Ευτυχισμένες Μέρες με την Όλια Λαζαρίδου στο Bios

<p>«Το κείμενο του Μπέκετ στις Ευτυχισμένες Mέρες είναι σαν παρτιτούρα. Κι εγώ αισθάνομαι σαν μουσικός που έχει εξασκηθεί σ’ ένα τραγούδι, σε μια σονάτα» λέει η Όλια Λαζαρίδου, δίνοντάς μας κάποιες… αποχρώσεις για τον τρόπο που ερμηνεύει την Γουίνι. Η παράσταση ανεβαίνει σε σκηνοθεσία Σύλβιας Λιούλιου στο Bios, από τις 18 Νοεμβρίου 2016.</p>
<p>«Αυτή είναι η μεγάλη δυσκολία του κειμένου, αλλά και η ομορφιά του. Γιατί σου αποκλείει μια προσέγγιση με συναισθηματικές ευκολίες που είναι βγαλμένες από το πρώτο επίπεδο του ψυχισμού σου» εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η γνωστή ηθοποιός, δουλεύοντας τον ρόλο της ηρωίδας, της Γουίνι, με τρόπο ώστε να εμβαθύνει «σε πιο πυκνά επίπεδα, στο κομμάτι του ασυνείδητου, που είναι και το πιο πλούσιό μας. Ο ορυκτός πλούτος, στα έργα του Μπέκετ, έρχεται από το ασυνείδητο».</p>
<p>Η Όλια Λαζαρίδου ήταν η αιτία να γίνει αυτή η παράσταση, αναφέρει η σκηνοθέτης Σύλβια Λιούλιου: «Σκέφτηκα ότι θα 'ταν σπουδαίο να έβλεπα την Όλια σ' αυτό τον ρόλο. Είναι άνθρωπος που αν η ψυχή του συναντηθεί με αυτό το υλικό, μπορεί να συμβεί κάτι ποιητικό. Και νομίζω ότι στάθηκα τυχερή σ' αυτό.»</p>
<p>Το ιδιαίτερο στη συγκεκριμένη παράσταση είναι ότι παράλληλα με τις πρόβες πραγματοποιήθηκε ένα πρωτότυπο εργαστήριο, με τίτλο «9 Ευτυχισμένες Μέρες Με Τον Μπέκετ». Όσοι συμμετείχαν είχαν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν, αλλά και να συμβάλουν στο ανέβασμα της παράστασης, συγκροτώντας μια ομάδα «ειδικών θεατών».</p>
<p>«Ήταν πραγματικά μια πάρα πολύ ωραία ιδέα αυτό το εργαστήριο» περιγράφει η Όλια Λαζαρίδου. «Λειτούργησε…ψυχοθεραπευτικά, με την έννοια ότι κατά ένα μυθικό τρόπο απομυθοποιεί την διαδικασία της προετοιμασίας. Ξέρεις, πίσω από αυτή την διάθεση να μη σε δει ο άλλος στις πρόβες, κρύβεται ένας εγωισμός. Δεν υπάρχει κάτι κακό να σε δει ο άλλος στην αρχή ενός πράγματος για το οποίο δεν γνωρίζεις τίποτα.»</p>
<p>Οι Ευτυχισμένες Μέρες του Σάμιουελ Μπέκετ γράφτηκαν το 1960, παρουσιάστηκαν πρώτη φορά το 1961 στο Cherry Lane Theatre της Νέας Υόρκης και έκτοτε επιστρέφουν διαρκώς στις διεθνείς σκηνές. Η ηρωίδα, η Γουίνι, ενταφιασμένη ως επάνω από τη μέση της στο κέντρο ενός τύμβου, μονολογεί, αναζητώντας διαρκώς μια επιβεβαίωση από τον άνδρα της, τον Γουίλι, πως είναι εκεί και την ακούει, επινοώντας συνεχώς τρόπους για να βγάλει τη μέρα. Κι όταν νιώθει ότι η γη την τραβά, ξεκινά το τραγούδι της.</p>
<p>«Ο Μπέκετ ξεκινά από την απελπισία της ανθρώπινης ύπαρξης» σχολιάζει η Ό. Λαζαρίδου. «Και έχει κάτι ανακουφιστικό το να ξεκινά από εκεί. Γιατί υπάρχουν διάφορα άλλα πράγματα που εκπορεύονται από εκεί. Η Γουίνι είναι ένα πουλί προορισμένο να τραγουδάει, κόντρα σε όλη την μαυρίλα. Και μόνο ότι ο Μπέκετ την τοποθέτησε εκεί, ακόμα και θαμμένη, κάτι υποδηλώνει. Το έργο έχει τρομακτικό χιούμορ. Εξάλλου το χιούμορ προϋποθέτει μια απελπισία.»</p>
<p>Θα μπορούσε κάποιος να βρει κοινά ανάμεσα στην Γουίνι του Μπέκετ, με τον Προμηθέα Δεσμώτη του Αισχύλου, στον βαθμό που και οι δύο είναι ήρωες καθηλωμένοι επί σκηνής; «Η Γουίνι είναι ένας Προμηθέας Δεσμώτης. Όσο την τραβάει η γη κάτω, άλλο τόσο το βλέμμα της είναι στραμμένο προς τα πάνω. Υπάρχει ο νόμος της βαρύτητας. Σε πολλά πράγματα στη ζωή μας κυριαρχεί αυτή η… χωματίλα. Το θέμα είναι κατά πόσο την αφήνεις να σε παίρνει από κάτω. Αλλά, για να μπορέσεις να συνδιαλλαγείς μαζί της, θα πρέπει να αναγνωρίσεις ότι υπάρχει. Αυτό είναι το τραγικό της ανθρώπινης ύπαρξης. Ότι έχουμε μια φτερούγα φτιαγμένη να πετάξει, μόνο που δεν πετάμε τελικά. Για τον Μπέκετ η Γουίνι είναι σαν ένα πουλί που έχει λάδι πάνω στα φτερά της και δεν μπορεί να πετάξει».</p>
<p>«Ευτυχισμένες Μέρες». Πόσο κοντά και πόσο μακριά από τις δικές μας μέρες; Αυτό που ζούμε σήμερα; Η Όλια Λαζαρίδου διαπιστώνει ένα τέλος εποχής που όλοι βιώνουμε στην εποχή μας: «Κι είναι ο λόγος που νιώθω αυτό το έργο σαν ρέκβιεμ για έναν κόσμο που φεύγει, με όλη τη μελαγχολία του αποχαιρετισμού. Κι αυτό μου αρέσει. Για τη ζωή μας μιλάει ο Μπέκετ, ως υπαρξιακός συγγραφέας. Ανήκει περισσότερο στον κόσμο αυτό, παρά στον θεατρικό.</p>
<p>Πώς αντιμετωπίζει η ίδια το τέλος εποχής για το οποίο μιλά και πώς φαντάζεται την έλευση του καινούριου;</p>
<p>«Στις πιο μαύρες μου στιγμές θέλω να χωθώ κάτω από τον λόφο, να θαφτώ, όπως η Γουίνι. Κι ακόμα χειρότερα, με το κεφάλι μέσα για να μην δω αυτό που θα 'ρθει. Στις πιο αισιόδοξες στιγμές σκέφτομαι ότι -επειδή περνάμε μια πολύ σκοτεινή στιγμή της ιστορίας, από τις πιο μαύρες- δεν μπορεί να υπάρχει χειρότερο. Κι ελπίζω σε ένα καλύτερο αύριο. Αυτή τη στιγμή, βέβαια, η προοπτική είναι μόνο προς τα μέσα. Όταν υπάρχει ξηρασία εκεί έξω, καλλιεργείς το μέσα σου. Αυτό που μένει να κάνεις είναι να είσαι ως άνθρωπος, χρήσιμος, δημιουργικός, βοηθητικός με τους άλλους».</p>
<p>Από την πλευρά της, η Σύλβια Λιούλιου πιστεύει ότι στις σκοτεινές εκδοχές υπάρχει το μεγαλύτερο φως. «Αν βυθιστείς σε κάτι φαινομενικά απαισιόδοξο μπορεί να σου αποκαλύψει φως και αίσθηση ελευθερίας» υποστηρίζει η σκηνοθέτης. Όσο για το έργο και τον Μπέκετ «δεν είναι απλώς ένα έργο, ή απλώς ένας συγγραφέας. Είναι μέγιστος ποιητής. Το θέατρο δεν μπορεί να είναι ίδιο μετά τον Μπέκετ και τίποτα δεν μπορεί να είναι ίδιο πριν τον Μπέκετ.»</p>
<p>Στην παράσταση, τον Γουίλι ερμηνεύει ο Νίκος Φλέσσας, συνυπεύθυνος με τη Σύλβια Λιούλιου για την δραματουργία. «Δεν μπορεί να υπάρχει Γουίνι χωρίς τον Γουίλι. Είναι ο άνδρας της, είναι ο θεατής. Ο Γουίλι είναι ο άνθρωπος που έχει φύγει από τη ζωή και στον οποίο μιλάμε μέσα σε όλα. Ένα γράμμα, εξάλλου, τους χωρίζει αυτούς τους δύο», σημειώνει.</p>
<p>Την μετάφραση του έργου υπογράφει ο Διονύσης Καψάλης, τα σκηνικά και τα κοστούμια ο Άγγελος Μέντης.</p>
<p> </p>
<p>Bios</p>
<p>Πειραιώς 84, Γκάζι</p>
<p>Τηλ: 210 34 25 335</p>
<p> </p>
<p>Πηγή: ΑΠΕ, ΜΠΕ </p>

Σχετικά άρθρα