3 μορφές κατάθλιψης και η αντιμετώπισή τους

<h4 style="text-align: justify;">Πόσο συχνή είναι η κατάθλιψη;</h4>
<p class="aenot" style="text-align: justify;">Η μείζων καταθλιπτική διαταραχή, προσβάλλει ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού. Ο δια βίου επιπολασμός κυμαίνεται από 10% έως 25% στις γυναίκες και από 5% έως 12% στους άντρες. Αυτά τα ποσοστά είναι ανεξάρτητα από την εθνικότητα, τη μόρφωση, το εισόδημα και την οικογενειακή κατάσταση. Η μείζων κατάθλιψη έχει υψηλό δείκτη θνησιμότητας: μέχρι και 15 % των ασθενών αυτοκτονούν. Επιπλέον, στους ασθενείς πάνω από 55 ετών η συχνότητα αυτοκτονία είναι τετραπλάσια της συχνότητας θανάτου του γενικού πληθυσμού. Οι ασθενείς με μείζονα κατάθλιψη αναφέρουν συχνότερα; πόνο και σωματικές νόσους, κάνουν περισσότερες επισκέψεις στους γιατρούς και έχουν μειωμένη συνολική λειτουργικότητα.</p>
<p class="aenot" style="text-align: justify;">Aπό την επιστημονική ομάδα της ΜΚΟ Κλίμακα</p>
<h4 style="text-align: justify;">Ποιά είναι τα συμπτώματα της κατάθλιψης;</h4>
<p class="aenot" style="text-align: justify;">Τα διαγνωστικά κριτήρια για τη μείζονα καταθλιπτική διαταραχή, σύμφωνα με το DSM-IV, είναι η παρουσία ενός ή περισσότερων καταθλιπτικών επεισοδίων με την απουσία μανίας και υπομανίας. Ένα μείζον καταθλιπτικό επεισόδιο προσδιορίζεται από την παρουσία καταθλιπτικής διάθεσης, σημαντικής αλλαγής στην όρεξη και στις συνήθειες του ύπνου, χαμηλής ενεργητικότητας, χαμηλής αυτοπεποίθησης, μειωμένης ικανότητας στη συγκέντρωση ανηδονία ή απελπισία. Για να υπάρξει η διάγνωση της Κατάθλιψης, τα συμπτώματα αυτά θα πρέπει να διαρκούν για τουλάχιστον 2 εβδομάδες και να επικρατούν τις περισσότερες ημέρες, για σχεδόν ολόκληρη την ημέρα. Για να τεθεί η διάγνωση απαιτείται η ταυτόχρονη παρουσία 5 ή περισσότερων συμπτωμάτων, ενώ συγχρόνως το επεισόδιο να μην μπορεί να αποδοθεί σε πένθος από απώλεια αγαπημένου προσώπου, σε επιδράσεις φαρμάκων ή σε σωματική νόσο, όπως ο υποθυροειδισμός.</p>
<p class="aenot" style="text-align: justify;">Συνυπάρχουσες ψυχιατρικές καταστάσεις ενδέχεται να είναι η δυσθυμία, σε 10% – 15% των ασθενών με μείζονα κατάθλιψη (?διπλή κατάθλιψη?), οι αγχώδεις διαταραχές (π.χ. διαταραχή πανικού, ψυχαναγκαστική ? καταναγκαστική διαταραχή), οι διαταραχές σίτισης (π.χ. ψυχογενής ανορεξία, βουλιμία), οι διαταραχές προσωπικότητας (π.χ οριακή διαταραχή προσωπικότητας) και οι διαταραχές από κατάχρηση ουσιών. Μέχρι και 25% των ασθενών με χρόνιες νόσους, όπως ο διαβήτης, το έμφραγμα του μυοκαρδίου, το εγκεφαλικό επεισόδιο και ο καρκίνος, αναπτύσσουν μείζονα κατάθλιψη.</p>
<h4 style="text-align: justify;">Πόσο διαρκεί η κατάθλιψη;</h4>
<p class="aenot" style="text-align: justify;">Η μείζων κατάθλιψη μπορεί να ξεκινήσει σε οποιαδήποτε ηλικία, αλλά η μέση ηλικία έναρξης είναι περίπου τα 25 έτη. Η πορεία της υποτροπιάζουσας μείζονος κατάθλιψης ποικίλλει. Κάποιοι ασθενείς έχουν μεμονωμένα επεισόδια μεταξύ των οποίων μεσολαβούν πολλά χρόνια, άλλοι βιώνουν ομάδες επεισοδίων και άλλοι έχουν ένα προοδευτικά αυξανόμενο αριθμό επεισοδίων, μεγαλώνοντας. Περίπου οι μισοί από τους ασθενείς με ένα μείζων καταθλιπτικό επεισόδιο έχουν και ένα δεύτερο. Τα άτομα που έχουν δύο επεισόδια έχουν 70% πιθανότητα να έχουν και τρίτο. Επιπλέον, 5% έως 10% των ασθενών με μείζον καταθλιπτικό επεισόδιο στην πορεία εμφανίζουν μανιακό επεισόδιο (π.χ. διπολική ή μανιοκαταθλιπτική διαταραχή). Τα συμπτώματα του μείζονος καταθλιπτικού επεισοδίου μπορούν να αναπτυχθούν μέσα σε μέρες η εβδομάδες, ενώ τα πρόδρομα συμπτώματα όπως το άγχος και τα ήπια καταθλιπτικά συμπτώματα μπορεί να διαρκέσουν εβδομάδες ή και μήνες. Ένα επεισόδιο που δεν έχει αντιμετωπιστεί συνήθως διαρκεί τουλάχιστον έξι μήνες ανεξάρτητα με την ηλικία έναρξης. Οι περισσότεροι ασθενείς παρουσιάζουν πλήρη ύφεση. Στο 20 έως 30% των περιπτώσεων η ύφεση είναι μόνο μερική και στο 5% έως 10% το μείζον καταθλιπτικό επεισόδιο μπορεί να διαρκέσει για 2 ή περισσότερα χρόνια.</p>
<h4 style="text-align: justify;">Πώς παρουσιάζεται η Κατάθλιψη σε ασθενείς με έμφραγμα του μυοκαρδίου;</h4>
<p class="aenot" style="text-align: justify;">Η κατάθλιψη επηρεάζει αρνητικά την πρόγνωση των ασθενών με νόσο της στεφανιαίας αρτηρίας. Το ιστορικό κατάθλιψης βρέθηκε να αυξάνει τον κίνδυνο για έμφραγμα του μυοκαρδίου. Η παρακολούθηση της πορείας και πρόγνωσης των ασθενών αυτών έδειξε ότι 31% βίωσαν κατάθλιψη στο νοσοκομείο ή στη διάρκεια ενός έτους μετά το εξιτήριο. H ύπαρξη ιστορικού κατάθλιψης αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης κατάθλιψης μετά το έμφραγμα. Η κατάθλιψη κατά τη νοσηλεία συνδέεται με αυξημένη θνησιμότητα στους επόμενους 18 μήνες. Οι ασθενείς που είχαν επαναλαμβανόμενα επεισόδια κατά τη νοσηλεία είναι σε ιδιαίτερο κίνδυνο. Βρέθηκε ότι ο κίνδυνος που συνδέεται με την κατάθλιψη είναι μεγαλύτερος στους ασθενείς με 10 ή περισσότερες έκτακτες κοιλιακές συστολές ανά ώρα. Η επίπτωση της κατάθλιψης που αναπτύσσεται μετά το έμφραγμα στη θνησιμότητα κατά το επόμενο 6μηνο φαίνεται να είναι τουλάχιστον ίδια με την επίπτωση της δυσλειτουργίας της αριστερής κοιλίας και του προϋπάρχοντος εμφράγματος.</p>
<h4 style="text-align: justify;">Πώς αντιμετωπίζεται η Κατάθλιψη στους εμφραγματίες;</h4>
<p class="aenot" style="text-align: justify;">Η θεραπεία με ψυχοθεραπεία, ομαδική θεραπεία, και αντικαταθλιπτικά έχει δείξει ότι βοηθά τους ασθενείς με έμφραγμα του μυοκαρδίου. Εάν ο ασθενής χρειάζεται φαρμακοθεραπεία, η επιλογή του κατάλληλου αντικαταθλιπτικού είναι σημαντική. Μελέτες στην καρδιολογία έδειξαν ότι τα αντιαρρυθμικά τύπου 1Α συνδέονται με αυξημένη θνησιμότητα όταν δίδονται σε εμφραγματίες. Επειδή τα τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά έχουν αντιαρρυθμική δράση τύπου 1Α, τα νεώτερα αντικαταθλιπτικά, όπως οι SSRIs, οι SNRIs, και τα άτυπα αντικαταθλιπτικά θα πρέπει να προτιμώνται και να συνιστώνται στη θεραπεία της κατάθλιψης των εμφραγματιών, λόγω της έλλειψης της αντιαρρυθμικής δράσης. Αρχικές έρευνες έδειξαν ότι αν και η νορτριπτιλίνη (Nortilen) και η παροξετίνη (Seroxat) ήταν εξίσου αποτελεσματικές στην αντιμετώπιση των ασθενών με κατάθλιψη και στεφανιαία ανεπάρκεια, η νορτριπτιλίνη συνδέθηκε με υψηλότερη συχνότητα ανεπιθύμητων καρδιοαγγειακών επιδράσεων. Η επιλογή του κατάλληλου αντικαταθλιπτικού εξαρτάται από διάφορους παράγοντες. Επειδή πολλοί εμφραγματίες έχουν επίσης συνοδό άγχος, οι SSRIs είναι μία καλή επιλογή επειδή έχουν επίσης αγχολυτικές ιδιότητες. Ασθενείς με σημαντικά καρδιολογικά προβλήματα, όπως πρόσφατο έμφραγμα, σοβαρή καρδιακή ισχαιμία, σοβαρή υπέρταση, διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο επιβάρυνσης του καρδιαγγειακού συστήματος κατά τη διάρκεια και λίγο μετά τις συνεδρίες της ηλεκτροσπασμοθεραπείας. Οι ασθενείς αυτοί θα πρέπει να εκτιμώνται ενδελεχώς από έναν καρδιολόγο που είναι εξοικειωμένος με τις δυνητικές παρενέργειες της ηλεκτροσπασμοθεραπείας, εάν η θεραπεία αυτή θεωρείται απαραίτητη.</p>
<h4 style="text-align: justify;">Πως παρουσιάζεται η Κατάθλιψη σε ασθενείς με Εγκεφαλικό Επεισόδιο;</h4>
<p class="aenot" style="text-align: justify;">Η κατάθλιψη μετά από εγκεφαλικό συμβαίνει στο 22% έως 60 % των Αμερικανών που προσβάλλονται από εγκεφαλικό επεισόδιο κάθε έτος. Χωρίς παρέμβαση, η επικράτηση και βαρύτητα της κατάθλιψης για τους ασθενείς αυτούς είναι υψηλότερη ανάμεσα στους 6 μήνες και 2 χρόνια μετά το επεισόδιο. Η κατάθλιψη μετά το εγκεφαλικό επεισόδιο σχετίζεται ισχυρά με την αποτυχία του ατόμου να έχει καλή προνοσηρή κοινωνική και σωματική δραστηριότητα. Η βαρύτητα της κατάθλιψης φαίνεται να σχετίζεται με τον εντοπισμό της βλάβης στον άνω αριστερό μετωπιαίο λοβό, και σε υποκροταφικές περιοχές. Ασθενείς με σημαντική μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο κατάθλιψη βρέθηκε να έχουν μεγαλύτερη νευρολογική βλάβη, να έχουν ιστορικό κατάθλιψης, και να είναι γυναίκες.</p>
<h4 style="text-align: justify;">Πώς αντιμετωπίζεται η Κατάθλιψη μετά από Εγκεφαλικό Επεισόδειο;</h4>
<p class="aenot" style="text-align: justify;">H θεραπεία συνίσταται σε υποστήριξη της οικογένειας, εκπαίδευση, και αντικαταθλιπτική θεραπεία. Ασθενείς που συμμετείχαν ενεργά σε προγράμματα που σχεδιάστηκαν για ασθενείς με τη νόσο αυτή έτειναν να είναι σε καλύτερο επίπεδο λειτουργικότητας και ψυχικής υγείας. Η αντικαταθλιπτική θεραπεία δείχνει να είναι αποτελεσματική στην αντιμετώπιση της κατάθλιψης μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο. Νεώτεροι ασθενείς, καθώς και αυτοί που έχουν καλύτερη κοινωνική υποστήριξη τείνουν να πηγαίνουν καλύτερα με τη θεραπεία. Σε μικρής έκτασης μελέτες φάνηκε επίσης ότι οι γυναίκες ανταποκρίθηκαν λιγότερο, σε σχέση με τους άνδρες. Η επιλογή του αντικαταθλιπτικού είναι σημαντικός παράγοντας επειδή τα άτομα αυτά είναι ιδιαίτερα ευάλωτα στις παρενέργειες των ψυχοτρόπων φαρμάκων. Τα τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά δεν συνιστώνται λόγω των πολλών αντενδείξεων και παρενεργειών. Μελέτες με SSRIs έδειξαν ότι αυτοί έχουν καλή ανοχή και αποτελεσματικότητα στην κατάθλιψη μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο. Προκαταρκτικές μελέτες έδειξαν επίσης ότι τα φάρμακα που αναστέλλουν τόσο τη σεροτονίνη όσο και τη νορεπινεφρίνη (SNRIs), μπορεί να είναι πιο αποτελεσματικά. Διεγερτικά όπως η δεξτροαμφεταμίνη ή η μεθυλφαινιδάτη (Ritalin) είναι μερικές φορές ασφαλείς και αποτελεσματικές στη θεραπεία της κατάθλιψης μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο. Περιστατικά που υποβλήθηκαν σε ηλεκτροσπασμοθεραπεία έδειξαν καλή ανοχή. Απαιτούνται όμως περισσότερες έρευνες που να μελετούν τις μακροχρόνιες συνέπειες της θεραπείας αυτής.</p>
<h4 style="text-align: justify;">Πώς παρουσιάζεται η Κατάθλιψη σε ασθενείς με λοίμωξη HIV;</h4>
<p class="aenot" style="text-align: justify;">Σε ασθενείς με λοίμωξη HIV μπορεί να συμβούν διαταραχές στη διάθεση, κυρίως κατάθλιψη καθώς επίσης και υπομανιακά ή μανιακά επεισόδια. Η κατάθλιψη στους ασθενείς με HIV μπορεί να έχει πολλές αιτίες αλλά σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να θεωρείται σαν φυσιολογική κατάσταση. Η επικράτηση της κατάθλιψης σε όλη τη διάρκεια της ζωής των μολυσμένων με HIV είναι 30%-45%. Η συχνότητα δεν φάνηκε να σχετίζεται με το στάδιο της νόσου. Η κατάθλιψή τους όμως φάνηκε να σχετίζεται με αυξημένη συχνότητα μειωμένων CD4 κυττάρων. Ο κίνδυνος αυτοκτονίας των μολυσμένων με HIV ασθενών είναι πολύ υψηλός, περίπου 66 φορές μεγαλύτερος σε σχέση με το γενικό πληθυσμό.</p>
<h4 style="text-align: justify;">Πώς αντιμετωπίζεται η Κατάθλιψη σε ασθενείς με λοίμωξη HIV;</h4>
<p class="aenot" style="text-align: justify;">Οι θεραπεία των καταθλιπτικών ασθενών με HIV περιλαμβάνει συνήθως συνδυασμό ψυχοθεραπείας και ψυχοφαρμακολογίας. Ο μολυσμένος με HIV εγκέφαλος είναι περισσότερο ευαίσθητος τόσο στην ανταπόκριση στη θεραπεία όσο και στις παρενέργειες. Έτσι, τα τρικυκλικά με τις λιγότερες αντιχολινεργικές δράσεις, και τα νεώτερα αντικαταθλιπτικά, όπως οι SSRIs περιλαμβανομένης της παροξετίνης και της φλουοξετίνης, οι SNRIs και τα άτυπα αντικαταθλιπτικά, έχουν τη μικρότερη πιθανότητα ανάπτυξης παρενεργειών και να επηρεάσουν τη γνωσιακή ικανότητα προκαλώντας ντελίριο. Η θεραπευτική δόση ενός αντικαταθλιπτικού θα πρέπει να είναι πολύ χαμηλότερη σε άτομα μολυσμένα με HIV, σε σχέση με τα μη μολυσμένα. Τα διεγερτικά επίσης έχουν φανεί ότι βοηθούν στη θεραπεία μολυσμένων με HIV ατόμων, ειδικότερα αυτών που δεν έχουν γνωσιακή επιβάρυνση. Η συνήθης δόση της μεθυλφαινιδάτης είναι 5 mg έως 20 mg τρεις φορές την ημέρα. Μολυσμένοι με HIV ασθενείς που παρουσιάζουν κατάθλιψη με ψυχωτικά σημεία ή κατατονία ή έχουν αποτύχει στη φαρμακοθεραπεία, ενδέχεται να ωφεληθούν από την ηλεκτροσπασμοθεραπεία. Αυτή όμως μπορεί να επιδεινώσει τη σύγχυση σε κάποιους ασθενείς με μεγαλύτερη βλάβη του ΚΝΣ λόγω της νόσου.</p>
<p class="aenot" style="text-align: justify;"> </p>

Σχετικά άρθρα