Φόβοι και οι ανασφάλειες: Πώς μας κάνουν… συναισθηματικούς ζητιάνους

Η ανάγκη για συντροφικότητα είναι από τις βασικότερες ανθρώπινες ανάγκες. Είμαστε κοινωνικά ζώα και επιζητούμε να σχετιζόμαστε με άλλους ανθρώπους ώστε να νιώθουμε ασφαλείς και πλήρεις. Όταν, όμως, μερικοί από εμάς νιώθουμε τόσο επιτακτικά την επιθυμία να είμαστε διαρκώς σε μια σχέση, τότε είναι αρκετά πιθανό η ποιότητα των σχέσεων τις οποίες θα κάνουμε να αντανακλά την εσωτερική μας ένταση, η οποία μας προκαλεί την επιθυμία αυτή.

«Οι ζητιάνοι δεν μπορούν να είναι επιλεκτικοί» λέει μια αγγλική παροιμία («Beggars can’t be choosers») και θα μπορούσαν να παρομοιαστούν με συναισθηματικούς ζητιάνους οι άνθρωποι που δυσκολεύονται τόσο να είναι μόνοι τους. Ένα εσωτερικό έλλειμμα υπάρχει μέσα τους, ένα εσωτερικό κενό, το οποίο δεν μπορούν να γεμίζουν μόνοι τους. Υπάρχει μια ισχυρή πεποίθηση τους η οποία τους οδηγεί να ψάχνουν εξωτερική βοήθεια για την κάλυψη του κενού αυτού. Η πεποίθηση αυτή ίσως να μπορεί να εκφραστεί ως «δεν αξίζω σαν άνθρωπος» και έτσι χρειάζονται διαρκώς κάποιον άλλον, έξω από αυτούς, να τους επιβεβαιώνει πως αυτό δεν ισχύει. Κάποιον, η παρουσία του οποίου να καθησυχάζει τους φόβους τους πως δεν αξίζουν, αφού αν κάποιος τους επιλέγει για να είναι μαζί του, τότε θα πρέπει γι’ αυτόν τουλάχιστον να αξίζουν.

Η πεποίθηση αυτή μπορεί να οδηγήσει σε πολλές διαφορετικές συμπεριφορές από άποψη σχέσεων. Κάποιοι βρίσκουν έναν τέτοιο άνθρωπο και “γαντζώνονται” επάνω του και δεν τον αλλάζουν εφ’ όρου ζωής. Παντρεύονται τον παιδικό τους έρωτα ή τον πρώτο έρωτα που θα βρουν, καθώς η συναισθηματική ασφάλεια που τους παρέχεται από το να έχουν έναν άνθρωπο δίπλα τους συνέχεια τους είναι ανεκτίμητη. Αυτό δεν σημαίνει ότι όλοι όσοι μένουν με τον πρώτο άνθρωπο που γνώρισαν στη ζωή τους έχουν απαραίτητα την πεποίθηση αυτή, αλλά είναι ένα αρκετά πιθανό σενάριο. Στην κοινωνία του σήμερα υπάρχουν πολλές επιλογές τριγύρω, κατά συνέπεια κάτι πολύ ισχυρό πρέπει να σε κρατάει από το να μην έχεις την ανάγκη να δοκιμάσεις και μια άλλη επιλογή πέρα από την αρχική σου.

Μια παράλληλη σχέση, μια εκτός σχέσης περιπέτεια, ίσως να είναι το αποτέλεσμα της επιθυμίας να δουν και μια άλλη επιλογή πέρα από τον σύντροφο τους, όμως πάντα υπό την ασφάλεια του πλαισίου της μόνιμης σχέσης.

Δηλαδή, όσο εκ του ασφαλούς βρίσκεται μέσα σε μια σχέση υπάρχει η περίπτωση σε κάποιον να δημιουργηθεί η επιθυμία να δοκιμάσει και κάτι διαφορετικό. Μπορεί να αφεθεί να ερωτευθεί εκ νέου κάποιον τρίτο, όμως απαραίτητη προϋπόθεση γι’ αυτό είναι να υπάρχει ο σύντροφος, να υπάρχει το σίγουρο πλαίσιο της μόνιμης σχέσης, ώστε να καλύπτεται το πρωταρχικό βαθυθέλω για συναισθηματική ασφάλεια. Γι’ αυτόν τον λόγο συχνά, όσοι έχουν εξωσυζυγικές σχέσεις, ακόμα και πολύ έντονες, δυσκολεύονται να αφήσουν τον μόνιμο σύντροφο τους καθώς η ανάγκη για την ασφάλεια αυτή είναι πιο ισχυρή από οτιδήποτε άλλο. Δεν είναι κάτι το οποίο είναι απαραίτητα συνειδητό, όμως η κολόνα της μόνιμης σχέσης τους, τους στηρίζει συναισθηματικά σαν άτομα, όσο και αν νομίζουν ότι τους έχει κουράσει ή ότι δεν βρίσκουν ικανοποίηση μέσα σε αυτή.

Με τον τρόπο που μεγαλώνουμε, ιδιαίτερα στις δυτικές κοινωνίες, όπου ο ανταγωνισμός είναι υψηλός και οι απαιτήσεις από τα παιδιά υψηλές, οι περισσότεροι, αν όχι όλοι μας, θα έχουμε σε ένα βαθμό μέσα μας μια βαθύτερη πεποίθηση ότι δεν είμαστε αρκετά καλοί. Αυτό θα συμβαίνει διότι οι γονείς μας, στις ευαίσθητες ηλικίες, άλλοι σε μικρότερο και άλλοι σε μεγαλύτερο βαθμό, μας πίεζαν να τα πάμε καλά και να μαθαίνουμε όλο και περισσότερα, να τα καταφέρνουμε. Το να ξέρουμε όλο και περισσότερα και το να είμαστε όλο και καλύτεροι, είναι το μότο της σημερινής κοινωνίας, το οποίο έχει σαν αποτέλεσμα ανταγωνιστικούς και ικανούς εργαζομένους. Ταυτόχρονα όμως, έχει σαν παρενέργεια ανθρώπους που δεν ικανοποιούνται εύκολα, ανθρώπους οι οποίοι δεν μπορούν να είναι εύκολα ευχαριστημένοι. Δεν μπορούν να είναι εύκολα ευχαριστημένοι διότι οι ίδιοι δεν είναι ευχαριστημένοι με τον ίδιο τους τον εαυτό, καθώς έχουν μάθει να θέλουν το περισσότερο και να μην εκτιμούν αυτό που έχουν. Συναισθηματικά, έχουν μάθει να μην εκτιμούν αυτό που είναι και έτσι χρειάζονται κάποιον άλλο να τους εκτιμήσει για να νιώθουν ότι ισορροπούν.

Μία ακόμα παρενέργεια των ρυθμών και των αξιών της σημερινής κοινωνίας είναι το ότι τείνουμε να γεμίζουμε το πρόγραμμά μας με δραστηριότητες και υποχρεώσεις. Τις αξίες της κοινωνίας μας τις διαμορφώνουν άνθρωποι οι οποίοι, ως επί το πλείστον, όπως περιέγραψα, δυσκολεύονται να μείνουν μόνοι και πάντα θέλουν και κάποιον άλλον γύρω τους να τους λέει ότι αξίζουν. Είναι φυσική συνέπεια, λοιπόν, η πολυπραγμοσύνη να έχει υψηλότατη θέση ανάμεσα στις αρετές που εκτιμώνται σε έναν άνθρωπο. Όσο πιο πολλά κάνει κάποιος, τόσο πιο πολλά μπράβο θα εισπράξει και όσο λιγότερα κάνει τόσο πιο μεγάλη θα είναι η εσωτερική πίεση να κάνει περισσότερα. Στους γρήγορους ρυθμούς των πόλεων ιδιαίτερα, οι άνθρωποι προγραμματίζουμε διαρκώς δραστηριότητες ώστε να μην υπάρχει ελεύθερος χρόνος, ή αλλιώς “χαμένος” χρόνος. Οι δραστηριότητες αυτές μπορεί και να μας αρέσουν σε πρώτο επίπεδο, οπότε δεν νιώθουμε ότι τις κάνουμε καταναγκαστικά, αλλά έχουμε την αίσθηση ότι τις απολαμβάνουμε. Αυτό το οποίο κάνουμε καταναγκαστικά όμως (ασυναίσθητα πάντα), είναι το να ψάχνουμε να βρούμε τέτοιες δραστηριότητες για να ασχοληθούμε. Γινόμαστε σκλάβοι του προγράμματός μας, το οποίο αρνούμαστε πεισματικά να ελαφρύνουμε και φτάνουμε συχνά να αναρωτιόμαστε: «Μα πώς έγινε πάλι και έχω πήξει έτσι;»

Η απάντηση είναι ότι βαθυθέλουμε να πήζουμε, ότι θα κάναμε τα πάντα, οι πιο πολλοί από εμάς, ώστε να μην έχουμε χρόνο απρογραμμάτιστο να κάτσουμε με τον εαυτό μας, να κάτσουμε με τις σκέψεις μας. Σε μια σειρά πειραμάτων που έγινε, οι συμμετέχοντες (25% οι γυναίκες και 66% οι άνδρες) προτίμησαν να κάνουν ένα επίπονο ηλεκτροσόκ στον εαυτό τους παρά να κάτσουν ήσυχοι με τις σκέψεις τους για 15 λεπτά.

Σε μια προσπάθεια να βρουν χρόνο για τους ίδιους, αρκετοί ασχολούνται με τον διαλογισμό, τη γιόγκα και άλλες ανατολικού τύπου πρακτικές. Ακόμα και εκεί όμως κάποιοι από αυτούς τις προσεγγίζουν συχνά με τη δυτικού τύπου μεθοδικότητα και προγραμματισμό. Με τη δυτικού τύπου αίσθηση επίτευξης και διεκπεραίωσης. Είναι άλλη μια “δραστηριότητα” μέσα στο πολυάσχολο πρόγραμμά τους, κάτι που τους δίνει πιθανώς μια αίσθηση πως κάπως ξεφεύγουν από τη ροή της καθημερινότητας για να συγκεντρωθούν στον εαυτό τους. Δεν είναι τυχαίο το ότι η πρακτική της γιόγκα, όπως έχει επικρατήσει στη δύση, επικεντρώνεται κατά βάση στο κομμάτι της φυσικής άσκησης, στο πώς θα κάνουμε την πιο δύσκολη ανάσα, ενώ η αρχική ανατολική προσέγγιση στηρίζεται κατά βάση στον διαλογισμό και στην πνευματική άσκηση.

Συμπερασματικά, σε όλους μας αρέσει να μας αποδέχονται, σε όλους μας αρέσει να αρέσουμε. Κάποιοι από εμάς όμως το έχουμε ανάγκη σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι οι υπόλοιποι, διότι ο εξωτερικός θαυμασμός και η εκτίμηση έρχεται να καλύψει το κενό που δημιουργεί η έλλειψη εσωτερικής εκτίμησης.

Απόσπασμα από το βιβλίο “Ψυχο-λογικές σχέσεις” του Δημήτρη Φλαμούρη. Ευχαριστούμε τις εκδόσεις Πηγή για την ευγενική παραχώρηση του υλικού.

Σχετικά άρθρα