Μία σπουδαία ιστορία αγάπης: Δεν άφησε ποτέ το χέρι της Μαρίας όσο εκείνη πάλευε με το Αλτσχάιμερ

Παρά τα 79 του χρόνια ο Τομ χαρακτηριζόταν από ένα σπινθηροβόλο πνεύμα, την περιέργεια, την αίσθηση του χιούμορ, και την παιχνιδιάρικη διάθεση ενός παιδιού. Αυτά και μόνο ήταν αρκετά για να τον κάνουν ελκυστικό. Αλλά υπήρχε και κάτι ακόμα στον Τομ ακόμη πιο σημαντικό, αν και όχι εμφανές με την πρώτη ματιά. Ήταν ένας άνδρας γεμάτος στοργή και προθυμία να φροντίσει με αυταπάρνηση τους δικούς του ανθρώπους. Παρόλο που η ζωή του δεν ήταν αυτό που θα λέγαμε εύκολη, κατάφερνε να είναι εκεί πάντα για όλους.

Ο άνθρωπος που ίσως επωφελήθηκε περισσότερο από τη γενναιοδωρία του Τομ  ήταν η γυναίκα του, η Άννα, με την οποία ήταν παντρεμένος για 38 ολόκληρα χρόνια. Η Μαρία έφυγε από τη ζωή το 2009, χτυπημένη τα τελευταία 11 χρόνια της ζωής της από το  Αλτσχάιμερ. Από τη στιγμή της διάγνωσης μέχρι και την ημέρα που άφησε την τελευταία της πνοή ήταν δίπλα της για να της κρατά σφιχτά το χέρι.

«Ήξερα ακόμη και πριν τη διάγνωσή της από τον γιατρό ότι η Μαρία αντιμετώπιζε κάποιο πρόβλημα και είχα ήδη πάρει την απόφαση να αφιερώσω τη ζωή μου στην ανακούφιση του σωματικού και ψυχικού της πόνου. Στην αρχή παρατήρησα ότι ξεχνούσε που έπρεπε να βάζει τα πράγματα του σπιτιού. Η Μαρία ήταν νηπιαγωγός σε ένα σχολείο της Φλόριντα. Εγώ δεν ήμουν ο μόνος που παρατήρησα ότι κάτι δεν πάει καλά με την Μαρία, ότι ξεχνούσε πράγματα, ότι ήταν αφηρημένη και ότι δεν μπορούσε να συγκεντρωθεί. Το προσωπικό τους σχολείου όπου εργαζόταν το είχε παρατηρήσει επίσης. Κάπως έτσι έχασε τη δουλειά της αλλά και τους μαθητές της τους οποίους υπεραγαπούσε. Ήταν βαθιά πληγωμένη».

«Ήξερα ότι η Μαρία δεν ήταν έτοιμη να δεχτεί την πραγματικότητα. Χωρίς να μου το δηλώσει ρητά, αυτό ήταν ξεκάθαρο για εμένα. Όφειλα να σεβαστώ τα όρια της και τη δυνατότητα της να το αντιμετωπίσει, ακόμη κι αν αυτό σήμαινε ότι έπρεπε να της κρύβω την αλήθεια για να ελαχιστοποιώ τον πόνο της».

Όταν ήταν πλέον σαφές ότι η  Μαρία δεν ήταν ασφαλές να μένει μόνη στο σπίτι ή να οδηγά το αυτοκίνητο της, ο Τομ της είπε ότι το αυτοκίνητό της  χρειαζόταν επισκευή αλλά οικονομικά δεν τους συνέφερε να το φτιάξουν. Η Μαρία δεχόταν χωρίς διαμαρτυρίες τις εξηγήσεις του Τομ για κάποιες από τις ελευθερίες της που θα έπρεπε να ξεχάσει. «Πιστεύω ότι η Μαρία είχε αντιληφθεί πολλά περισσότερα για την κατάστασή της από όσα με άφηνε να ανακαλύψω. Υποθέτω ότι δεν θα μάθω ποτέ με βεβαιότητα».

Ο Τομ έμεινε δίπλα στην Μαρία ασταμάτητα για 11 ολόκληρα χρόνια. «Η γυναίκα μου έδειχνε πολύ καλύτερα όταν ακολουθούσαμε μια καθιερωμένη ρουτίνα. Έτσι είχα φτιάξει ένα πρόγραμμα καθημερινών δραστηριοτήτων. Τα Σάββατα πηγαίναμε στο Mall και μετά για ταινία. Τις άρεσαν τόσο οι ταινίες».

«Με πολλούς τρόπους, ήρθα πολύ πιο κοντά στη γυναίκα μετά την εκδήλωση της ασθένειάς της. Η αδυναμία της να επικοινωνήσει μαζί μου τόσο καλά όσο παλιά, με ώθησε να δίνω μεγαλύτερη προσοχή σε εκείνη ώστε να καταλαβαίνω τι έχει ανάγκη και τι αισθάνεται».

«Για παράδειγμα αν την έβλεπα να κρατά το κεφάλι της ήξερα ότι έχει πονοκέφαλο. Έμοιαζε λίγο με παιδάκι που δεν μπορούσε να βρει τις κατάλληλες λέξεις για να πει τι πάει λάθος. Όταν υπέφερε από δυσκοιλιότητα, για προστατέψω την υγεία της, τη συνόδευα στο μπάνιο. Ήθελα να δω αν λειτουργεί καλό το πεπτικό της σύστημα, καθώς η δυσκοιλιότητα είναι ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα στους ανθρώπους με Αλτσχάιμερ. Τη φρόντιζα όπως θα φρόντιζα ένα μωρό.   Όταν οι κόρες μας ήταν μικρές, ήμουν πολύ απασχολημένος με τη δουλειά μου και δεν προλάβαινα να τις φροντίσω αρκετά. Τώρα είχα βγει σε σύνταξη και μπορούσα να αφιερώσω όλον μου τον χρόνο στη φροντίδα της Μαρίας. Ήμουν ευγνώμων για αυτό».

«Παρόλο που τώρα η Μαρία δεν είναι μαζί μας, ακόμη νιώθω βαθιά συνδεδεμένος μαζί της. Την επισκέπτομαι στο νεκροταφείο κάθε Κυριακή και της μιλάω, όπως όταν ήταν ζωντανή. Φυσικά, μου λείπει αλλά δεν νιώθω ποτέ μοναξιά λόγω της βαθιάς σύνδεσης που μοιραστήκαμε όλα αυτά τα χρόνια».

Με πληροφορίες από το PsychologyToday

Σχετικά άρθρα