμένος, αλλά και γεμάτος σιγουριά. Σε κάθε περίπτωση με βοηθάει να βλέπω μια επί πλέον όψη των πραγμάτων, ένα φως στην άλλη άκρη του τούνελ, που πολλές φορές δεν είχα καν φανταστεί. Είναι ΜΑΖΙ μας σήμερα και θέλω δημόσια να τον ευχαριστήσω για όσα μου έχει προσφέρει και να του πω πως τον εκτιμώ βαθύτατα ως γιατρό αλλά και ως άνθρωπο. Η θεραπευτική μας σχέση είναι ανεκτίμητης αξίας για μένα.

Άφησα για το τέλος το υποστηρικτικό περιβάλλον. Οι αυτοκτονικές σκέψεις ανήκουν στο παρελθόν από τη στιγμή που βρήκα νόημα στη ζωή μου. Ο εθελοντισμός νοηματοδότησε εκ νέου τη ζωή μου όταν αυτή ήταν συντρίμμια. Συνειδητοποίησα ότι μπορούσα να βοηθήσω τους άλλους μέσα από την εμπειρία μου και παράλληλα να βοηθιέμαι κι εγώ γεμίζοντας θετικά συναισθήματα. Αυτός ο καινούργιος τρόπος ζωής, γέμισε τη ζωή μου θετικές σκέψεις και θετική ενέργεια. Έπαψα πια να βλέπω πόσο μαύρος είναι ο κόσμος. Αυτό που με νοιάζει πλέον, είναι πόσες σπίθες προλαβαίνω να ανάψω για να φωτιστεί όσο το δυνατόν περισσότερο. Στα πλαίσια αυτά ασχολήθηκα με το ΜΑΖΙ και ξεκίνησα να οργανώνω μεταξύ άλλων συναντήσεις ανθρώπων κυρίως με διαταραχές διάθεσης, που είχαν ανάγκη να μιλήσουν και να ακουστούν, να μοιραστούν το πρόβλημά τους σε ένα ασφαλές περιβάλλον αποδοχής.

Θα κλείσω χρησιμοποιώντας μια φράση φίλης μου. Η διπολική διαταραχή είναι σαν μια τεράστια χιονόμπαλα. Αν τη σπρώξεις προς τα εκεί που θέλεις, σου βγαίνει σε καλό. Αν δεν την σπρώξεις προς τα εκεί που θέλεις, πλακώνει κόσμο. Δεν ξέρω αν έχω καταφέρει να τη σπρώξω προς τα εκεί που ήθελα. Αυτό που ξέρω είναι πως εδώ που έχω φτάσει, μ’ αρέσει.

Από την Ελληνική Εταιρεία Μελέτης Διαταραχών Διάθεσης με την επιστημονική επιμέλεια της κλινικής ψυχολόγου κυρίας Μενιδιάτου. mazi.org.gr

Σχετικά άρθρα