Όταν μια μητέρα μετατρέπει τον γιο στον άνδρα που δεν θα την αφήσει ποτέ

Είναι συχνό φαινόμενο, μετά το χωρισμό ενός ζευγαριού, ή τον  θάνατο του συζύγου, η μητέρα να προσκολλάται στον γιο, αναζητώντας ένα στήριγμα στο πρόσωπό του παρεμποδίζοντας άθελα της, την ανάπτυξη της ανεξαρτησίας και της αυτονομίας του, με ποικίλες συνέπειες στα μετέπειτα χρόνια της ζωής του.

Γράφει η ψυχολόγος Ανδριάννα Γεροντή

www.kethesy.gr

Συνήθως μετά το διαζύγιο, η μητέρα βρίσκεται σε μια πιο ευάλωτη κατάσταση, μόνη, χωρίς προσωπική σχέση.

Από την άλλη και το παιδί μετά το διαζύγιο, τείνει να προσκολλάται στον γονέα με αποτέλεσμα έτσι, να δημιουργείται μια πιο στενή σχέση, την οποία η μητέρα άθελα της, όχι μόνο επιτρέπει, αλλά ενισχύει επίσης με βάση την κατάσταση την οποία βιώνει. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, να αγκιστρώνεται επάνω στο παιδί.

Πολύ συχνά, η μητέρα απογοητευμένη και θλιμμένη από την έκβαση της προσωπικής της ζωής, μπορεί να εμφανίσει υπερπροστατευτική συμπεριφορά προς το παιδί, φοβούμενη έναν ακόμη αποχωρισμό και το ενδεχόμενο να μείνει μόνη, βιώνοντας παρόμοια συναισθήματα. Η μητέρα η οποία θα εμφανίσει υπερπροστατευτική συμπεριφορά μετά το διαζύγιο,  συνήθως θα είχε αντίστοιχες αντιδράσεις και πριν από αυτό, ίσως σε μικρότερο βαθμό, με την παρουσία του πατέρα να έθετε ένα όριο στη σχέση της με το παιδί. Αυτός είναι και ο κύριος ρόλος του πατέρα. Να περιορίζει την παρουσία της μητέρας στη ζωή του παιδιού.

Όταν όμως εκείνος αποχωρεί από το σπίτι, η μητέρα μπορεί να μετατρέψει το γιο στον άντρα που δε θα την πληγώσει και δε θα την αφήσει ποτέ.

Υποσυνείδητα, η έλξη των φύλων, την ωθεί να τοποθετήσει τον γιο στη θέση του συζύγου που πάντα επιθυμούσε να έχει και αυτή η συμβολική τοποθέτηση  του παιδιού στη θέση του συντρόφου, παρεμποδίζει την ομαλή ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού.

Σε αυτή την περίπτωση ο γιος, λειτουργεί ως αντικαταστάτης και  παράλληλα ανταγωνιστής του πατέρα με αποτέλεσμα να διαταράσσεται η σχέση του γιου με τον πατέρα, ο οποίος πέρα από γονέας λειτουργεί και ως πρόσωπο ταύτισης για το αγόρι, αφού ο γιος, μαθαίνει τα χαρακτηριστικά του φύλου του και τον αντίστοιχο ρόλο του άνδρα, μέσω του πατέρα.

Όταν λοιπόν, εκείνος παραγκωνίζεται, τότε το παιδί βιώνει τον πατέρα σαν εισβολέα στο συμβιωτικό δεσμό με τη μητέρα, με αποτέλεσμα την ανάδυση ανταγωνισμού.

Η μητέρα από την πλευρά της, πενθεί για το διαζύγιο της, αισθάνεται εγκαταλελειμμένη  ή και προδομένη και αδυνατεί να αναλάβει τη δική της συμβολή στην έκβαση του χωρισμού, τοποθετώντας τον εαυτό της,   στο ρόλο του «θύματος».  Έτσι,  και με το να αγκιστρώνεται επάνω στον γιο της, καλύπτει τις δικές της συναισθηματικές ανάγκες, για φροντίδα, προστασία και αγάπη.

Πιθανώς, να του επιτρέπει και να κοιμάται μαζί της στο γονεϊκό κρεβάτι, με την πρόφαση ότι «το παιδί το επιζητά».

Σε αυτή την περίπτωση, ο γιος αντικαθιστά το σύζυγο που λείπει και παράλληλα βιώνει σύγχυση των ρόλων, αδυνατώντας να ξεχωρίσει όχι μόνο τη θέση του μέσα στην οικογένεια αλλά γενικότερα τη θέση του καθενός.

Κάθε πρωτοβουλία αυτονομίας του παιδιού καταργείται, γιατί εκείνη μόνο γνωρίζει, πότε το παιδί πεινά, πότε νυστάζει ή πότε θέλει να παίξει.

Μεγαλώνοντας το αγόρι, δέχεται συχνά διπλά μηνύματα από μέρους της μητέρας, όπως: «Να βγεις παιδί μου, να διασκεδάσεις!» και όταν έρθει εκείνη η στιγμή: «Που πας και με αφήνεις μόνη;».

Η μητέρα υιοθετεί τις αντίστοιχες συμπεριφορές θεωρώντας πως εκείνη μόνο ξέρει το καλό του παιδιού της. Πιθανώς να εφαρμόζει και αντίθετες αρχές ανατροφής από του πατέρα, απορρίπτοντας πλήρως την προσωπικότητα και τις απόψεις του. Ίσως να τον κατηγορεί και έμμεσα ή άμεσα στον γιο της, τόσο για τη συμπεριφορά του πριν όσο και μετά το διαζύγιο, προσπαθώντας να τον κάνει να ενστερνιστεί το θυμό της και να συμμαχήσει μαζί της.

Ο γιος πιθανώς να πάρει το μέρος της μητέρας, θεωρώντας τον πατέρα υπαίτιο για τη θλίψη της. Μπορεί να θεωρεί ότι μόνο ο ίδιος ξέρει πώς να της συμπεριφερθεί και να την κάνει ευτυχισμένη, υποτιμώντας τον τόσο ως πατέρα όσο και ως άντρα που απέτυχε στον ρόλο του. Πιθανά είναι και τα ξεσπάσματα θυμού προς εκείνον, όπως και η απομάκρυνσή του απ’ αυτόν.

Ο γιος θα υποταχθεί πλήρως στις μητρικές απαιτήσεις και θα «γαντζωθεί» από τη μητέρα, τοποθετώντας τον εαυτό του στο ρόλο του σωτήρα της.

Η προσκόλληση στη μητέρα του πιθανώς να συνεχιστεί και τα επόμενα χρόνια της εφηβείας και της ενήλικης ζωής, με δυσκολίες στη δόμηση σχέσεων φιλικών και ερωτικών. Κάθε φορά ο αποχωρισμός από τη μητέρα έστω για λίγες ώρες, θα μετατρέπεται σε πηγή ενοχών για το γιο που «την αφήνει και φεύγει». Ο ρόλος που ανέλαβε ήδη από παιδί να φροντίζει και να προστατεύει τη μητέρα του που είναι μόνη, επιφέρει άγχος και τύψεις όποτε προσπαθεί να ικανοποιήσει ένα δικό του θέλω. Και εκεί δημιουργείται μια εσωτερική σύγκρουση.

Οι ερωτικές σχέσεις του αγοριού είτε θα απουσιάζουν είτε για να διατηρηθούν θα απαιτείται η έγκριση της μητέρας του.

Ως ενήλικας, πιθανώς να ακολουθήσει ένα μοναχικό μοτίβο ζωής,  αφού ασυνείδητα θα πιστεύει πως καμία γυναίκα δε είναι τόσο καλή όσο η μητέρα του. Πιθανώς να μην γνωρίζει πώς να προσεγγίσει και να συμπεριφερθεί σε μία γυναίκα.

Η σεξουαλική δυσλειτουργία εξαιτίας της παρατεταμένης συμβίωσης με τη μητέρα  είναι πιθανή. Ίσως να παντρευτεί μία γυναίκα την οποία θα συμπαθεί εκείνη, ανεξαρτήτως των δικών του επιθυμιών, αφού «εκείνη ξέρει καλύτερα».

Οι επιλογές του θα είναι πάντα σύμφωνες με τις επιθυμίες της μητέρας του, παρόλο που πολλές φορές θα φαίνεται πως αντιδρά στις επιθυμίες της.

Πιθανώς ο ίδιος να μην αναλαμβάνει πρωτοβουλίες ούτε στην ενήλικη ζωή, μη γνωρίζοντας ποια είναι ακριβώς τα δικά του θέλω ή θα φαίνεται δυναμικός και πετυχημένος, ενώ παράλληλα οι αποφάσεις του θα έχουν να κάνουν με τη συγκατάθεση της μητέρας.

Η δουλειά που θα επιλέξει θα είναι απόφαση μακράς συζήτησης μαζί της, το ίδιο και οτιδήποτε πρόκειται να κάνει. Ακόμη και στην περίπτωση που δημιουργήσει οικογένεια, θα ζητά τη γνώμη της για θέματα και χειρισμούς που αφορούν την οικογένειά του, με τα όρια να καταλύονται μεταξύ των δύο σπιτιών. Ο γιος θα αγχώνεται κάθε φορά που καλείται να αντιμετωπίσει μία κατάσταση μόνος του, αφού δεν έχει μάθει να στηρίζεται στα πόδια του με πιθανή την εμφάνιση αγχώδους διαταραχής.

Από την άλλη, πιθανή είναι η αντίδραση του παιδιού στη συμπεριφορά της μητέρας του. Σε κάθε προσπάθεια διακριτικού ελέγχου, η μητέρα θα έρχεται αντιμέτωπη με ξεσπάσματα θυμού και οργής αφού το παιδί θα εκλαμβάνει τις κινήσεις της ως απόπειρα περιορισμού της ελευθερίας του. Αυτό ίσως συμβεί από τον πρώτο καιρό του διαζυγίου, που θα αισθανθεί την ασφυκτική παρέμβασή της.

Ίσως ο γιος αντιδράσει κατά την εφηβεία, οπότε οι προσπάθειές της να καταλύσει την αυτονομία του θα γίνουν πιο έντονες. Ο γιος προσπαθώντας να αποτινάξει κάθε εξουσία από πάνω του, μπορεί να απορρίψει παντελώς τις σταθερές ερωτικές σχέσεις αντιμετωπίζοντας τις γυναίκες σαν «τσιμπούρια που θέλουν να του πιουν το αίμα».

Να θυμάστε ότι μετά από ένα διαζύγιο ή ένα θάνατο, η απόλυτη μονογονεϊκότητα δυσκολεύει την ανάπτυξη του παιδιού και τις ψυχικές ισορροπίες του γονέα.

Ανεξαρτήτως φύλου και ηλικίας, απαιτούνται τα όρια στη σχέση μητέρας – παιδιού για τη δόμηση της προσωπικότητάς του και της αυτονομίας του.

 Ο αποχωρισμός είναι απαραίτητος, δε σημαίνει ότι το παιδί σας απορρίπτει, αλλά ότι ως γονείς κάνατε σωστά τη «δουλειά» σας: του δώσατε όλα τα εφόδια προκειμένου να ανοίξει τα φτερά του και να πετάξει.

Σχετικά άρθρα