Έχει σημασία η προϋπηρεσία του ψυχοθεραπευτή;

Πώς επιλέγεις ψυχοθεραπευτή; Όταν κάποιος βρεθεί αντιμέτωπος με το ερώτημα αυτό, ενδεχομένως να σπεύσει να ελέγξει πόσα χρόνια εμπειρίας έχει ο ειδικός. Το ίδιο δεν κάνουμε, άλλωστε, και με πολλά άλλα επαγγέλματα, θεωρώντας ότι η ικανότητα και η αποτελεσματικότητα αυξάνεται με την εμπειρία των χρόνων; Κι όμως, αυτό που φαίνεται να επιβεβαιώνεται για άλλες κατηγορίες ειδικών, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι συμβαίνει στην περίπτωσή μας, δηλαδή στους ψυχοθεραπευτές.

Το ερώτημα εάν οι ψυχοθεραπευτές βελτιώνονται με την εμπειρία που αποκτούν, απασχολεί για χρόνια την επιστημονική κοινότητα. Το 2015, μια ομάδα ερευνητών αποπειράθηκε να φωτίσει περισσότερο το εν λόγω θέμα, δημοσιεύοντας μια μεγάλη έρευνα με τον άκρως διαφωτιστικό τίτλο: «Βελτιώνονται οι ψυχοθεραπευτές με τον χρόνο και την εμπειρία;»

Πριν αποκαλύψουμε το τελικό εύρημα, ας σημειώσουμε ότι για τις ανάγκες της έρευνας, αξιοποιήθηκαν τα αποτελέσματα 6.591 ατόμων που έκαναν ψυχοθεραπεία σε 170 θεραπευτές, τα αποτελέσματα των οποίων ανιχνεύονταν σε μια περίοδο κατά μέσο όρο 5 ετών! Δεδομένα προέκυψαν από κέντρο συμβουλευτικής σε ένα μεγάλο πανεπιστήμιο των ΗΠΑ. Θεραπευόμενοι συμπλήρωναν ειδικό ερωτηματολόγιο (Outcome Questionnaire – 45 – Lambert et al., 2004) πριν από κάθε συνεδρία. Οι θεραπευτές είχαν πρόσβαση σε αυτά τα δεδομένα για την πρόοδο των ατόμων όπως αυτή καταγράφηκε από τα ερωτηματολόγια.

Η απάντηση που εν τέλει δόθηκε στο ερώτημα εάν «οι ψυχοθεραπευτές γίνονται πιο αποτελεσματικοί με τον χρόνο και την εμπειρία που αποκτούν» ήταν ένα μεγάλο «Όχι»!

Για την ακρίβεια, τα αποτελέσματα της έρευνας ήταν ακόμη πιο εντυπωσιακά, αφού βρέθηκε ότι μια μικρή, αλλά στατιστικά σημαντική μερίδα ψυχοθεραπευτών εμφανίστηκε να έχει μειωμένη αποτελεσματικότητα με το πέρας του χρόνου και την απόκτηση εμπειρίας! Με άλλα λόγια, η αποτελεσματικότητα ορισμένων θεραπευτών μειώθηκε όσο η εμπειρία τους αυξανόταν. Αυτή η μείωση επιβεβαιώθηκε ακόμη και όταν ελέχθησαν σειρά παραγόντων όπως η σοβαρότητα του προβλήματος, η διάρκεια της θεραπείας, το αρχικό επίπεδο εμπειρίας του θεραπευτή, ο όγκος δουλειάς του, ποσοστά πρόωρης διακοπής της θεραπείας και απομονώνοντας εξωγενείς παράγοντες.

Τα αποτελέσματα της έρευνας είναι αξιοσημείωτα για διάφορους λόγους, αλλά πρωτίστως επειδή έρχονται σε αντίθεση με τα ευρήματα άλλων ερευνών, σε εξίσου μεγάλη κλίμακα, έρευνες οι οποίες έδειξαν ότι οι θεραπευτές αξιολογούν τον εαυτό τους ως συνεχώς εξελισσόμενο τόσο σε επίπεδο γνώσης, όσο και ικανοτήτων, όσο προχωρά η καριέρα τους. Αξιοσημείωτο ότι στην έρευνα που εξετάζουμε δεν διαπιστώθηκε μια απότομη μείωση αποτελεσματικότητας. Αντίθετα η πτώση εμφανίστηκε ως μια αργή, αλλά ξεκάθαρη πορεία χρόνο με τον χρόνο.

Πώς προκύπτει λοιπόν αυτή η αντίθεση μεταξύ της αυτο-αξιολόγησης των θεραπευτών και του αποτελέσματος της δουλειάς τους; Όπως φαίνεται, τα όρια μεταξύ της «πίστης στην πρόοδο» και της «άρνησης της πραγματικότητας» είναι μάλλον δυσδιάκριτα.

Όπως επισημαίνει σε ανάρτηση στην προσωπική του σελίδα ο Scott Miller, ένας εκ των ερευνητών της μελέτης, η ελπίδα είναι σημαντικός παράγοντας για το αποτέλεσμα, που επηρεάζει ακόμη και κατά 30% τη διακύμανση στα αποτελέσματα. Την ίδια στιγμή καθίσταται τοξική η γνώση των αποτελεσμάτων όταν αυτά διαστρέφονται με τρόπο που εμποδίζει τον θεραπευτή να αγνοεί ευκαιρίες εξέλιξης και βελτίωσής του. Ο Miller υπενθυμίζει έρευνες που έδειξαν ότι οι κορυφαίοι θεραπευτές εμφανίζουν σε μεγαλύτερο βαθμό αυτό που οι ειδικοί ονομάζουν «επαγγελματική αυτο-αμφισβήτηση». Δηλαδή είναι λιγότερο πιθανόν να δουν πρόοδο εκεί που απουσιάζει και πιο πιθανό να αξιολογήσουν τα αποτελέσματα της θεραπευτικής διαδικασίας. Επιπλέον, σε αντίθεση με συναδέλφους τους, οι πιο αποτελεσματικοί στη δουλειά τους θεραπευτές, στην πραγματικότητα βελτιώνονται με το πέρας του χρόνου και την εμπειρία.

 

Η έρευνα των Goldberg, Rousemanier, Miller, Whipple, Nielsen, Hoyt και Wampold δημοσιεύτηκε στο Journal of Counseling Psychology, 2016, Vol. 63, No. 1, 1–11 και μπορείτε να τη βρείτε εδώ.

Σχετικά άρθρα