Με τον σύντροφό μου είμαστε πλέον σαν αδέλφια. Πώς θα ανάψει πάλι η σπίθα;

Το σεξ είναι το βασικό χαρακτηριστικό που διέπει μία ερωτική σχέση. Συχνά ακούμε ζευγάρια να λένε ότι: «Με το σύντροφό μου είμαστε πλέον σαν αδέλφια», «Δε νιώθω πια την επιθυμία να κάνω έρωτα μαζί του», «Τι αγγίζω το δικό μου σώμα, τι το δικό του, είναι το ίδιο».

Τι συμβαίνει λοιπόν, στην περίπτωση που δύο σύντροφοι – είτε είναι νέοι είτε μεγαλύτεροι – έχουν φτάσει στο σημείο που η ερωτική επιθυμία έχει σβήσει;

Γράφει η ψυχολόγος Ανδριάννα Γεροντή

www.kethesy.gr

Η ειδοποιός διαφορά στις ενήλικες σχέσεις είναι η ερωτική συνεύρεση, στοιχείο που τους προσδίδει μοναδικότητα, που ενισχύει την εγγύτητα, την εμπιστοσύνη και το συναισθηματικό δεσμό του ζεύγους. Πολλά ζευγάρια δεν έχουν σεξουαλικές επαφές στο πλαίσιο της σχέσης. Το σώμα δεν ψεύδεται. Όταν κανείς δεν αισθάνεται καλά, δε λειτουργεί στο σεξ. Οι λόγοι που μπορεί να συμβάλλουν στη δημιουργία προβλημάτων στην ερωτική ζωή του ζευγαριού είναι πολλοί.

Ποιες αιτίες μπορούν να καταστρέψουν την ερωτική ζωή του ζευγαριού;

  • Κατ’ αρχάς, η ύπαρξη ασθένειας είναι ένας παράγοντας που επηρεάζει τη σεξουαλική συμπεριφορά, π.χ. προστάτης.
  • Η ύπαρξη ψυχικής διαταραχής, π.χ. κατάθλιψη, μπορεί επίσης να συμβάλλει στη μειωμένη ερωτική διάθεση.
  • Οι δυσκολίες της καθημερινότητας, π.χ. οι οικονομικές δυσχέρειες και το στρες που αυτές επιφέρουν.
  • Η ασθένεια ή ο θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου μπορεί να επηρεάσουν σημαντικά την επιθυμία ενός ατόμου για σεξ.

Γενικότερα, οποιαδήποτε εμπειρία που μπορεί να πλήξει την αυτοεκτίμηση του ατόμου, όπως η απώλεια εργασίας, επηρεάζει τη σεξουαλική του διάθεση.

Η αυτοεκτίμηση αποτελεί το πιο βασικό «συστατικό» του σεξ

Πρέπει κανείς να αγαπά και να θέλει να φροντίσει τον εαυτό του, για να του προσφέρει την απόλαυση του σεξ.

Παράλληλα, η καλή εικόνα του εαυτού μας, μας επιτρέπει να «ανοιχτούμε» και να αισθανθούμε άνετα με το σώμα μας στο πλαίσιο μιας αποκαλυπτικής στιγμής, όπως το σεξ. Άτομα που βιώνουν ανασφάλεια, συχνά μένουν σε μία σχέση που το σεξ εκλείπει. Για παράδειγμα, μία γυναίκα που θεωρεί ότι είναι μη εμφανίσιμη, ερωτικά ψυχρή και αρκείται σε μία σχέση που οι ερωτικές της επιθυμίες δεν καλύπτονται, θεωρώντας ότι δε θα βρει καλύτερη εναλλακτική.

zeugari-tsakomeno-sto-krevati

Όταν ο ερωτικός σύντροφός γίνεται γονέας

Η συμβίωση, ο γάμος,  η απόκτηση παιδιών, αποτελούν τεράστιες αλλαγές στην καθημερινότητα του ζευγαριού, με τους ρόλους  αμφότερων να αλλάζουν. Τόσο η εικόνα που έχει ο ένας για τον άλλον, όσο και ο καθένας για τον εαυτό του μεταβάλλεται. Δεν είναι σπάνιο ο ένας εκ των δύο ή αμφότεροι να αντιλαμβάνονται τους εαυτούς τους αποκλειστικά ως γονείς και όχι ως ερωτικούς συντρόφους. Το ερωτικό ενδιαφέρον, η ενέργεια για να φροντίσουν τον εαυτό τους και η ανάγκη να αρέσουν στο σύντροφό τους χάνονται. Είναι, επίσης, πολύ πιθανό να βλέπουν στο σύντροφό τους συμπεριφορές από την πατρική τους οικογένεια που πάντα τους ενοχλούσαν. Ο συσσωρευμένος θυμός για όλα όσα κάνει ο σύντροφος, ενοχλούν ή πληγώνουν τον άλλο και αυτό οδηγεί στη χρήση της μη διαθεσιμότητας για σεξ ως άτυπης «τιμωρίας».

Συχνά επίσης, ο χρόνος που το ζευγάρι μοιράζεται, περιορίζεται σημαντικά, εξαιτίας των επαγγελματικών υποχρεώσεων ή των παιδιών. Πολλές φορές, τα παιδιά κοιμούνται μαζί με τους γονείς στο ίδιο κρεβάτι, με αποτέλεσμα ο προσωπικός χρόνος του ζεύγους να εκμηδενίζεται. Ακόμη και η αίσθηση ότι «το παιδί θα μας ακούσει», φρενάρει τη σεξουαλική επιθυμία που θα επιφέρει την «παραβίαση» του γονεϊκού ρόλου. Το σεξ φαίνεται να μην είναι πλέον απαραίτητο, ενώ ακόμη και όταν υπάρξει η επιθυμία, εμποδίζεται από τις συνθήκες. Επιπλέον, οι εξαντλητικοί ρυθμοί της καθημερινότητας και η κούραση υπονομεύουν την ερωτική επιθυμία. Το ζευγάρι μετά από μία εξουθενωτική μέρα μπορεί το μόνο που θα θέλει να είναι να ξαπλώσει για να κοιμηθεί και να ξεκουραστεί.

zeugari-koimatai-mazi-me-to-paidi

Η ερωτική επιθυμία δε διαρκεί για πάντα

Ας μην ξεχνάμε, ότι η ερωτική επιθυμία δε διαρκεί για πάντα. Τον πρώτο καιρό μιας σχέσης, το άγνωστο, το «ανεξερεύνητο» διεγείρουν τη φαντασία και συνεπώς την επιθυμία, κάτι που δεν ισχύει με την πάροδο του χρόνου.

Πολλές φορές στις μακροχρόνιες σχέσεις, δημιουργείται ένα αίσθημα «πλήξης», με το ερωτικό ενδιαφέρον να παραμένει ζωντανό σε ατομικό επίπεδο, αλλά να αποτυγχάνει να εκφραστεί με το συγκεκριμένο σύντροφο. Με το πέρασμα των χρόνων, η σχέση μπορεί πλέον να θεωρείται «δεδομένη» και οι σύντροφοι πιστεύουν ότι δε χρειάζεται να προσπαθήσουν για αυτή. Η προσπάθεια εκ μέρους των συντρόφων αντικαθίσταται από την προσδοκία ότι ο σύντροφός μας θα καλύψει τις ανάγκες μας που πολλές φορές δυστυχώς, ούτε εμείς δεν ξέρουμε ποιες είναι.

Η μακροχρόνια σχέση ενέχει την πιθανότητα να προκύψουν σοβαρά θέματα όπως διαφορετική οπτική από τους συντρόφους σχετικά με τη μονοτονία, την επαναληψιμότητα, τη διάρκεια, την έλλειψη φαντασίας, την απαίτηση του ενός για ερωτικές φαντασιώσεις ή παιχνίδια με τα οποία ο άλλος δε συμφωνεί. Πιθανώς οι σύντροφοι να διαφέρουν ως προς την ερωτική επιθυμία με τον ένα να ζητά συχνότερα από τον άλλον την ερωτική επαφή. Δεν είναι σπάνιο ο ένας σύντροφος να θεωρεί ότι «ποτέ δεν κάνουν σεξ», ενώ ο άλλος ότι «κάνουν συνέχεια σεξ», κάτι που σε βάθος χρόνου μπορεί να οδηγήσει σε παρεξήγησες (π.χ. «Γιατί δε με θέλει τόσο πολύ;»), σε απογοήτευση και σε αποφυγή. Τα αισθήματα αυτά απομακρύνουν συναισθηματικά το ζευγάρι και οδηγούν σε υποτονική ερωτική διάθεση.

Σχέσεις που συντηρούνται για χάρη των παιδιών

Μία άλλη περίπτωση μπορεί να είναι ένα ζευγάρι που προβάλλει ως δικαιολογία το μένουμε μαζί «για χάρη των παιδιών».

Έτσι δημιουργούν μια σιωπηρή συμφωνία, ακολουθώντας τακτικές όπως να κοιμούνται σε ξεχωριστά κρεβάτια, θεωρώντας ότι ο χωρισμός και η ξεχωριστή επικοινωνία των παιδιών με καθένα εκ των δύο γονέων, είναι πολύ χειρότερο σενάριο. Ως αποτέλεσμα, επικαλύπτουν το πρόβλημα και αναβάλλουν επ’ αόριστο την επίλυσή του.

Αντίστοιχα, ζευγάρια που ζουν συμβατικά και καταναγκαστικά για την κοινωνία και το «φαίνεσθαι». Άτομα που φοβούνται τη μοναξιά ή που δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να κάνουν μία νέα αρχή, μπορούν να μείνουν σε σχέσεις που η ερωτική ζωή δεν υπάρχει πλέον.

Κάτι σύνηθες για ένα ζευγάρι είναι ο καθένας να βρίσκεται με άλλους ανθρώπους τις περισσότερες ώρες της ημέρας και να κάνει πράγματα που αφορούν τον εαυτό του. Τα  παιδιά συχνά λειτουργούν ως το κύριο συνδετικό στοιχείο του ζεύγους. Όταν μεγαλώσουν και φύγουν από το σπίτι, οι σύντροφοι μένουν μόνοι τους και καλούνται να επαναπροσδιορίσουν τη σχέση τους. Η ψυχική απομάκρυνση και η έλλειψη επικοινωνίας που έχουν επέλθει όλα αυτά τα χρόνια συμβάλλουν στη σεξουαλική αποχή.

Ο δρόμος των εξωσυζυγικών σχέσεων

Συμπερασματικά, όσοι δε μπορούν να χωρίσουν, είτε νέοι είτε μεγαλύτεροι, μένουν μαζί χωρίς σεξ. Πολλά ζευγάρια εκτονώνονται με εξωσυζυγικές σχέσεις αλλά δε χωρίζουν, αφού μέσω της δέσμευσης διατηρούν πράγματα που τα θεωρούν πολύ σημαντικά. Ειδικά για τους Έλληνες, αυτό που ονομάζουμε «οικογένεια» έχει ιδιαίτερη σημασία. Έτσι, πολλά ζευγάρια συνεχίζουν να είναι κάτω από την ίδια στέγη, ασχέτως κόστους. Τούτο δε σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και ζευγάρια με ισχυρό σεξουαλικό δεσμό ή άλλα ζευγάρια με ισχυρή συντροφικότητα που καλύπτει τις ανάγκες και τις ελλείψεις. Πιθανώς, ένα ζευγάρι να παραμείνει μαζί παρά την ύπαρξη δυσκολιών στην ερωτική του ζωή, επειδή θεωρεί ότι η κατάσταση θα βελτιωθεί, στοιχείο που υποδηλώνει την ύπαρξη θετικών συναισθημάτων («Τον αγαπάω και δε θέλω να τον αφήσω») και ενισχύει το κίνητρό τους για αμοιβαία προσπάθεια.

zeugari-tsakomeno-sto-krevati-2

Η έλλειψη ερωτικής ζωής ως πηγή ανασφάλειας

Η έλλειψη ερωτικής επαφής δημιουργεί ισχυρότατο πλήγμα στη σχέση. Αναδύει ερωτήματα και ανασφάλεια στους συντρόφους: «Μήπως δε με θεωρεί αρκετά ελκυστικό/ή;», «Δεν του αρέσει πια το σώμα μου;», «Του αρέσει κάποια άλλη;», «Με βαρέθηκε;». Η έλλειψη ερωτικής ζωής προκαλεί αισθήματα θυμού σε αμφότερους τους συντρόφους. H γκρίνια που συχνά ακολουθεί: «Δε σου αρέσω»;, «Μήπως υπάρχει άλλη»;, μπορεί να επιφέρει χειρότερα αποτελέσματα στην ήδη κλονισμένη ερωτική ζωή του ζευγαριού. Ο σύντροφος που χρεώνεται τη μειωμένη σεξουαλική διάθεση, δέχεται τα πυρά ότι παραμελεί το σύντροφό του, γεγονός που ενισχύει την αυτό-ενοχοποίησή του. Πρέπει να δείξει την επιθυμία του και να εκπληρώσει τα «συζυγικά του καθήκοντα» σε μία συνθήκη που ο αυθορμητισμός έχει χαθεί παντελώς. Ο άλλος σύντροφος, ο «παραμελημένος», βιώνει την απόρριψη, την ανασφάλεια και το φόβο ότι πλέον δε γεννά το σεξουαλικό ενδιαφέρον στο σύντροφό του και αισθάνεται ότι ο σύντροφός του, δε μπορεί να καλύψει τις επιθυμίες του. Όταν ο ένας σύντροφος αρνείται τη σεξουαλική επαφή, ο άλλος νοιώθει προσβεβλημένος,  διότι το εκλαμβάνει ως ένδειξη μείωσης της αφοσίωσης και της αγάπης του. Η ένταση και οι τσακωμοί που συνοδεύουν αυτή την κατάσταση επηρεάζουν αρνητικά την επικοινωνία και γενικότερα τη σχέση του ζευγαριού.

Η απώλεια της ερωτικής επιθυμίας είναι ένας «κώδωνας κινδύνου» για τη σχέση. Ένα καμπανάκι ότι κάτι έχει αλλάξει και αν δεν καταβληθεί προσπάθεια εκ μέρους και των δύο πλευρών, ο δεσμός θα οδηγηθεί στη λήξη του ή αν μη τι άλλο, στο συμβιβασμό.

Στην τελευταία περίπτωση, η καταπίεση των αναγκών του ενός εκ των δύο, θα βγαίνει στην επιφάνεια σε κάθε διένεξη, με εκφράσεις όπως: «Εγώ φταίω που μένω μαζί σου, που δεν πάω με τον πρώτο που θα βρω, να μου δώσει αυτό που εσύ δε μπορείς». Ως αποτέλεσμα, χάνεται το σεξουαλικό ενδιαφέρον και το πάθος στη σχέση, μειώνεται η ερωτική επιθυμία, οι ερωτικές συνευρέσεις αραιώνουν και οι σεξουαλικές φαντασιώσεις χάνονται. Πιθανώς να παρατηρηθούν διαταραχές στον οργασμό για τις γυναίκες και στυτικές διαταραχές στους άνδρες.

Συνεπώς, ένα ζευγάρι που βιώνει αυτή την κατάσταση, καλείται να λάβει σημαντικές αποφάσεις: είτε να τερματίσει τη σχέση, αν πλέον οι δύο σύντροφοι δεν επιθυμούν να προσπαθήσουν για την ανατροπή της, είτε να την αλλάξει.

Για να επιτευχθεί η αλλαγή, αρχικά πρέπει να αναγνωριστεί το πρόβλημα

Έτσι ενισχύεται η εμπιστοσύνη μεταξύ τους και κερδίζουν χρόνο, εφόσον δεν αφήνουν την κατάσταση να διαιωνιστεί. Αν συμβεί κάτι τέτοιο, δε θα διαθέτουν αργότερα την υπομονή και την επιμονή να την αντιμετωπίσουν. Πολλές φορές, «κλείνουμε» τα μάτια σε μία δυσκολία, χωρίς να σημαίνει ότι αυτή δεν υπάρχει. Μεταθέτουμε την προσοχή αλλού, π.χ. στην εργασία, στις σπουδές, επειδή ουσιαστικά φοβόμαστε τι μπορεί να υπάρχει «από κάτω» και πως μπορούμε να το διαχειριστούμε.

Αφού λοιπόν, αναγνωρίσουν την ύπαρξη του προβλήματος, οι σύντροφοι ενδείκνυνται να μιλήσουν για αυτό. Να μοιραστούν τις σκέψεις τους, τα συναισθήματά τους, τις ανησυχίες τους, τις επιθυμίες τους. Ένα ζευγάρι δεν έχει μόνο όμορφες στιγμές, καλό είναι να συζητά όχι μόνο τα ευχάριστα, αλλά και τα δυσάρεστα. Σε διαφορετική περίπτωση, δημιουργούνται απωθημένα και μία σωρεία προβλημάτων, που θα ξεχυθούν σε ανείπωτη στιγμή με τη μορφή χείμαρρου. Η επικοινωνία, η εγγύτητα, η συναισθηματική και ψυχολογική κάλυψη αμφότερων των συντρόφων είναι ουσιώδους σημασίας για τη διατήρηση της σχέσης.

Μετά τη συζήτηση, ενδείκνυται η καταβολή προσπάθεια εκ μέρους και των δύο. Για παράδειγμα, το ζευγάρι μπορεί να οργανώσει μία εκδρομή ένα Σαββατοκύριακο, μακριά από τις υποχρεώσεις της καθημερινότητας, όπου θα μπορέσει να μοιραστεί τρυφερές και χαλαρές στιγμές. Στην ανανέωση της ερωτικής ζωής μπορεί να συμβάλλουν η διοργάνωση ρομαντικών ραντεβού, όπως ένα δείπνο, το μασάζ, η επίσκεψη σε νέα μέρη. Η περιποίηση της εμφάνισης αμφότερων των συντρόφων, όπως η αγορά καινούργιων ρούχων και εσωρούχων ή το χάσιμο περιττών κιλών, θα αναζωπυρώσει το ερωτικό ενδιαφέρον.

Οι σεξουαλικές φαντασιώσεις ως διεγερτικό

zeugari-sto-krevati

Τα ζευγάρια που μοιράζονται τις σεξουαλικές φαντασιώσεις τους έχουν καλύτερη σεξουαλική ζωή.

Με την έκφραση τους, ενισχύεται το σεξουαλικό ένστικτο, το σεξ γίνεται πιο διεγερτικό, επιτρέπεται το αδύνατο, ξεπερνιούνται ορισμένοι σεξουαλικοί φόβοι και εκτονώνεται η ένταση.

Παρόμοιες είναι οι ευεργετικές ιδιότητες των ερωτικών λόγων, που ενώ μπορεί να θεωρούνται ταμπού, επιτρέπουν την έκφραση της φαντασίωσης μέσω προτάσεων ερωτικού πάθους. Διεγείροντας τον πόθο, ενισχύουν τη σεξουαλική ζωή του ζευγαριού. O συνδυασμός των σεξουαλικών φαντασιώσεων και των ερωτικών λόγων διεγείρουν αμφότερους τους συντρόφους και προσδίδουν μία «ιδιαίτερη χροιά» στη σχέση, απαλλάσσοντας την από τη μονοτονία.

Σημαντική είναι η διατήρηση του ερωτικού παιχνιδιού πριν από τη σεξουαλική συνεύρεση καθώς και μετά από αυτή. Το κοίταγμα, τα χάδια, τα αγγίγματα, τα φιλιά, τα λόγια που οι σύντροφοι ανταλλάζουν, ενισχύουν την τρυφερότητα μεταξύ τους και την απόλαυση του γεγονότος ότι είναι μαζί.

Οι σύντροφοι να μην ξεχνούν πως ο ερχομός των παιδιών δε θέτει και το τέλος στην ερωτική τους ζωή. Ως γονείς, καλούνται να περάσουν το μήνυμα στα παιδιά τους πως το συζυγικό δωμάτιο είναι ένας χώρος που δεν ανήκει στα ίδια και πως πρέπει να χτυπούν την πόρτα προτού εισέλθουν. Με αυτό τον τρόπο τους μαθαίνουν τα όρια, που είναι απαραίτητο εφόδιο για την εξέλιξή τους.

Αν παρά τις επανειλημμένες προσπάθειές του, το ζευγάρι δε μπορεί να βελτιώσει το πρόβλημα που το απασχολεί, συστήνεται να απευθυνθεί σε ένα ειδικό που μέσω της διαδικασίας συμβουλευτικής ζεύγους, θα το βοηθήσει.

Η μείωση της συχνότητας των σεξουαλικών επαφών συμβαίνει με την πάροδο του χρόνου. Εξάλλου, δεν υπάρχει ένας αριθμός επαφών που θεωρείται «φυσιολογικός» ή ιδανικός. Ωστόσο, όταν η μείωση της διάθεσης επιφέρει δυσφορία στο ζευγάρι, ενδείκνυται να ανιχνευθούν οι αιτίες και να διαπιστωθεί αν πρόκειται για παροδικό φαινόμενο.

Βασική προϋπόθεση για την επιτυχή αντιμετώπιση ενός προβλήματος που ανακύπτει σε μία σχέση, είναι η συμμετοχή αμφότερων στην επίλυσή του. Η συνήθεια, η ρουτίνα, η αδιαφορία είναι οι χειρότεροι εχθροί του ερωτισμού.

Με το πέρασμα των χρόνων, οι σύντροφοι καλούνται να διατηρήσουν ζωντανή τη φλόγα του πάθους και να επενδύσουν χρόνο στη σχέση τους. Να θυμούνται ότι οι δύο τους αποτελούν μία ξεχωριστή δυάδα και αυτό το πέτυχαν επειδή το επιθυμούσαν, επειδή κάτι βρήκε ο ένας στον άλλο που τον έκανε μοναδικό.

Σχετικά άρθρα