Γιατί το καταθλιπτικό άτομο πιστεύει πως είναι η πηγή του κακού για όλα τα δεινά της ζωής του;

Απόσπασμα από το βιβλίο Απώλεια, Πένθος, Κατάθλιψη – Πάθος Και Λύτρωση του Νίκου και Αιμιλιανού Σιδέρη

Η θέση της καταθλιπτικής ψυχής είναι λοιπόν σαφής και, στα μάτια της, αυτονόητη: “Εγώ τα προκάλεσα όλα, από μένα εκπορεύονται όλα τα κακά”. Ακόμη κι αν ο άλλος ήταν το όργανο της καταστροφής μου, εγώ το έβαλα σε κίνηση. Γιατί; Γιατί, έτσι που φέρθηκα και τέτοιος που είμαι, δεν άξιζα την αγάπη του και για αυτό δικαίως την έχασα. Ας ακούσουμε την εξιστόρηση ενός νέου φοιτητή: “Έφερνα τον καλύτερό μου φίλο στο σπίτι για να διαβάζουμε μαζί. Αλλά μία μέρα, που γύρισα νωρίτερα, τον βρήκα να κάνει έρωτα με τη μητέρα μου. Αν εγώ δεν τον έφερα στο σπίτι μου, τότε αυτό δεν θα έχει συμβεί, η μητέρα μου δεν θα είχε φύγει ντροπιασμένη και χαθεί και ο πατέρας μου δεν θα πάθαινε καρκίνο έναν χρόνο αργότερα. Εγώ τα προκάλεσα όλα…όλα “

Ας πάμε τώρα λίγο πέρα από τον θάνατο ή τον χωρισμό: στην απώλεια ενός ονείρου μου. Είχα ένα όνειρο αλλά δεν έγινε πραγματικότητα. Ο πενθών, για ένα τέτοιο “χαμένο όνειρο”, θα πει “Ή το όνειρό μου είναι ρεαλιστικό, αλλά οι περιστάσεις ή η τύχη δεν επέτρεψαν την πραγμάτωση του είτε το όνειρό μου ήταν εξωπραγματικό και για αυτό δεν πραγματοποιήθηκε. Αν το όνειρο ήταν λάθος, κακώς το αγάπησα, αναγνωρίζω ότι έπρεπε να είμαι πιο διορατικός αν φταίνε οι συνθήκες, αναγνωρίζω την υπεροπλία τους και στις δύο περιπτώσεις, ότι χάθηκε χάθηκε, αλλάζουμε όνειρο ή μαθαίνουμε να ζούμε χωρίς αυτό “Ενώ ο καταθλιπτικός, ακόμη και αν έχει κάνει τα πάντα για την πραγματοποίηση του ονείρου του, θα πει “Εγώ δεν φέρθηκα σωστά απέναντι στο όνειρό μου, δεν έκανα ότι έπρεπε γι’ αυτό και καλά να πάθω και λίγα έχω πάθει γιατί είμαι ένας λιποτάκτης και προδότης του ονείρου μου, αφού τότε…”

Αυτό το “αφού τότε…” δεν απολείπει ποτέ από τη σκέψη του καταθλιπτικού. Όσο κι αν είναι εξωπραγματικός ο λόγος του (ακριβέστερα, οι φαντασιώσεις του), πάντοτε κάτι θα βρει για να αποδείξει παντού ότι το λάθος είναι δικό του. Κινούμενη από την εξυπονοούμενη ναρκισσιστική μεγαλομανία μιας τέτοιας τάσης (“Μπορούσα να κάνω τον κόσμο όπως ήθελα, αλλά δεν το έκανα”), που αρνείται ότι οι δυνατότητες ενέργειας σου στην πραγματική κλίμακα του φαινομένου μπορεί να ήταν έως και αμελητέες (π.χ. σε ανίατη νόσο,) η καταθλιπτική ψυχή θα συνεχίσει την τυφλή πορεία της:, Ακόμη και σε μία αρρώστια που δεν έχει γιατρειά, θα βρει να πει “Εγώ τον στεναχωρούσα κι αρρώστησε…” ή κάτι παρόμοιο. θα λέει ότι αυτή είναι η πηγή του κακού, που έβλαψε όχι μόνο τον εαυτό της αλλά και τον κόσμο ολόκληρο: η μαυρίλα των συναισθημάτων μου στην κατάθλιψη εξακτινώνεται και πνίγει όλο τον κόσμο εξού και το μαύρο μέσα σε μαύρο γίνεται πιο μαύρο… Η δική μου αστοχία είναι η πηγή της μεγάλης καταστροφής.

Ένας γνωστός από λόγος λέει: “Από ένα καρφί χάθηκε ένα πέταλο από ένα πέταλο χάθηκε ένα άλογο από ένα άλογο χάθηκε ένας καβαλάρης από έναν καβαλάρη χάθηκε μία ίλη από μία ίλη χάθηκε ένα τάγμα από ένα τάγμα χάθηκε ένα Σύνταγμα από ένα Σύνταγμα χάθηκε μία μάχη από μία μάχη χάθηκε ο πόλεμος και η αυτοκρατορία” Ο καταθλιπτικός θα τοποθετήσει “αυτονόητα” τον εαυτό του στη θέση του καρφιού που χάθηκε. Ένας πενθών θα πει στο τέλος ” Η αυτοκρατορία αυτή, παιδιά, έζησε όσο ήταν να ζήσει, κρίμα μεγάλο, μακάρι να μπορούσε και άλλο, καλά περνάγαμε… εκπολιτίζαμε και τους άλλους, ενδεχομένως” και κάτι τέτοια. Όσο για τον εαυτό του, αφού κάνει μία κάπως ρεαλιστική και λίγο προσχηματική αυτοκριτική και για τα δικά του λάθη, θα βρεις στο τέλος ένα ερμηνευτικό αφήγημα, όπου αυτός ό,τι μπορούσε περίπου το έκανε, πιθανώς θα μπορούσε να κάνει και κάτι παραπάνω, “αλλά κανείς λογικός άνθρωπος δεν θα περίμενε από μένα να σώσω την κατάσταση…” Πάντα θα βρει ένα σοφό μείγμα υπεκφυγής, δικαιολογιών και ρεαλισμού για να θέσει το μέτρο των συνθηκών και της θέσης του μέσα τους, άρα της εύλογης ευθύνης του. Έτσι, ο πενθών υιοθετεί μία πιο ανθρώπινη στάση απέναντι στην απώλεια, παρά το όποιο δράμα και μελόδραμα κάποιων στιγμών και εκφάνσεων του. Ο καταθλιπτικός οχυρώνεται σε μία μη ανθρώπινη ναρκισσιστική παραίσθηση: στη φαντασίωση “Μπορούσα να το αποτρέψω, αλλά δεν το έκανα, άρα Η πηγή του κακού είμαι εγώ”.

Το επιχείρημα του πενθούντος λοιπόν είναι: Εγώ υπέστην την ιστορία, ενώ η θέση του καταθλιπτικού θα είναι: Εγώ προκάλεσα την ιστορία – την καταστροφή. 

Αν συνθέσουμε τώρα την ερείπωση της αυτοεκτίμησης, τις ενοχές, την επίρριψη της ευθύνης στον εαυτό μου και τη φαντασίωση κακής χρήσης της δύναμης μου, προκύπτει μια εύγλωττη σύνοψη της στάσης του καταθλιπτικού ανθρώπου: Στα μάτια του η ροπή του κακού είναι κεντρόφυγος, αφού πηγή του είμαι εγώ και οι συνέπειες του εξακτικώνονται και χαλάνε όλο το κόσμο μου, προκαλώντας απώλειες που μπορούσα να έχω αποτρέψει. Η εξωπραγματική αυτή επίδειξη πανίσχυρης καταστροφικότητας είναι η υπογραφή του βιώματος και τελικά της φαντασίωσης της καταθλιπτικής ψυχής.

Σχετικά άρθρα