Νυχτερινή ενούρηση: Τι είναι και πώς αντιμετωπίζεται;

Για ποιο λόγο ένα παιδί αρχίζει να βρέχει το κρεβάτι του; «Είσαι μεγάλος πια για να τα κάνεις πάνω σου!», φωνάζει απελπισμένη η μαμά ενός οχτάχρονου παιδιού που κατά τα άλλα ξέρει να γράφει και να διαβάζει, να χρησιμοποιεί το κινητό και να σερφάρει στο διαδίκτυο! Ακόμα και το ίδιο το παιδί αδυνατεί να δώσει εξηγήσεις για το χθεσινοβραδινό συμβάν. Το συμβάν που ονομάζεται νυχτερινή ενούρηση.

Πότε εμφανίζεται;

Η ενούρηση είναι μια διαταραχή που στην πλειονότητα των περιπτώσεων εμφανίζεται κατά την παιδική και εφηβική ηλικία, συνηθέστερα στα αγόρια, και χαρακτηρίζεται από την ακούσια και επαναλαμβανόμενη απώλεια ούρων στα εσώρουχα, κατά τη διάρκεια της ημέρας και της νύχτας, «η οποία δεν είναι φυσιολογική σε σχέση με τη νοητική ηλικία του παιδιού» και δεν οφείλεται σε οργανικά αίτια (ΠΟΥ, 1997, σελ. 361).

Σύμφωνα με την Παπαγεωργίου (2008), τα παιδιά αποκτούν έλεγχο της ούρησης πρώτα κατά τη μέρα και στη συνέχεια τη νύχτα. Υπό φυσιολογικές συνθήκες σωματικής και νοητικής ανάπτυξης, ένα παιδί μέχρι την ηλικία των 4 ετών είναι σε θέση να χρησιμοποιεί αποτελεσματικά την τουαλέτα κατά τη διάρκεια της ημέρας, «ήπια προβλήματα κατά την ημέρα παρατηρούνται στο 1% των παιδιών ηλικίας 5 χρονών, ενώ η απώλεια ούρων κατά τον νυχτερινό ύπνο είναι πιο συχνή και αργότερα κατά την παιδική ηλικία» (σελ. 175).

Η ενούρηση μπορεί να αποτελεί μονοσυμπτωματική κατάσταση ή να σχετίζεται και με άλλες διαταραχές της συμπεριφοράς ή του συναισθήματος που παρουσιάζει το παιδί (ΠΟΥ, 1997). Στη δεύτερη αυτή περίπτωση, δεν είναι σαφές εάν η ενούρηση «προκαλεί» δευτερογενώς τις συναισθηματικές διαταραχές ή της συμπεριφοράς λόγω του στίγματος που τη συνοδεύει ή εάν τόσο η ενούρηση όσο και οι άλλες διαταραχές αποτελούν συμπτώματα μιας ευρύτερης ψυχιατρικής διαταραχής του παιδιού. Το εάν θα τεθεί η διάγνωση της ενούρησης ή θα εκληφθεί ως μέρος μιας άλλης διαταραχής εξαρτάται από τη βαρύτητα του προβλήματος, εάν δηλαδή κριθεί ότι η ενούρηση αποτελεί το σημαντικότερο πρόβλημα του παιδιού ή αντίστροφα ότι η συναισθηματική του κατάσταση ή η συμπεριφορά του αποτελούν σημαντικότερα προβλήματα.

Είναι σημαντικό ωστόσο να τονιστεί ότι η ενούρηση δεν μπορεί να διαγνωσθεί σε παιδιά κάτω των 5 ετών ή νοητικής ηλικίας κάτω των 4 ετών και πως ακόμα και εάν εκληφθεί ως το πρωταρχικό πρόβλημα του παιδιού, θα πρέπει να συμβαίνουν επεισόδια ενούρησης τουλάχιστον δύο φορές την εβδομάδα επί τρεις μήνες και να υπάρχει χρονική συσχέτιση των επεισοδίων με τις άλλες δυσκολίες που παρουσιάζει το παιδί, για παράδειγμα να περιορίζει τις δραστηριότητες και τη λειτουργικότητα του παιδιού στην καθημερινή ζωή και να επηρεάζει αρνητικά την αυτοεκτίμησή του.

paidi stenaxwria

Μορφές:

Η ενούρηση διακρίνεται στις ακόλουθες μορφές:

1. Στην πρωτοπαθή και δευτεροπαθή

Η πρωτοπαθής υπάρχει από τη γέννηση και αποτελεί μη φυσιολογική επέκταση της βρεφικής ακράτειας ούρων. Το παιδί που την παρουσιάζει δεν κατάφερε ποτέ να κατακτήσει τον πλήρη έλεγχο της ούρησης. Η δευτεροπαθής εμφανίζεται αργότερα (συνήθως μεταξύ 5 – 7 ετών) αφού προηγηθεί κάποια περίοδος, τουλάχιστον έξι μηνών, κατά την οποία το παιδί είχε κατορθώσει να κατακτήσει τον έλεγχο της ούρησης.

2. Στη νυχτερινή και ημερησία.

Η νυχτερινή εμφανίζεται με αποβολή ούρων στα εσώρουχα κατά τη διάρκεια του νυχτερινού ύπνου, η ημερησία, εμφανίζεται τη μέρα σε κατάσταση εγρήγορσης. Η νυχτερινή ενούρηση είναι η πιο συχνή μορφή ενούρησης και «συνήθως εμφανίζεται 2,5 με 3 ώρες μετά την έναρξη του ύπνου. Η ημερήσια ενούρηση εμφανίζεται πιο συχνά στα κορίτσια και είναι πολύ σπάνιο φαινόμενο μετά την ηλικία των 9 ετών» (Κάκουρος & Μαδιανάκη, 2002, σελ. 438).

Αίτια:

Σύμφωνα με τον Χριστογιώργο (2001), η ικανότητα ελέγχου της ούρησης επηρεάζεται από «τη συνδυασμένη επίδραση παραγόντων που αναφέρονται τόσο στην οργανική ωρίμανση, όσο και στην εκπαίδευση και συναισθηματική επένδυση» (σελ. 109). Άρα, τόσο η κληρονομικότητα, όσο και το περιβάλλον φαίνεται να παίζουν σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση της ενούρησης.

Ως προς την κληρονομικότητα, η ενούρηση ως διαταραχή φαίνεται να έχει ισχυρό γενετικό υπόβαθρο. Αυτό σημαίνει πως παιδιά με συγγενείς πρώτου βαθμού που αναφέρουν ιστορικό ενούρησης στην παιδική τους ηλικία, έχουν μεγαλύτερη προδιάθεση να παρουσιάσουν και αυτά ενούρηση, κατά κανόνα πρωτοπαθή.

Ως προς την επίδραση του περιβάλλοντος, φαίνεται να συμβάλουν παράγοντες όπως η καθυστέρηση στην έναρξη της εκπαίδευσης στην τουαλέτα και λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος. Επίσης, παιδιά από χαμηλές κοινωνικοοικονομικές τάξεις, από πολυμελείς οικογένειες ή που ζουν σε ιδρύματα παρουσιάζουν πιο συχνά ενούρηση, «πιθανώς ως αποτέλεσμα ελλιπούς εκπαίδευσης στην ατομική υγιεινή και δυσμενών συνθηκών ζωής» (Κάκουρος & Μαδιανάκη, 2002, σελ. 439).

Στην εμφάνιση της δευτεροπαθούς ενούρησης φαίνεται να συμβάλουν ψυχοπιεστικά γεγονότα ζωής που μπορεί να προκαλέσουν άγχος και παλινδρόμηση στο παιδί, να το οδηγήσουν δηλαδή στο να υιοθετήσει «ασυνείδητα» συμπεριφορές παιδιού μικρότερης ηλικίας, όπως για παράδειγμα να βρέχει με ούρα τα εσώρουχά του. Οι καταστάσεις που φαίνεται να πυροδοτούν τη δευτεροπαθή ενούρηση στα παιδιά συνδέονται με έντονες ή/και ξαφνικές αλλαγές στην καθημερινότητά τους, όπως η εισαγωγή στον παιδικό σταθμό, πολύ συχνά η γέννηση ενός μικρότερου αδερφού, η μετακόμιση ή ακόμα τραυματικά βιώματα όπως ο χωρισμός των γονέων, η απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου, η νοσηλεία, η κακοποίηση. Μέσα από την παλινδρόμηση το παιδί μοιάζει να επιστρέφει σε ένα καθεστώς μεγαλύτερης εξάρτησης από τους γονείς/ φροντιστές του, σαν να τους «ζητά» να του φερθούν σαν να είναι παιδί μικρότερης ηλικίας, ώσπου να ανακτήσει και πάλι το αίσθημα ασφάλειας που είχε πριν παλινδρομήσει.

Θεραπεία:

Υπάρχουν διάφορες θεραπευτικές προσεγγίσεις για την αντιμετώπιση της ενούρησης. Η θεραπεία εκλογής έχει άμεσα να κάνει με την κατανόηση των αιτιών που πυροδοτούν την ενούρηση. Εάν πρόκειται για την σπάνια περίπτωση ενούρησης οργανικής αιτιολογίας πρέπει να αντιμετωπιστεί το ιατρικό πρόβλημα. Στην περίπτωση που αποκλειστεί το οργανικό αίτιο υπάρχουν διάφορες εναλλακτικές:

  1.  Ψυχοεκπαίδευση των γονέων από ειδικούς σε επίπεδο βελτίωσης της επικοινωνίας με το παιδί και παροχής πρακτικών οδηγιών για την εκπαίδευση στην τουαλέτα ώστε να αντιμετωπίζουν πιο αποτελεσματικά τα επεισόδια ενούρησης χωρίς να ενοχοποιούν το παιδί και να δυσχεραίνουν τη σχέση τους μαζί του.
  2.  Χρήση ειδικών φορητών συσκευών έγκαιρης αφύπνισης του παιδιού σε περιπτώσεις νυχτερινής ενούρησης (π.χ. ηλεκτρικό βρακάκι).
  3. Σε ορισμένες περιπτώσεις συνίσταται η φαρμακευτική αγωγή, ιδίως όταν δεν αποδίδουν οι παραπάνω τεχνικές.
  4.  Ψυχοθεραπεία. Στην περίπτωση αυτή μπορεί να προταθεί ατομική ψυχοθεραπεία για το παιδί συνδυαστικά με συμβουλευτική γονέων ή οικογενειακή θεραπεία, κυρίως σε περιπτώσεις παιδιών που παρουσιάζουν δευτεροπαθή ενούρηση και οι δυσκολίες τους φαίνεται να συνδέονται με ψυχοπιεστικά γεγονότα ζωής και στιγμές κρίσης που επηρεάζουν τα ίδια και όλη την οικογένεια.

Πρακτικές συμβουλές για τους γονείς:

mama agkalia paidi

Πέρα όμως από τις θεραπείες που διεξάγονται σε συνεργασία με ειδικούς, παρακάτω αναφέρονται χρήσιμες συμβουλές που θα μπορούσαν να εφαρμόσουν οι ίδιοι οι γονείς για να βοηθήσουν το παιδί τους που παρουσιάζει ενούρηση:

  •  Προσπαθήστε να είστε ψύχραιμοι και υπομονετικοί. Το μάλωμα και η τιμωρία δεν βοηθούν, συμβάλουν μόνο στην αύξηση του άγχους και στο αίσθημα ντροπής του παιδιού
  •  Στηρίξτε το παιδί σας υπενθυμίζοντάς του ότι δεν το κάνει επίτηδες και πως πρόκειται για μια αρκετά συχνή δυσκολία που αντιμετωπίζουν και άλλα παιδιά την οποία δεν θα έχει για πάντα. Αναφερθείτε στις πιθανές παρόμοιες δυσκολίες που είχατε και εσείς ως παιδί και κατόπιν ξεπεράσατε.
  • Εξηγήστε του τις αιτίες της ενούρησης με απλά λόγια και αναζητήστε πιθανές λύσεις συζητώντας τες μαζί με το παιδί (π.χ. να μειώσει την πρόσληψη υγρών πριν από τον ύπνο).
  • Ενθαρρύνετε τις επιτυχίες του μέσα από την επιβράβευση (π.χ. ημερολόγιο με αυτοκόλλητα όπου θα σημειώνονται οι στεγνές νύχτες) και δείξτε κατανόηση στις περιπτώσεις που υπάρξουν ατυχήματα μεταδίδοντας στο παιδί την πίστη σας ότι εάν επιμείνει θα τα καταφέρει.
  • Εγκαθιδρύστε ρουτίνες πριν από τον ύπνο (π.χ. να πάει στην τουαλέτα πριν τον ύπνο, να ανάψει το μικρό φωτάκι στο διάδρομο ώστε να βλέπει σε περίπτωση που θελήσει να σηκωθεί το βράδυ για να ουρήσει).
  • Αποφύγετε να το ξυπνάτε συστηματικά τη νύχτα για να πάει στην τουαλέτα ή κάντε το μόνο μία φορά (π.χ. πριν πάτε εσείς για ύπνο), καθώς φαίνεται ότι αυτή η πρακτική δεν οδηγεί σε θετικά αποτελέσματα, απλώς περιορίζει τις ζημιές και την ταλαιπωρία του γονέα. Η στέρηση όμως ξεκούρασης μπορεί να είναι αντιπαραγωγική καθώς αυξάνει το στρες, παράγοντας συχνά επιβαρυντικός για τη νυχτερινή ενούρηση.
  • Ζητήστε με ηρεμία στο παιδί να σας βοηθήσει να αλλάξετε σεντόνια σε περίπτωση ατυχημάτων, για παράδειγμα να βάλει τις πιτζάμες του στα άπλυτα, παρουσιάζοντάς του την όλη διαδικασία ως κάτι φυσιολογικό που συνηθίζεται να γίνεται όταν κανείς λερώνεται, χωρίς να το μαλώνετε ή να το κάνετε να ντρέπεται, για μην εισπράξει το αίτημά σας ως τιμωρία.
  •  Προστατέψτε το παιδί σας από πιθανά αισθήματα ντροπής και επιπρόσθετο άγχος αποφεύγοντας να τονίζετε τις δυσκολίες του μπροστά στα αδέρφια του, σε συγγενείς και φίλους. Αντίθετα, είναι απαραίτητο να εξηγήσετε στους οικείους ότι πρόκειται για μια κατάσταση που το παιδί δεν έχει επιλέξει. Το παιδί πρέπει να νοιώθει άνετα στο σπίτι του χωρίς να φοβάται ότι θα το κοροϊδέψουν σε περίπτωση ατυχημάτων. Αντίστοιχη στάση θα πρέπει να τηρηθεί και στο σχολείο σε περίπτωση που αντιληφθείτε ότι το κοροϊδεύουν τα άλλα παιδιά, πάντα σε συνεργασία με τους εκπαιδευτικούς.
  • Σε περίπτωση που το παιδί σχεδιάζει να κοιμηθεί εκτός σπιτιού (π.χ. σε σπίτι φίλου, σε μια σχολική εκδρομή), προμηθεύστε το με τις απαραίτητες αλλαξιές και σεντόνια, ενημερώνοντας αντίστοιχα του υπεύθυνους ενήλικες για την πιθανότητα κάποιου ατυχήματος. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, κατόπιν ιατρικής συμβουλής, μπορούν να χορηγηθούν φάρμακα.
  •  Γενικά δεν υπάρχει λόγος ιδιαίτερης ανησυχίας πριν από την ηλικία των 5-6 ετών. Συστήνεται η ιατρική/ ψυχολογική διερεύνηση εάν επιμένει η ενούρηση μετά τα εφτά ή εάν κατόπιν ενός διαστήματος τουλάχιστον έξι μηνών που το παιδί δεν έβρεχε το κρεβάτι αρχίσει πάλι να έχει ατυχήματα για τουλάχιστον τρεις μήνες με συχνότητα τουλάχιστον δύο φορών την εβδομάδα.

Βιβλιογραφικές Αναφορές

Κάκουρος, Ε. & Μαδιανάκη, Κ. (2002). Ψυχοπαθολογία Παιδιών και Εφήβων. Αναπτυξιακή Προσέγγιση. Αθήνα : Τυπωθήτω – Γιώργος Δάρδανος.

Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας. (1997). Ταξινόμηση ICD-10 Ψυχικών Διαταραχών και Διαταραχών της Συμπεριφοράς. Κλινικές Περιγραφές και Οδηγίες για τη Διάγνωση. Αθήνα: Βήτα Ιατρικές Εκδόσεις.

Παπαγεωργίου Β.Α. (2005). Ψυχιατρική Παιδιών και Εφήβων. Θεσσαλονίκη: University Studio Press.

Χριστογιώργος, Σ., Μ. (2001). Ενούρηση – Εγκρόπριση. Στο Γ. Τσιάντης & Α. Ξυπολυτά – Ζαχαριάδη (Επιμ.). Ψυχοσωματικά Προβλήματα των Παιδιών (σσ. 107 – 120). Αθήνα: Εκδόσεις Καστανιώτη.

Πηγή: hamogelo.gr

Σχετικά άρθρα