30.000 Έλληνες με ένα ύπουλο ιό;

Οι περισσότεροι ασθενείς με ηπατίτιδα Β δεν γνωρίζουν ότι έχουν κολλήσει τον ιό και δεν επωφελούνται από τις νέες αποτελεσματικές θεραπείες.

Μια ύπουλη ασθένεια που πλήττει περισσότερους από τριακόσιους χιλιάδες Έλληνες είναι η ηπατίτιδα Β. Οι επιστήμονες εφιστούν την προσοχή, καθώς οι περισσότεροι ασθενείς δεν γνωρίζουν ότι έχουν προσβληθεί από τον ιό και μπορεί να τον μεταδώσουν με τη σεξουαλική επαφή.

Παράλληλα, οι ασθενείς, αγνοώντας το πρόβλημά τους, δεν μπορούν να επωφεληθούν από τις ιδιαίτερα αποτελεσματικές θεραπείες που κυκλοφορούν και δεν λαμβάνουν την κατάλληλη αγωγή που θα αποτρέψει την εξέλιξη της νόσου.

Για το σημαντικό αυτό θέμα μιλάει ο ιατρός του Αρεταίειου Νοσοκομείου, Γεώργιος Π. Καραμανώλης, επίκουρος καθηγητής Γαστρεντερολογίας στην Ιατρική Σχολή Αθηνών: «Ως ηπατίτιδα Β χαρακτηρίζεται η φλεγμονή του ήπατος από τον ιό της ηπατίτιδας Β. Η αρχική προσβολή από τον ιό προκαλεί την οξεία ηπατίτιδα Β. Στις περισσότερες περιπτώσεις οξείας ηπατίτιδας το αμυντικό σύστημα του ανθρώπου κατορθώνει να καταπολεμήσει τον ιό και ακολουθεί η ίαση με την ανάπτυξη αντισωμάτων. Σε περίπτωση που η άμυνα του οργανισμού δεν είναι αποτελεσματική, ο ιός παραμένει εντός του οργανισμού και η ηπατίτιδα μετατρέπεται από οξεία σε χρόνια. Ένας φορέας συνήθως δεν έχει συμπτώματα, αλλά παραμένει μολυσμένος με τον ιό για χρόνια και μπορεί να μεταδώσει τον ιό και σε άλλους.

Περίπου 350.000.000 του πληθυσμού της Γης πάσχουν από χρόνια ηπατίτιδα Β. Στην Ελλάδα ο επιπολασμός υπολογίζεται σε 2,5-3% του πληθυσμού,ενώ η επίπτωση της νόσου ποικίλλει ανά πληθυσμό και γεωγραφικό διαμέρισμα.Έτσι, υπάρχουν περιοχές με επιπολασμό που φτάνει ως και 25%, ενώ και μεταξύ των μεταναστών από την Αλβανία και τα κράτη της πρώην Σοβιετικής Ένωσης ο επιπολασμός είναι αυξημένος. Η ηπατίτιδα Β αποτελεί ένα σοβαρό πρόβλημα δημόσιας υγείας. Οι κύριες επιπτώσεις είναι η αυξημένη νοσηρότητα και θνησιμότητα των ασθενών με χρόνια ηπατίτιδα Β καταλήγουν από επιπλοκές της χρόνιας λοίμωξης, όπως η κίρρωση ή και ο ηπατοκυτταρικός καρκίνος.

Η μετάδοση του ιού της ηπατίτιδας Β γίνεται με την επαφή ενός ατόμου με μολυσμένο αίμα ή μολυσμένα αντικείμενα, με τη σεξουαλική επαφή και από μητέρα με χρόνια ηπατίτιδα Β στο παιδί κατά την κύηση ή τον τοκετό. Ο ιός της ηπατίτιδας Β δεν μεταδίδεται με το νερό, την τροφή, τα μαγειρικά σκεύη, την κοινή χρήση της τουαλέτας και την κοινωνική επαφή(χειραψία, αγκαλιά, φιλί, βήχας, φτέρνισμα).

Υπολογίζεται ότι σήμερα στην Ελλάδα υπάρχουν 300.000 φορείς,με τους περισσότερους να μην το γνωρίζουν. Η ηπατίτιδα Β δεν μπορεί να διαγνωσθεί με τις εξετάσεις που γίνονται σε ένα συνηθισμένο check-up, αλλά η διάγνωση της γίνεται εύκολα με την ανίχνευση στο αίμα των ειδικών δεικτών του ιού (κυρίως το αυστραλιανό αντιγόνο HBsAg).

Ομάδες υψηλού κινδύνου

Σε εξετάσεις για ηπατίτιδα Β πρέπει να υποβάλλονται άτομα που παρουσιάζουν αυξημένες τρανσαμινάσες (ηπατικά ένζυμα), αλλά και άτομα ομάδων με υψηλό κίνδυνο, όπως είναι τα άτομα που έχουν σεξουαλική επαφή με πάσχοντες, οι ομοφυλόφιλοι άνδρες, όσοι έχουν πολλαπλούς ερωτικούς συντρόφους,οι χρήστες ενδοφλέβιων ναρκωτικών, οι επαγγελματίες υγείας και τα μέλη της οικογένειας πάσχοντων από χρόνια ηπατίτιδα Β που δεν έχουν εμβολιαστεί.

Θεραπεία

Για την ηπατίτιδα Β υπάρχει σήμερα ασφαλές και αποτελεσματικό εμβόλιο. Η χορήγηση και των τριών δόσεων με την ανάπτυξη αντισωμάτων προσφέρει προστασία για 10-15 χρόνια. Στην Ελλάδα είναι υποχρεωτικός ο εμβολιασμός των βρεφών και εφήβων και συνίσταται εμβολιασμός των ατόμων που ανήκουν στις ομάδες υψηλού κινδύνου που προαναφέραμε.

Όλοι οι ασθενείς με ηπατίτιδα Β πρέπει να παρακολουθούνται από εξειδικευμένους ιατρούς. Είναι λανθασμένη η εντύπωση ότι οι χρόνιοι φορείς του ιού της ηπατίτιδας Β είναι απολύτως υγιή άτομα που δεν χρειάζονται συστηματική ιατρική παρακολούθηση. Δεν υπάρχουν διατροφικοί περιορισμοί στους ασθενείς με χρόνια ηπατίτιδα Β, με εξαίρεση την αποφυγή κατανάλωσης οινοπνευματωδών ποτών, καθώς η κατάχρησή τους επιταχύνει την εξέλιξη της ηπατικής νόσου.

Αποτελεσματικά φάρμακα

Αν και σήμερα υπάρχουν αποτελεσματικά φάρμακα για την αντιμετώπιση της χρόνιας ηπατίτιδας Β, μόνο ένα μικρό ποσοστό των αρρώστων παίρνει θεραπεία. Η επιτυχής θεραπεία δύσκολα εκριζώνει τον ιό, αλλά εμποδίζει την εξέλιξη της χρόνιας ηπατίτιδας σε κίρρωση ή και καρκίνο του ήπατος. Θεραπεία συνιστάται σε ασθενείς με ενεργό χρόνια ηπατίτιδα και τα εγκεκριμένα φάρμακα και οι ιντερφερόνες και τα νουκλεοτ(σ)ιδικά ανάλογα (λαμιβουδίνη, αδεφοβίρη, εντεκαβίρη, τελμιβουντίνη, τενοφοβίρη). Τα πλεονεκτήματα των ιντερφερονών είναι η συγκεκριμένη διάρκεια θεραπείας και η μικρή πιθανότητα για πλήρη εκρίζωση του ιού. Μειονεκτήματά τους είναι το υψηλό κόστος, η χορήγησή τους με τη μορφή ένεσης και οι συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες.

Τα νέα νουκλεοτ(σ)ιδικά ανάλογα, όπως η εντεκαβίρη και η τενοφοβίρη, λαμβάνονται από το στόμα μία φορά την ημέρα, είναι καλά ανεκτά, δεν παρουσιάζουν σημαντικές παρενέργειες και είναι αποτελεσματικά σχεδόν σε όλους τους ασθενείς.

Σημαντικό επίσης πλεονέκτημα των νέων νουκλεοτ(σ)ιδικών αναλόγων είναι το σχεδόν μηδενικό ποσοστό ανάπτυξης ανθεκτικών στελεχών έναντι του ιού της ηπατίτιδας Β. Το βασικό τους μειονέκτημα είναι η ανάγκη για μακράς διάρκειας θεραπεία και η σημαντική πιθανότητα για υποτροπή της νόσου μετά τη διακοπή της θεραπείας.

Συμπερασματικά, η χρόνια ηπατίτιδα Β αποτελεί μία συχνή, αλλά, λόγω της απουσίας συμπτωμάτων, υποδιαγνωσμένη πάθηση. Η διάγνωση γίνεται εύκολα με μία ειδική εξέταση αίματος. Οι ασθενείς με χρόνια ηπατίτιδα Β θα πρέπει να παρακολουθούνται από ειδικούς ιατρούς. Σήμερα υπάρχουν ασφαλείς και αποτελεσματικές θεραπείες για την αντιμετώπιση της ενεργού χρόνιας ηπατίτιδας Β».

Πηγή: Realhealth

Σχετικά άρθρα