Ας μιλήσουμε για τη σκοτεινή πλευρά του αυτοελέγχου…

Στα τέλη της δεκαετίας του ’50, ο διακεκριμένος ψυχολόγος Walter Mischel πέρασε αρκετά καλοκαίρια πραγματοποιώντας έρευνα πεδίου σε ένα απομακρυσμένο χωριό της Καραϊβικής, στο νησί Τρινιντάν. Οι κάτοικοι του χωριού αποτελούνταν από δύο εθνικές ομάδες – τους Αφρικανούς και τους Ινδιάνους.

Κάθε ομάδα ζούσε στο δικό της χώρο και διατηρούσε αρνητικά στερεότυπα αναφορικά με τους συγκατοίκους της στο νησί. Σύμφωνα με τα στερεότυπα που είχαν σχηματίσει η Ινδιάνοι, οι Αφρικανοί γλεντούσαν αδιάκοπα και δεν νοιαζόταν καθόλου για το μέλλον τους. Από την άλλη, οι Αφρικανοί υποστήριζαν ότι όλοι οι Ινδιάνοι ήξεραν μόνο να δουλεύουν σκληρά για να βάζουν τα λεφτά κάτω από το στρώμα, χωρίς ποτέ να απολαμβάνουν τη ζωή.

Ο Mischel αργότερα δούλεψε με τα παιδιά του τοπικού σχολείου κάνοντας το εξής πείραμα. Τους έθεσε ένα δίλημμα. Ή θα απολάμβαναν ένα μικρό κέρασμα εκείνη ακριβώς τη στιγμή, ή θα μπορούσαν να περιμένουν ένα μεγαλύτερο κέρασμα, το οποίο θα τους το έφερνε την επόμενη φορά που θα έμπαινε στην τάξη. Διαπίστωσε ότι οι μικροί Αφρικανοί μαθητές επέλεγαν αμέσως το μικρό κέρασμα, αντιθέτως οι Ινδιάνοι έτειναν να ζητούν το μεγαλύτερο κέρασμα που θα ερχόταν αργότερα. Έτσι γεννήθηκε το γνωστό Πείραμα Μarshmallow.

Στο κλασικό σενάριο του Πειράματος Μarshmallow, ένα παιδί προσχολικής ηλικίας κάθεται σε ένα τραπέζι με ένα μικρό κέρασμα μπροστά του. Ένας ενήλικας του λέει ότι μπορεί να πάροει το μικρό κέρασμα τώρα, αλλά αν περιμένει μέχρι να επιστρέψει ο ενήλικας, θα μπορούσε να πάρει δύο κεράσματα. Κατόπιν, ο ενήλικας εγκαταλείπει το δωμάτιο, αλλά μια κρυφή κάμερα καταγράφει τις σκληρές προσπάθειες του παιδιού να αντισταθεί στον πειρασμό.

Κάποια παιδιά τα καταφέρνουν και παίρνουν τη διπλή ανταμοιβή τους, ενώ αλλά τα παρατούν και αρκούνται στο πρώτο κέρασμα. Παρακολουθώντας όσα καταγράφουν οι κάμερες, κατέστη σαφές ότι τα παιδιά που τα κατάφερναν χρησιμοποιούσαν διάφορες στρατηγικές, όπως το να κλείσουν τα μάτια τους ή το να κοιτάζουν αλλού. Αντιθέτως, τα παιδιά που δεν τα κατάφερναν επικέντρωναν την προσοχή τους στον πειρασμό.

Είναι αρκετά εντυπωσιακό να βλέπουμε ότι 5χρονα παιδιά βρίσκουν τρόπους για να απομακρύνουν την προσοχή τους από τον πειρασμό, αλλά ακόμη πιο εντυπωσιακά ήταν τα αποτελέσματα της μελέτης που ακολούθησε χρόνια αργότερα με τα ίδια παιδιά. Ο Mischel διαπίστωσε ότι τα παιδιά που είχαν περάσει το Πείραμα Marshmallow στην ηλικία των πέντε ετών, είχαν αργότερα πολύ καλύτερες επιδόσεις στο σχολείο. Με άλλα λόγια, η ικανότητα αυτοελέγχου που επέδειξαν από μία τόσο μικρή ηλικία, ήταν σημαντική για τη μετέπειτα επιτυχία στη ζωή τους.

Όπως επισήμανε ο Ισραηλινός ψυχολόγος Liad Uziel σε ένα πρόσφατο άρθρο, ο αυτοέλεγχος είναι ένας προγνωστικός δείκτης της ακαδημαϊκής επιτυχίας πιο αξιόπιστος και από τον δείκτη νοημοσύνης (IQ). Προφανώς, η επιμονή είναι πιο σημαντική από τη νοημοσύνη όταν ο στόχος είναι οι σχολικές επιδόσεις.

Επιπλέον, οι ενήλικες με υψηλό επίπεδο αυτοέλεγχου τείνουν να προσαρμόζονται καλύτερα σε ψυχολογικό επίπεδο και να είναι συναισθηματικά πιο σταθεροί. Λαμβάνοντας όλες αυτές τις παραμέτρους υπόψη, πολλοί ψυχολόγοι υποστηρίζουν ότι θα πρέπει να δουλέψουμε περισσότερο για να βρούμε τρόπους που να ενισχύουν τον αυτοέλεγχο.

Ωστόσο, η στάση “όσο περισσότερο, τόσο καλύτερο” μπορεί να γίνει επικίνδυνη, σύμφωνα με τον Uziel. Συγκεκριμένα, επισημαίνει 3 ανεπίλυτα ζητήματα αναφορικά με τον αυτοέλεγχο:

  • Διαφορετικοί ψυχολόγοι χρησιμοποιούν τον όρο αυτοέλεγχο με διαφορετικούς τρόπους, που δεν φαίνεται να αναφέρονται την ίδια ακριβώς ικανότητα. Επομένως, ποιο είαι το είδος του αυτοελέγχου που θα πρέπει να υιοθετήσουμε;
  • Ενώ ένα ορισμένο επίπεδο αυτοελέγχου μπορεί να οδηγήσει σε καλά αποτελέσματα, στις περιπτώσεις που είναι υπέρμετρος μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα στο άτομο, οδηγώντας το σε λανθασμένες αποφάσεις, σε αντίθεση με τον εάν ακολουθούσε το ένστικτό του.
  • Η ενθάρρυνση των ανθρώπων για μεγαλύτερο βαθμό αυτοελέγχου μπορεί επίσης να έχει αντίστροφα αποτελέσματα, διότι αυτό μπορεί να τους θυμίζει κάτι που τους λείπει. Αν πιστεύουν ότι έχουν μικρή ικανότητα αυτοελέγχου, μπορεί να καταλήξουν να μην επιδεικνύουν καθόλου.

Ας εξετάσουμε καθένα από αυτά τα σημεία σε βάθος:

Όσον αφορά το πρώτο σημείο, ο Uziel υποδεικνύει ότι οι περισσότεροι άνθρωποι σκέφτονται τον αυτοέλεγχο ως την ικανότητα να υπομένουν όταν έρχονται αντιμέτωποι με κακουχίες ή πειρασμούς. Αυτή είναι ακριβώς η κατάσταση που εξετάζεται το Πείραμα Μarshmallow. Ωστόσο, οι ενήλικες με καλό αυτοέλεγχο γνωρίζουν ότι υπάρχουν σαφή όρια στο πόσο μπορούν να αντισταθούν στη επιδίωξη της άμεσης ικανοποίησης. Το παγωτό στην κατάψυξη ή τα πατατάκια στο ντουλάπι μπορεί να παραμένουν κλειστά όσο βρισκόμαστε σε καλή διάθεση. Ωστόσο, με την πρώτη κρίση άγχους μπορεί να τα εξαφανίσεται χωρίς καν να το καταλάβετε.

Αντιθέτως, οι ενήλικες με υγιή επίπεδα αυτοέλεγχου γνωρίζουν ότι ο καλύτερος τρόπος να αντισταθούν στους πειρασμούς είναι να τους αποφύγετε εντελώς. Δεν θα κρατήσετε παγωτό ή πατατάκια στο σπίτι αν δεν θέλετε να ξεσπάσετε σε αυτά μόλις αισθανθείτε άγχος. Με άλλα λόγια, τα άτομα με υψηλό αυτοέλεγχο γνωρίζουν τις αδυναμίες τους και φροντίζουν οργανώνουν ανάλογα τη ζωή τους.

Όσον αφορά το δεύτερο σημείο, ο Uziel παρατηρεί ότι ο υπερβολικός αυτοέλεγχος είναι επίσης επιζήμιος για την ευημερία ενός ατόμου. Οι άνθρωποι που εκδηλώνουν υπερβολικό έλεγχο υιοθετούν άκαμπτες συμπεριφορές και μοτίβα σκέψης που τους εμποδίζουν να προσαρμοστούν στις τρέχουσες συνθήκες. Για παράδειγμα, οι άνθρωποι που έχουν πολύ υψηλό αυτοέλεγχο τείνουν να τηρούν αυστηρά τους κανόνες και τα κοινωνικά πρέπει. Έτσι, ένα τέτοιο άτομο μπορεί να είναι πραγματικά δυσαρεστημένο με τον γάμο του και να παραμένει σ’ αυτόν υπό τον φόβο του τι θα πει η κοινωνία.

Επιπλέον, υπάρχουν περιπτώσει ανθρώπων που προσκολλώνται στην επίτευξη ενός κοινωνικά αποδεκτού στόχου, θέτοντας σε κίνδυνο ακόμη και την υγεία τους. Ένα παράδειγμα αυτής της περίπτωσης είναι οι εργασιομανείς, οι οποίοι υιοθετούν έναν τελείως ανθυγιεινό τρόπο ζωής (καθόλου άσκηση, ανθυγιεινή διατροφή, ανεπαρκής ύπνος), για να επιτύχουν τον στόχο που θεωρούν ότι έχει τεθεί από την κοινωνία.

Όσον αφορά το τρίτο σημείο, ο Uziel σχολιάζει την άπιαστη επιδίωξη αυτοελέγχου. Όταν κάποιος υπενθυμίζει στους ανθρώπους ότι πρέπει να ασκήσουν περισσότερο αυτοέλεγχο, επιτυγχάνουν λιγότερο στην επιδίωξη των στόχων τους. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι δημιουργείται μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία, όταν υπενθυμίζεται στους ανθρώπους η ανάγκη να ελέγχουν τις παρορμήσεις τους.

Αυτή η αυτοεκπληρούμενη προφητεία δουλεύει κάπως έτσι: Χρειάζομαι περισσότερο αυτοέλεγχο. Αυτό σημαίνει ότι δεν έχω αυτοέλεγχο. Και δεδομένου ότι δεν έχω αυτοέλεγχο, δεν μου μένει άλλη επιλογή από το να ενδώσω στον πειρασμό.

Καταλήγοντας, ο Uziel δεν λέει ότι ο αυτοέλεγχος είναι κακός. Αντίθετα, προβληματική είναι η λογική του “όσο περισσότερος, τόσο καλύτερα”. Χρειαζόμαστε έναν ορισμένο βαθμό αυτοελέγχου για να επιτύχουμε τους στόχους μας. Αλλά επίσης χρειάζεται να ακούμε τη διαίσθησή μας. “Επιμένοντας σε αυτόν τον στόχο, μήπως θέτω σε κίνδυνο την υγεία μου; Είμαι τόσο επικεντρωμένος ώστε καταλήγω να πληγώνω τους ανθρώπους που είναι σημαντικοί για μένα;”. Αυτά είναι ερωτήματα που μπορούν να απαντηθούν μόνο μέσα από τη σοφία της διαίσθησης – ακούγοντας το τι μας λέει το σώμα μας και η ψυχή μας εκείνη τη στιγμή και όχι τι σκέφτεται το μυαλό μας για το απώτερο μέλλον.

Με πληροφορίες από το PsychologyToday.

Σχετικά άρθρα