Τι είναι η υπερλεξία στα παιδιά και πως σχετίζεται με τον αυτισμό;

Ο όρος υπερλεξία χρησιμοποιήθηκε για πρώτη το 1967 για να περιγράψει τις προχωρημένες δεξιότητες ανάγνωσης, την εκμάθηση ανάγνωσης νωρίς χωρίς διδαχή, την έντονη προτίμηση για γράμματα και βιβλία και την ύπαρξη συνοδευτικής νευροαναπτυξιακής διαταραχής. 

Υπάρχουν διαφορετικοί τρόποι με τους οποίους ορίζεται και διαγιγνώσκεται η υπερλεξία, με τον πιο συνηθισμένο να είναι η διάκριση μεταξύ των γνωστικών ικανοτήτων κάποιου και των αναγνωστικών ικανοτήτων, έτσι ώστε οι αναγνωστικές ικανότητες να υπερέχουν πολύ περισσότερο από αυτό που αναμένεται με βάση τη γνωστική ικανότητα.

Αν μπορούσαμε να δώσουμε έναν ορισμό για το τι είναι η υπερλεξία, θα λέγαμε πως τα παιδιά με υπερλεξία είναι συχνά αυτοδίδακτοι αναγνώστες που μπορούν να διαβάσουν πολύ καλύτερα από αυτό που αναμένεται στην ηλικία τους, αλλά δυσκολεύονται να καταλάβουν τι διαβάζουν. Διαπρέπουν στο να ξέρουν πώς να αποκωδικοποιούν γραπτές λέξεις, αλλά δυσκολεύονται με την κατανόηση τους.

Πώς σχετίζεται η υπερλεξία και ο αυτισμός;

Πενήντα χρόνια αφότου εισήχθη για πρώτη φορά ο όρος υπερλεξία, αυτή η πάθηση συνδέεται πλέον με τον αυτισμό και συχνά αναφέρεται ως μία από τις γνωστές ικανότητες στον αυτισμό. Ωστόσο, οι επιστήμονες δεν έχουν ακόμη καθορίσει πώς σχετίζεται με την αυτιστική γνώση και την τυπική απόκτηση ανάγνωσης.

Τα παιδιά με αυτό το έντονο ενδιαφέρον για τα γράμματα απολαμβάνουν να διαβάζουν λέξεις, αλλά έχουν πρόβλημα με το νόημα τους. Ωστόσο, πρόκειται για χαρακτηριστικό που είναι κοινό και στον αυτισμό. Τα παιδιά με αυτισμό συχνά αναγνωρίζουν τις λέξεις, αλλά δυσκολεύονται να κατανοήσουν το νόημα του κειμένου ή της παραγράφου που διαβάζουν.

Γενικότερα, η υπερλεξία συνδέεται στενά με τον αυτισμό με το 84% των περιπτώσεων παιδιών με υπερλεξία να συγκαταλέγονται στο φάσμα του αυτισμού. Παρ’ όλα αυτά, μόνο το 6 έως 14% των παιδιών που έχουν διαγνωστεί με αυτισμό θα έχουν υπερλεξία. Είναι επίσης πιθανό η υπερλεξία να εμφανιστεί παράλληλα με άλλες νευροαναπτυξιακές διαταραχές.

Σημάδια και συμπτώματα

Το πιο προφανές και κοινό χαρακτηριστικό που σχετίζεται με την υπερλεξία είναι οι επιταχυνόμενες δεξιότητες ανάγνωσης λέξεων. Το επόμενο πιο συνηθισμένο είναι η έντονη έλξη του παιδιού προς τα γράμματα, άλλες έντυπες φόρμες και μερικές φορές ακόμη και αριθμούς.

Δηλαδή, οι γονείς θα παρατηρήσουν ότι το μικρό τους παιδί γοητεύεται εντελώς με τα γράμματα, όπως ένα άλλο συνομήλικό του παιδί μπορεί να γοητεύεται με φορτηγά, παιχνίδια, μπάλες και ούτω καθεξής. Πολλές φορές, έχουν αγάπη για τα γράμματα ακόμη και πριν μάθουν τους ήχους των γραμμάτων ή το τι ακριβώς είναι αυτά.

Μόλις αρχίσουν να διαβάζουν ή να αποκωδικοποιούν τις λέξεις στα βιβλία, τα παιδιά με υπερλεξία θα γίνονται εξαιρετικοί αναγνώστες, Ενδέχεται όμως να δυσκολεύονται να απαντήσουν σε μια ερώτηση κατά την διάρκεια συζήτησης. Με άλλα λόγια, μπορούν να διαβάσουν σε υψηλό επίπεδο από νωρίς, αλλά δεν μπορούν να κατανοήσουν αυτό που διαβάζουν ή αυτό που τους ρωτούν σε μία συζήτηση.

Η δομή και η προβλεψιμότητα του αλφαβήτου είναι ένας από τους λόγους της έλξης για γράμματα, λέξεις και βιβλία για παιδιά με υπερλεξία. Για αυτούς, η ανάγνωση είναι μια επαναλαμβανόμενη, περιοριστική συμπεριφορά με πρωταρχικό στόχο την αποκωδικοποίηση παρά την κατανόηση.

Οι αξιολογήσεις των δεξιοτήτων που σχετίζονται με την ανάγνωση μεταξύ των παιδιών που είναι υπερλεξικά υποδεικνύουν επίσης μια τάση να έχουν πολύ καλές οπτικο- αντιληπτικές δεξιότητες. Τέτοιες είναι ο ρυθμός ανίχνευσης γραμμάτων, νοητική περιστροφή αριθμών. Μελέτες απεικόνισης του εγκεφάλου σε παιδιά με υπερλεξία δείχνουν επίσης ότι περιοχές του εγκεφάλου που σχετίζονται με την οπτική επεξεργασία μπορεί να έχουν μεγαλύτερη ενεργοποίηση μεταξύ των ατόμων με υπερλεξία.

Ταυτοποίηση της υπερλεξίας

Η υπερλεξία είναι συχνά παρούσα από πολύ μικρή ηλικία, μερικές φορές ακόμη και κατά τη διάρκεια των νηπιακών χρόνων. Στην πραγματικότητα, ορισμένα παιδιά με υπερλεξία θα παρουσιάσουν προχωρημένες δεξιότητες ανάγνωσης ήδη από τα 2 έως 4 έτη τους. Και, μερικά παιδιά με αυτήν την πάθηση μπορεί ακόμη και να αρχίσουν να διαβάζουν όταν είναι νήπια.

Οι γονείς μπορεί να παρατηρήσουν τη γοητεία του παιδιού τους με τα γράμματα ήδη από τους 18 μήνες. Για παράδειγμα, μπορεί να τους αρέσει να παίζουν με μαγνητικά γράμματα. Εάν το παιδί κοιτάζει συνεχώς τα γράμματα, τα χειρίζεται και είναι εντελώς γοητευμένο μαζί τους, μπορεί να χρειαστεί να μιλήσουν με τον παιδίατρό τους γιατί μπορεί να υπάρχουν και άλλα συμπτώματα που υποδηλώνουν υπερλεξία.

Σε εκείνο το σημείο, ο επαγγελματίας υγείας μπορεί να αξιολογήσει την αναγνωστική ικανότητα του παιδιού. Μπορεί επίσης να καθορίσουν εάν το παιδί ενδιαφέρεται για άλλα είδη παιχνιδιού, ανταποκρίνεται στους γονείς του ή αν ενδιαφέρεται να παίξει με άλλα παιδιά. Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά βοηθούν να σχηματιστεί μια εικόνα για το αν υπάρχει ή όχι υπερλεξία.

Εν τω μεταξύ, εάν το παιδί είναι μεγαλύτερο και φαίνεται να είναι εξαιρετικά καλό στο να εκφωνεί λέξεις και να διαβάζει βιβλία, θα χρειαστεί μία πιο προσεκτική παρατήρηση, ειδικά εάν μαθαίνει να διαβάζει έξω από το τυπικό ηλικιακό πλαίσιο. Για τα παιδιά με υπερλεξία, το διάβασμα είναι κάτι που κάνουν μόνα τους και συχνά είναι αυτοδίδακτα.

Αν και δεν υπάρχει ειδικό τεστ για την υπερλεξία, ένας νευροψυχολόγος ή άλλος επαγγελματίας υγείας μπορεί να είναι σε θέση να εντοπίσει χαρακτηριστικά της υπερλεξίας στο παιδί μιλώντας μαζί του. Μπορεί να είναι σε θέση να μετρήσουν την κατανόηση της γλώσσας του παιδιού και τις άλλες δυνατότητές του.

Μερικές φορές η υπερλεξία μπορεί να χαθεί αρχικά. Συχνά, γονείς και δάσκαλοι εστιάζουν τόσο πολύ στα δυνατά σημεία των μαθητών που δεν αναγνωρίζουν τα ζητήματα κατανόησης. Όμως, εάν το παιδί διαβάζει από πολύ νωρίς, θα πρέπει να ελεγχθεί και η κατανόησή του. Αυτό μπορεί να γίνει και εάν οι γονείς ζητήσουν από το παιδί να τους πουν τι λέει η ιστορία που διάβασαν ή να κάνουν συγκεκριμένες διευκρινιστικές ερωτήσεις επάνω σε αυτή. Εάν γίνουν αυτά τα βήματα τότε μπορεί ο γονέας να καταλάβει την υπερλεξία από νωρίς.

Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι τις περισσότερες φορές η υπερλεξία δεν εμφανίζεται από μόνη της. Ένα παιδί που είναι υπερλεξικό μπορεί επίσης να έχει άλλες μαθησιακές δυσκολίες ή προβλήματα συμπεριφοράς. Το κλειδί είναι να συνεχίσει ο γονέας να παρακολουθεί την πρώιμη ανάγνωση του παιδιού του και να ελέγχει τις παρατηρήσεις που κατά καιρούς κάνει επάνω στο θέμα, ώστε να μπορεί να τις μοιραστεί και με τον ειδικό που θα απευθυνθεί.

Όσο πιο γρήγορα εντοπιστεί η υπερλεξία, τόσο πιο γρήγορα το παιδί μπορεί να αρχίσει να αναπτύσσει τις δεξιότητες που απαιτούνται για την αντιμετώπιση τυχόν προβλημάτων κατανόησης ή γλωσσικής έκφρασης που υπάρχουν.

Θεραπεία για την υπερλεξία

Αν και η αποτελεσματική και ακριβής αποκωδικοποίηση των λέξεων είναι απαραίτητο μέρος της ανάγνωσης, δεν είναι η μόνη δεξιότητα που απαιτείται για την ακαδημαϊκή επιτυχία. Οι μαθητές πρέπει επίσης να είναι σε θέση να κατανοούν τι διαβάζουν καθώς και να έχουν κριτική σκέψη ώστε να ενσωματώνουν ό,τι έχουν διαβάσει στην εργασία τους και σε άλλες σχολικές δραστηριότητες.

Για αυτόν τον λόγο, τα παιδιά με υπερλεξία πιθανότατα θα χρειαστεί να συνεργαστούν με διάφορους ειδικούς όπως παθολόγους ομιλίας και νευροψυχολόγους, ώστε να μπορούν να μάθουν τρόπους αντιμετώπισης των αναγνωστικών τους προκλήσεων. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι δεν υπάρχει καθορισμένος τρόπος αντιμετώπισης της υπερλεξίας. Στην πραγματικότητα, τα καλύτερα σχέδια θεραπείας δεν λαμβάνουν υπόψη μόνο το παιδί, αλλά έχουν σχεδιαστεί για να το βοηθήσουν να μεγιστοποιήσει τις δυνατότητές του.

Η πρώτη ερώτηση που πρέπει να τεθεί είναι ποια είναι τα δυνατά και τα αδύνατα σημεία του παιδιού. Τότε θα αναρωτηθεί ο ειδικός αλλά και οι γονείς πώς μπορούν να χρησιμοποιήσουμε αυτά τα δυνατά σημεία για να διεργαστούν πάνω στις αδυναμίες.

Σύμφωνα με την American Speech-Language-Hearing Association οι δεξιότητές του υπερλεξικού παιδιού στην ανάγνωση φαίνονται σταθερές στην επιφάνεια, αλλά υπάρχουν κενά που σχετίζονται με την κατανόηση και γίνονται πιο αισθητά καθώς μεγαλώνουν και δυσκολεύουν οι σχολικές απαιτήσεις.

Ο γονέας είναι ένα μεγάλο μέρος του σχεδίου θεραπείας του παιδιού. Συχνά θα είναι το πρώτο άτομο που θα αναγνωρίσει τι χρειάζεται το παιδί, τι λειτουργεί και τι δεν λειτουργεί για αυτό. Μπορεί λοιπόν να κρατά σημειώσεις για όσα παρατηρεί και να επικοινωνεί τακτικά με τους δασκάλους, τους θεραπευτές και τους επαγγελματίες υγείας του παιδιού για να ενημερώνεται για όλα.

Το σχέδιο θεραπείας του παιδιού θα εξελίσσεται και θα αλλάζει καθώς μεγαλώνει και μαθαίνει και το ίδιο θα συμβαίνει και με τον ρόλο του γονέα σε αυτό. Συνολικά, τα παιδιά με υπερλεξία μπορεί να χρειαστεί να συμμετάσχουν σε συνεδρίες λογοθεραπείας, να εξασκηθούν στην επικοινωνία και να λάβουν μαθήματα που τους διδάσκουν πώς να καταλαβαίνουν τι διαβάζουν.

Σχετικά άρθρα