Πώς συμφιλιωνόμαστε με την ηλικία μας μετά τα 40;

H Βίκυ είναι διαφημίστρια, 48 ετών, χωρισμένη. Η προσωπική της ιστορία που μας διηγείται έχει να κάνει με το γήρας την σχέση με το χρόνο που μετά τα 40 άρχισε να την τρομοκρατεί…

Μεγάλωσα σε μια παραδοσιακή οικογένεια στην Αθήνα και ήμουν το τέταρτο και μικρότερο παιδί. Είχα δύο μεγαλύτερους αδερφούς και μια αδερφή που πολύ γρήγορα παντρεύτηκαν και έφυγαν απ’ το σπίτι. Μεγαλώνοντας, το άγχος του γάμου και της μητρότητας δε με άγγιξε. Αντιμετώπιζα τη ζωή σαν έφηβη. Απολάμβανα το φλερτ, δημιουργούσα σχέσεις χωρίς να σκέφτομαι αν κάποιος απ’ αυτούς μπορούσε να γίνει σύντροφός μου. Ο τρόπος της ζωής μου με το πέρασμα των χρόνων δεν άλλαξε, αντίθετα προσπαθούσα πεισματικά να συνεχίζω στους ίδιους ρυθμούς. Ντυνόμουν νεανικά, πολλοί φίλοι μου ήταν αρκετά μικρότεροι σε ηλικία κι ενώ βάδιζα προς τα 44 ένιωθα ακόμα σχεδόν 20 χρονών.

Ο χρόνος όμως δεν είχε την ίδια άποψη μ’ εμένα κι έτσι δυστυχώς δεν μπορούσα να παραμείνω 20 χρονών. Το συνειδητοποίησα ξαφνικά, από ένα τυχαίο και σχεδόν ασήμαντο γεγονός. Ένα Σάββατο βράδυ βγήκα με την παρέα της ανιψιάς μου. Μήνες με παρακαλούσε να γνωρίσω τους φίλους της, γιατί με θεωρούσε νέα και «χαλαρή», καμία σχέση με τους συντηρητικούς γονείς της. Βγήκαμε, φάγαμε, γελάσαμε μέχρι που ήρθε το αγόρι της. Όταν με σύστησε σ’ αυτόν, εκείνος έδειξε να ενθουσιάζεται και μου πρότεινε να γνωρίσω τους δικούς του γιατί… «Σίγουρα θα είχα περισσότερα κοινά μαζί τους και θα κάναμε καλή παρέα».

Αυτή η φράση λες και με ξύπνησε από βαθύ ύπνο. Λες και δεν ήξερα τα χρόνια μου, λες και δεν αφορούσαν εμένα. Αυτή η προσγείωση στην πραγματικότητα ήταν πολύ σκληρή για μένα. Δεν ξέρω γιατί έγινε εκείνην τη συγκεκριμένη στιγμή, δεν ξέρω γιατί άλλες φορές δεν έδινα σημασία. Το μόνο που ξέρω είναι πόσο άσχημα ένιωσα. Όλη την υπόλοιπη βραδιά δεν έβγαλα λέξη. Ήμουν μόνο εγώ και το αγαπημένο μου ποτό, απομονωμένη απ’ όλους. Έφυγα πολύ νωρίτερα απ’ όλους, προφασιζόμενη ότι δεν ένιωθα καλά.

Την άλλη μέρα ξύπνησα θυμωμένη. Θυμωμένη με τον φίλο της ανιψιάς μου. Στην πραγματικότητα ίσως ένιωθα θυμό που δεν μπορούσα να σταματήσω τον χρόνο. Ήρθε, λοιπόν, η στιγμή που έπρεπε ν’ αλλάξω; Θα έπρεπε να ντύνομαι πιο σοβαρά, να βγαίνω σε διαφορετικούς χώρους και γενικά η ζωή μου να γίνει πιο «συμμαζεμένη». Φοβόμουν ότι αν δεν συμβιβαζόμουν με την ηλικία μου, αν συνέχιζα να νιώθω και να ζω σαν 20 χρονών, θα γινόμουν γελοία. Άρχισα να λυπάμαι τον εαυτό μου, πίστευα ότι στα 44 μου χρόνια θα έπρεπε να βρίσκομαι αλλού, να είχα κάνει άλλα πράγματα, να είμαι συμφιλιωμένη με το πέρασμα των χρόνων.

Σιγά-σιγά απομονώθηκα, έπαψα να βγαίνω, η λέξη «κυρία» πριν από το όνομά μου με βύθιζε στην θλίψη και άρχισα να έχω άγχος, κάθε μέρα που περνούσε ένιωθα ότι κάτι έχανα απ’ τη ζωή μου. Αισθανόμουν ξοφλημένη. Μέσα μου υπήρχε βαθιά ριζωμένη η πεποίθηση ότι οτιδήποτε όμορφο, οτιδήποτε μπορούσε να με κάνει ευτυχισμένη, είχε σχέση με την νεότητα. Αυτός ο συνδυασμός άγχους και απογοήτευσης με έκανε άλλες φορές οξύθυμη και επιθετική κι άλλες φορές θλιμμένη και απόμακρη. Προσπαθούσα να γεμίζω κάθε στιγμή απ’ τον χρόνο μου, σαν να κυνηγούσα τη ζωή και τα χρόνια που πέρασαν. Κατηγορούσα τον εαυτό μου για όσα δεν έκανα αυτά τα χρόνια, χωρίς να μπορώ να δω τίποτα θετικό σ’ εμένα και σε ό,τι είχα κάνει στη ζωή μου μέχρι τότε.

Από τα 44 ως τα 47 περίπου πέρασα από διάφορες φάσεις μέχρι να καταφέρω να συμφιλιωθώ με την ιδέα ότι δεν είμαι πια μικρή. Κάποια στιγμή σκέφτηκα ότι είχα δύο επιλογές, να ζήσω τη ζωή μου μέσα στην θλίψη θρηνώντας ό,τι πέρασε ή να προχωρήσω μπροστά. Ο πανικός και η αγωνία που με κυρίευσαν άρχισαν να υποχωρούν, όταν μια καλή μου φίλη υπέστη ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Οδηγούσε ο άνδρας της, ο οποίος σκοτώθηκε. Εκείνη έζησε και έμεινε τρεις μήνες στο νοσοκομείο. Εκεί θρήνησε το χαμό του συντρόφου της και εκεί πάλεψε να ζήσει. Κατάλαβα ότι με το να κυνηγώ τα χρόνια που πέρασαν έχανα το «τώρα». Είπα ότι η ζωή είναι ένας κύκλος που ακόμα έχω πολύ να χαράξω μέχρι να κλείσει. Ένιωσα ξαφνικά ότι στη ζωή μπορείς να έχεις χαρά σε κάθε ηλικία. Ένιωθα ήρεμη και τότε συνειδητοποίησα ότι είχα περάσει σε άλλη φάση. Ότι το να αλλάξω τρόπο ζωής δεν ήταν ήττα ή παραίτηση. Ήταν νόμος της φύσης στον οποίο πήγαινα κόντρα. Τα ενδιαφέροντά μου άλλαξαν κι αυτό με ευχαριστούσε πια. Άρχισα να απολαμβάνω τη ζωή. Ακόμα φοβάμαι τα βαθιά γηρατειά, γιατί φοβάμαι τα να είναι κανείς αδύναμος και ανίσχυρος, αλλά σκέφτομαι ότι όταν τα φτάσω, ίσως να έχω συμφιλιωθεί με αυτά.

Αν γύριζα τον χρόνο πίσω, εκείνο που θα άλλαζα είναι η πεποίθησή μου ότι, όταν είσαι νέος, είσαι δυνατός και ευτυχισμένος. Μου αρέσει πολύ το πέρασμα σε αυτήν τη νέα φάση ζωής. Είμαι πιο επιλεκτική, πιο κατασταλαγμένη, πιο ήρεμη. Κέρδισα αγάπη και εκτίμηση για τον εαυτό μου και την πεποίθηση ότι μπορείς, με αξιοπρέπεια, να είσαι νέος μέχρι τα βαθιά γεράματα.

Η συνεργάτιδά μας ψυχοθεραπεύτρια, (M.S Ψυχολογίας) στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια με ειδικότητα στην οικογενειακή θεραπεία κυρία Πέγκυ Πελώνη- Πινήρου, αναλύει.

«Εκεί που είσαι, ήμουν, κι εδώ που είμαι, θα ‘ρθεις», άκουγα συχνά τη γιαγιά μου να λέει. Ο χρόνος περνά και μεγαλώνουμε, να λοιπόν μια απώλεια την οποία δε θρηνούμε συνειδητά. Μια απώλεια που εμπεριέχει πολλές άλλες αλλαγές, γιατί καθώς μεγαλώνουμε χάνουμε τα νιάτα μας, τις δυνάμεις μας, ίσως τους συντρόφους και τους φίλους μας, αλλάζει ο τρόπος ζωής, αλλάζουν τα όνειρά μας.

Μετράμε τα χρόνια που είναι πίσω μας αντί γι’ αυτά που βρίσκονται μπροστά μας. Ο συμβιβασμός με τα χρόνια που περνά είναι ένα κι η ευγνωμοσύνη γι’ αυτά που έχουμε και απολαμβάνουμε είναι άλλο. Μια βόλτα στα νοσοκομεία και τις ψυχιατρικές κλινικές φτάνει για να μας θυμίσει ότι όσα θεωρούμε δεδομένα στην πραγματικότητα δεν είναι. Άνθρωποι που παλεύουν με αθεράπευτες ασθένειες καθημερινά πιστεύουν ότι όταν οι προσδοκίες για τη ζωή μειώνονται στο μηδέν, τα πάντα αποκτούν ιδιαίτερη σημασία.

Η Βίκυ πέρασε και περνά δύσκολα και οι αλλαγές τη θλίβουν γιατί το πέρασμα του χρόνου είναι αναπόφευκτο, ανεξέλεγκτο. Συγκεντρώνουμε την προσοχή μας σ’ αυτά που έφυγαν και συνεπώς δεν μπορούμε είτε να χαρούμε αυτά που έχουμε είτε να σχεδιάσουμε αυτά που μπορούν να έρθουν.

Η κοινωνία μας δίνει τέτοια έμφαση στη νιότη και την ομορφιά που οτιδήποτε άλλο είναι περιθωριακό και όχι ιδιαίτερα χρήσιμο. Όμως η σοφία που αποκτάμε αργότερα στη ζωή μας, δεν υπάρχει στα νεότερα χρόνια και οι εμπειρίες μας είναι αυτές που μας οδηγούν σε βαθύτερη αυτογνωσία και δύναμη. Όχι την εμφανή σωματική δύναμη αλλά τη δύναμη της ψυχής που παύει να φοβάται τις αλλαγές”.

Σχετικά άρθρα