Τι σημαίνουν τα όνειρα;

Οι ποικίλες θέσεις επάνω στο όνειρο συνιστούν απαντήσεις σε μια οδηγό ερώτηση που λέει «Τι είναι το όνειρο;» ή, διατυπωμένο ψυχολογικά, «Τι σημαίνει το όνειρο;». Εδώ έχει γίνει σιωπηρά αποδεκτό πως το όνειρο κάτι είναι, κάτι σημαίνει. Η παμπάλαιη συνήθεια να ρωτάει κανείς και να μιλάει σ’ αυτό το στιλ έχει το ολέθριο επακόλουθο ότι κανείς αποκλίνει από το όνειρο και κλίνει προς αυτό το κάτι. Τα όνειρα εκδιώκονται απ’ τον τόπο τους. Ρίχνονται στην αγορά των ψυχολογικών και νευροβιολογικών υπολογισμών.

Γράφει ο ψυχοθεραπευτής, Κωνσταντίνος Γεμενετζής

Μισή ώρα πριν καταγράψω για πρώτη φορά αυτούς τους συλλογισμούς άκουσα τη διήγηση του ονείρου μιας ψυχολόγου. Και μετά:

Αυτή:     Έχετε να πείτε κάτι για το όνειρο;

Εγώ:        Ποιο είναι το θέμα εδώ; Σε τι προσβλέποντας με ρωτάτε;

Αυτή:      Ρωτώ για μια εξήγηση του ονείρου.

Εγώ:        Και τι περιμένετε από μια εξήγηση; Τι θα ήταν διαφορετικό μετά την εξήγηση;

Αυτή:      Μια καλύτερη κατανόηση του εαυτού μου, αυτών των πραγμάτων.

Εγώ:        Το έχετε ήδη ζήσει κάτι τέτοιο; Ότι μια εξήγηση μ’ αυτήν την έννοια σας βοήθησε;

Αυτή:     Μια φορά ένα όνειρο με βοήθησε να πάρω μια σημαντική επαγγελματική απόφαση. Μια άλλη φορά μετά από ένα όνειρο μπόρεσα να δω ένα λάθος σε μια εργασία μου.

Εγώ:        Σ’ αυτές τις περιπτώσεις δεν ήταν λοιπόν κάποια εξήγηση που σας βοήθησε. Μάλλον αυτά τα πράγματα μετά το όνειρο φάνηκαν σ’ ένα άλλο φως.

Υπάρχουν πάλι περιπτώσεις όπου σε μια ερώτηση του στιλ «Τι σημαίνει το όνειρο;» σωπαίνω ή απαντώ «Δεν ξέρω».

Το προκείμενο είναι, κι αυτό το έμαθα από τον Παρμενίδη και τους Αρχαίους, από τον Χάιντεγκερ και τον Βίτγκενστάιν, η όξυνση του βλέμματος για τη διαφορά ανάμεσα σ’ αυτό που μπορεί να ερωτάται και να λέγεται και σ’ αυτό για το οποίο ερωτήσεις και λόγια δεν έχουν νόημα – είναι ανόητα.

Μια τέτοια στάση, η οποία βέβαια δεν περιορίζεται στα όνειρα, φέρνει συχνά οργή κι επανειλημμένες εφορμήσεις ενάντια στην άρνησή μου να συμπράξω εκεί που υπερβαίνονται μέτρα. Αλλά μόνο έτσι μαθαίνει κανείς: Όχι με ερμηνείες κι εξηγήσεις αλλά με την πρόσκρουση στον τοίχο που του δείχνεται από τον θεραπευτή των αδυνάτων πραγμάτων – των «ανοησιών» του. Συχνά ο θεραπευτής θα εκληφθεί ως αυτός τούτος ο τοίχος.

Δεν είναι μάθημα από καθέδρας. Ούτε παθολογικοποίηση. Το θέμα μου είναι η συνάντηση μας, καλύτερα, το ξεκαθάρισμα του πεδίου στο οποίο κάποτε μπορούμε να συναντιόμαστε, δηλαδή να μιλούμε, δηλαδή (Χαίλντερλιν) “ν’ ακούμε ο ένας για τον άλλο”. Ευτυχεί όταν πραγματικά ερχόμαστε στο προκείμενο. Όταν βρισκόμαστε στο ρυθμό του μέτρου του. Ο τονισμός βρίσκεται στο «ρυθμό», όχι σ’ εμάς.

Η θεραπευτική συνάντηση, αν κανείς μπορεί ακόμα να μιλά καν για «θεραπεία», θα είχε τότε ακριβώς το χαρακτήρα της αντι-παρά-θεσης. Αυτό που παίζεται είναι τα μέτρα, δηλαδή οι διαφορές, παντού όπου παραβιάζονται. Όμως η αντιπαράθεση δεν γίνεται από τον θεραπευτή με διάθεση εχθρική, αλλά δεκτική και καλοπροαίρετη. Αφού γνωρίζει πως οι δρόμοι μας είναι βατοί μόνο με βήματα παραβατικά. Ο συνομιλητής του καλείται να ενστερνισθεί προπάντων αυτό.

Όπου η συνάντηση σ’ ένα βαθμό ευτυχεί, όπου, όπως γράφει ο Χαίλντερλιν σ’ ένα όψιμο ποίημα, «υψηλότερες δείχνονται οι διαφορές», το οικείο γίνεται πιο οικείο και το ανοίκειο πιο ανοίκειο κι η ζωή γίνεται (Χαίλντερλιν και πάλι) «κατοικούσα ζωή».

Το εξάντλησα το ερώτημα για τα όνειρα; Με τίποτα! Απλά σταματώ σαν ένας οδοιπόρος που, κουρασμένος, κάθεται κάτω και, στην εξάντληση, οι μορφές της αρχής και του δρόμου και του σκοπού γίνονται συγκεχυμένες κι ο ύπνος τις παίρνει μαζί του.

Κι ένας θεός ξέρει πού θα βρεθεί σαν ξυπνήσει. Κι ό,τι είπε εδώ και σήμερα, αύριο θα του μοιάζει σαν όνειρο.

Σχετικά άρθρα