Όταν ο έφηβος κάνει ομοφυλοφιλικές σκέψεις;

Η σεξουαλικότητα αποτελεί ένα ιδιαίτερα σύνθετο φαινόμενο-αποτέλεσμα της επίδρασης τόσο  βιολογικών, όσο και ψυχοκοινωνικών-περιβαλλοντικών παραγόντων. Είναι επίσης η απόδειξη ότι οι άνθρωποι χρειάζονται την επαφή με άλλους ανθρώπους, και αυτή η ανταλλαγή συναισθημάτων και εμπειριών ξεκινά με τη γέννηση και τελειώνει με το τέλος της ζωής.

Γράφει η Άρτεμις Τσίτσικα, Επικ. Καθηγήτρια Παιδιατρικής – Εφηβικής Ιατρικής και Επιστημονική Υπεύθυνος Μονάδας Εφηβικής Υγείας (ΜΕΥ),  στη Β΄ Παιδιατρική Κλινική Πανεπιστημίου Αθηνών του Νοσοκομείου Παίδων “Π. & Α. Κυριακού”.

 

Η ομοφυλοφιλία είναι ένα από τα θέματα που μπορεί να αντιμετωπίσει ο παιδίατρος και ο ρόλος του είναι εξαιρετικά σημαντικός. Περίπου 2-5% των εφήβων υπολογίζεται πως είναι ομοφυλόφιλοι (ανάλογο ποσοστό με αυτό των ενηλίκων). Μελέτες σε ομοζυγωτικούς και διζυγωτικούς διδύμους ανέδειξαν ότι η επίπτωση της ομοφυλοφιλίας στα αδέλφια είναι σημαντικά συχνότερη στους πρώτους, ωστόσο δεν έχει βρεθεί κάποιος γενετικός παράγοντας που διαφοροποιεί τους ομοφυλόφιλους από τους ετεροφυλόφιλους.

Άλλοι ερευνητές σημειώνουν ανατομικές διαφορές στο μέγεθος και τη δομή του υποθαλάμου, ενώ ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται και στο ενδομήτριο ορμονικό περιβάλλον. Οικογενειακοί, κοινωνικοί και γενικότερα περιβαλλοντικοί παράγοντες έχουν επίσης συμμετοχή και ένα μικρό ποσοστό παιδιών με ατυπία στο κοινωνικό φύλο (αγοροκόριτσα ή αγόρια που παίζουν με κούκλες και τους αρέσει να ντύνονται γυναικεία) μπορεί στο μέλλον να έχουν ομοφυλοφιλική σεξουαλική προτίμηση. Ο γενετικός παράγων φαίνεται να είναι ισχυρός, ωστόσο η αιτιολογία είναι πολυπαραγοντική και το φαινόμενο σύνθετο.

Το γεγονός είναι ότι η ομοφυλοφιλία από το 1973 δεν θεωρείται ψυχική νόσος, αλλά παραλλαγή της σεξουαλικής συμπεριφοράς. Ο ίδιος ο Freud καθησυχάζει μία μητέρα ομοφυλόφιλου με την περίφημη επιστολή του ήδη από το 1935, διαβεβαιώνοντάς την για τα παραπάνω. Ωστόσο, λόγω του ότι η σεξουαλική αυτή παραλλαγή δεν συμβάλλει στη διαιώνιση του ανθρωπίνου είδους, υπάρχει κοινωνική προκατάληψη και αρνητική αντιμετώπιση των ομοφυλοφίλων.

Κατά την πρώϊμη και μέση εφηβεία, όταν ο σεξουαλικός πειραματισμός βρίσκεται στο ζενίθ του, ενδέχεται να υπάρξουν ομοφυλοφιλικές σκέψεις, όνειρα, φαντασιώσεις ή και πράξεις, οι οποίες δεν σημαίνουν απαραίτητα και ανάλογο προσανατολισμό κατά την υπόλοιπη ζωή. Από στοιχεία μελέτης σε πληθυσμό εφήβων των Η.Π.Α., 10% αναγνώρισαν ότι είχαν τουλάχιστον μία ομοφυλοφιλική εμπειρία και σίγουρα δεν θα εξελιχθούν όλοι σε ομοφυλόφιλους.

Ο ομοφυλόφιλος έφηβος καλείται να εξερευνήσει τη σεξουαλικότητά του μέσα από μυστικές διαδικασίες, αισθήματα ενοχής, συναισθήματα ντροπής, που πολλές φορές καθυστερούν την παραδοχή της φύσης του και τον καταπιέζουν οδηγώντας σε αδιέξοδο ένα συχνά ταλαντούχο, λειτουργικό και ικανότατο άτομο.

Σε μια άλλη μελέτη των Η.Π.Α., 97% των μαθητών δηλώνουν ότι έχουν ακούσει ομοφοβικά ανέκδοτα και έχουν βιώσει τη λεκτική κακοποίηση των  ομοφυλόφιλων. Επιπλέον, έρευνα σε ομοφυλόφιλους εφήβους αναφέρει ότι 50% εξ’αυτών βίωσαν την απόρριψη των γονέων τους όταν τους ανακοίνωσαν το σεξουαλικό τους προσανατολισμό. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον καλείται ο ομοφυλόφιλος έφηβος να ανακαλύψει τον εαυτό του και ο παιδίατρος μπορεί να αποτελέσει το πρόσωπο-κλειδί για να τον βοηθήσει σε αυτό. Το θέμα είναι εξαιρετικά σημαντικό και εάν ο παιδίατρος θεωρεί ότι λόγω προσωπικών, θρησκευτικών ή άλλων πεποιθήσεων θα είναι προκατειλημμένος, επιβάλλεται να παραπέμψει τον έφηβο σε άλλο συνάδελφο.

Ο ομοφυλόφιλος έφηβος χρειάζεται στήριξη, θετική ενέργεια και χρόνο για να χτίσει την προσωπικότητά του και να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες του. Οι γονείς του χρειάζονται καθοδήγηση, ενημέρωση και ενίσχυση ώστε να απαγκιστρωθούν ομαλά από προσδοκίες μιας ολόκληρης ζωής (π.χ. να παντρέψουν το παιδί τους, να γίνουν παππούδες κ.λπ). Οι ομοφυλόφιλοι και οι γονείς τους μπορεί αναμφισβήτητα να είναι ευτυχισμένοι και περήφανοι ο ένας για τον άλλο όταν ανακαλύψουν την ουσία της ζωής και δεχθούν την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης φύσης και σεξουαλικότητας.

Ο παιδίατρος έχει το προνόμιο να μοιράζεται με τους νέους ανθρώπους την εξερεύνηση του σώματος και της ψυχής τους σε μία περίοδο καθοριστική για την υγεία και το μέλλον τους. Για το λόγο αυτό δεν θα πρέπει να χάνει την ευκαιρία να προσφέρει επιστημονική γνώση, να ενημερώνει, να καθοδηγεί και να στηρίζει τους εφήβους και την οικογένειά τους αξιοποιώντας στο έπακρο τον σημαντικό του ρόλο.

Σχετικά άρθρα