Η απομόχλευση στις τράπεζες

Άρθρο του Αλέξανδρου Μωραϊτάκη*

Επίσημα στις 27/6/2013 δημοσιεύθηκε το νομοθετικό πακέτο της Ευρωπαϊκής Ένωσης – ένας κανονισμός 520 άρθρων και 334 σελίδων και μια οδηγία 164 άρθρων και 100 σελίδων – με το οποίο επιβάλλονται νέοι αυστηρότεροι κανόνες κεφαλαιακής επάρκειας των πιστωτικών ιδρυμάτων και των εταιριών παροχής επενδυτικών υπηρεσιών. Παράλληλα στις 2/7/2013, η FED (Κεντρική Τράπεζα των Ηνωμένων Πολιτειών) ενέκρινε και αυτή νέους αυστηρότερους κανόνες για την κεφαλαιακή επάρκεια των συστημικών τραπεζών των ΗΠΑ.

Με τα κείμενα αυτά, υιοθετούνται σχεδόν ταυτόχρονα και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού οι κανόνες της τρίτης κατά σειρά Συμφωνίας της Βασιλείας που προέκυψε ως αποτέλεσμα της Πιστωτικής Κρίσης του 2008 προκειμένου να αποτραπεί το ενδεχόμενο επανάληψης της κρίσης και μιας επαπειλούμενης κατάρρευσης του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Ουσιαστικά πλέον διπλασιάζεται το ελάχιστο ποσοστό κεφαλαίου που πρέπει οι τράπεζες και οι άλλοι χρηματοοικονομικοί οργανισμοί να κατέχουν προκειμένου να ασκούν αδιάλειπτα τις δραστηριότητές τους και να τροφοδοτούν με ρευστότητα το σύστημα της οικονομίας, δηλαδή με απλά λόγια να μπορούν να δανείζουν χρήματα στους πελάτες τους, επιχειρήσεις και ιδιώτες. Ο συντελεστής μόχλευσης που ιστορικά κατά μ.ό. καθοριζόταν στο 12% (δηλαδή σε 1 ευρώ κεφάλαιο που διαθέτει η τράπεζα στο ταμείο της αντιστοιχούν 12 ευρώ χρέους) με βάση τους νέους κανόνες θα αποτελεί ένα κρίσιμο εργαλείο τόσο για τον έλεγχο που θα διενεργεί το ίδιο το πιστωτικό ίδρυμα στην κεφαλαιακή του επάρκεια όσο και για τον έλεγχο που θα θα διενεργούν οι εποπτικές αρχές.

Επίσης από εδώ και στο εξής θα πρέπει όλοι αυτοί οι οργανισμοί να δημιουργήσουν ένα “αποθεματικό”, συγκεντρώνοντας κεφάλαια στην περίοδο άνθησης , το οποίο θα χρησιμοποιούν κατά την περίοδο κρίσης.

Αλλάζουν επίσης ο υπολογισμός και οι σταθμίσεις των επιμέρους δεικτών κεφαλαιακής επάρκειας και της σύστασης των κεφαλαίων tier 1 και tier 2επί το αυστηρότερον, καθώς διαπιστώθηκε με το ξέσπασμα της κρίσης, ότι ενώ στον ισολογισμό των τραπεζών η κεφαλαιακή βάση εμφανιζόταν υγιής, στην πραγματικότητα δεν μπορούσαν τα στοιχεία αυτά να ρευστοποιηθούν.

Με αυτόν τον τρόπο τα πιστωτικά ιδρύματα προβλέπεται ότι θα φτιάξουν έναν “αερόσακο” ασφαλείας, αρκετά ισχυρό για να αντέξουν μια νέα κρίση και να συνεχίσουν να λειτουργούν υπό δυσχερείς συνθήκες, χωρίς να αντλούν διαρκώς χρήματα των φορολογούμενων για την τυχόν διάσωσή τους.

Σε επόμενο άρθρο θα σχολιάσουμε τη συμβολή αυτού του πλαισίου στη θωράκιση του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος καθώς και τις παρενέργειες του στην παροχή ρευστότητας στην οικονομία και τον περιορισμό στην ανάπτυξη της πραγματικής οικονομίας.

*Αλέξανδρος Μωραϊτάκης

Πρόεδρος Nuntius ΑΧΕΠΕΥ

Μέλος Δ.Σ. ΣΜΕΧΑ και πρώην Πρόεδρος ΣΜΕΧΑ

Σχετικά άρθρα