Τι είναι η ποίηση; Μας απάντησε η Κική Δημουλά!

Τι θα ήταν η ζωή μας χωρίς την ποίηση και τους ποιητές;

Ένα κενό, μια χαράδρα χωρίς γέφυρα σωτηρίας, ένα απέναντι που δεν θα μπορούσαμε ποτέ να επισκεφθούμε, μια ματιά χωρίς την κλέφτη της ματιά, μια ματιά μισή δηλαδή.

Πήγα στο Μέγαρο να δω την Δημουλά να γίνεται ανάγνωσμα και εκτός συνόρων και για μια ακόμα φορά ενθουσιάστηκα. Ένας χείμαρρος από λέξεις που χρησιμοποιούμε όλοι μας αλλά αυτός ο χείμαρρος καταλήγει σε σε μια άλλη θάλασσα πιο βαθιά.

Αν η πατρίδα μας είναι η γλώσσα μας τότε νιώθω πολύ περήφανη για την πατρίδα μου που αξιοποιείται από αυτό το ιδιοφυιές ποιητικό ταλέντο της κυρίας Κικής Δημουλά.

Είμαι ελάχιστη να πω αλλά για την συγκίνηση που μου δημιούργησε αυτή η βραδιά αλλά απομαγνητοφώνησα τον λόγο της και σας τον προσφέρω προς ανάγνωση. Απολαύσετε τον.

Άννα Δρούζα 

Κική Δημουλά 

“Το πρώτο ποίημα χαράχτηκε από τον πρώτο τρομαγμένο άνθρωπο, πάνω σε εκείνη την πέτρα όπου ακουμπούσε το κεφάλι της η αείμνηστη εκείνη μοναξιά του ύπνου του”

Τι κι αν οι ερευνητές κάποτε βρήκαν τα απολιθώματα αυτής της επινοημένης καταφυγής μας σε ομηρικό τάφο, θαμμένα δίπλα-δίπλα σαν ομοούσιο τη φαντασία, την έμπνευση, το όνειρο, την κακόθυμη επανάληψη και τις εξερευνητικές  της παραλλαγές. Το ερώτημα όμως, πότε και από ποια είρωνα λύτρωση μας δόθηκαν όλα αυτά χαραγμένα. Γιατί , εν τέλει, ποιος ήταν αυτός που νοιάστηκε να κρύψει βαθιά στο χώμα αυτές τις ενσαρκώσεις του αλλήλου, βαθιά στο χώμα για να μην τις βρει και τις κατασπαράξει το απόλυτο όρνιο που είναι η εξαφάνιση.

 Κι ο ποιητής άραγε τι είναι; Ένας απόγονος του αναπάντητου;

Ένας προφήτης όσων μέλλεται να εκλείψουν κι όσων να μη μπορεί ποτέ να συμβούν; Και ο μεταφραστής; Είναι ένας υπόκωφος δημιουργός; Ένας καλοπροαίρετος ωτακουστής των προφητειών του ποιητή; Ένας προσκυνητής της σκοτεινής γλώσσας; Ή ακόμα- ακόμα ένας πολιτισμένος εγωιστής που αναδεικνύει τον εαυτό του, αλλά παραχωρώντας τον υπέρ της ανάδειξης μιας ξένης πνευματικότητας; Είναι ο μεταφραστής ένας τολμηρός δύτης σε ένα βυθό που συνεχώς διαφεύγει; Αν θυμάμαι καλά, ο Μπόρχες είχε πει ότι: «η ποίηση είναι η αναπάντεχη χρήση της γλώσσας». Και σκέπτομαι ότι όπως ο ποιητής δέρνεται, παλεύει να οικειοποιηθεί αυτό το γλωσσικό αναπάντεχο, έτσι και ο μεταφραστής αγωνίζεται να ενσωματωθεί σε αυτό το συγκεκριμένο, αλλά και το διαφορετικό κάθε φορά αναπάντεχο. Και για να το καταφέρει πρέπει να θυσιάσει τη γλώσσα που μιλάει ο δικός του ψυχισμός, να υποτάξει τη διαφορετική ίσως άποψη που έχει η δική του ευαισθησία, να ταυτιστεί επομένως με τον ποιητή και τη βούληση του κειμένου.

Κατά την πορεία αυτής της ταύτισης συμβαίνει ο μεταφραστής ως συνδημιουργός να διακρίνει μικρά, άτυχα ραγίσματα στα τοιχώματα της γραφής.

Αν είναι μικρά και επιφανειακά θεωρώ ότι ο μεταφραστής δικαιούται και πρέπει να τα μερεμετίζει, αν η διάλογος ξένη γλώσσα διαθέτει μια πιο μεγάθυμη διατύπωση που δικαιούται και πρέπει να τη συγκαλύπτει. Πιστεύω ότι η Σεσίλ Μαργέλου είναι εξουσιοδοτημένη να εφαρμόζει το πολύπτυχο χάρισμά της επάνω σε ό,τι η μετάφρασή της μεταφέρει εκτός Ελλάδας με την επιθυμία να το επιβάλλει. Καχύποπτη, δεν πιστεύετε αυτό που νομίζω ότι  βλέπει, δεν παγιδεύεται από το προφανές, προσηλώνεται σε αυτό το κάτι που σαν αναποφάσιστο ξεγλιστράει και απομακρύνεται από τη σύλληψή του μέσω των λέξεων που είναι σαν να μην θέλουν να ομολογήσουν. Αυτή την απεγνωσμένη πανουργία την σέβεται απολύτως η Μαργέλου και πιστεύω ότι η ευέλικτη μετάφρασή της συγκέρασε τη διπρόσωπη διάθεση των λέξεων δίνοντάς τους το πιστοποιητικό της ποιητικής νομιμότητας. Στην αρμονική σχέση που αναπτύχθηκε μεταξύ της αγγλικής και της ελληνικής γλώσσας, ξέρω ότι συνέβαλε σημαντικά και η μεταφράστρια, η Καλέζου, με την οποία η Σεσίλ Μαργέλου είχε στενή και αγωνιώδη συνεργασία. Έτσι, το αποτέλεσμα ήταν μια μετάφραση, τόσο διάφανη που να μπορεί να αναπνέει επαρκώς από κάτω ο προβληματισμός της γενέτειρας γλώσσας, καθώς και η αμετάλλαχτη προσχώρησή τους στην ξένη γλώσσα. Εξάλλου, πιστεύω ότι η ποίηση έχει μέσα της όλες τις γλώσσες του κόσμου γιατί απ’ όλο τον κόσμο ζητάει ακρόαση και απάντηση.

Στο λίγο χρόνο που έχω προφταίνω να ευχαριστήσω όλους τους μάγους, θαυματοποιούς συντελεστές αυτής της τιμητικής βραδιάς που ήταν γεμάτη εκπλήξεις και που θα τις ζήλευε και το πιο εμπνευσμένο απροσδόκητο. Ευχαριστώ βαθύτατα τον Διευθυντή του Yale University Press,John Donatch που με την βιντεοσκοπημένη έστω παρουσία του εδώ απόψε, με καθησύχασε ότι η λαμπρή αυτή έκδοση των ποιημάτων που μου πρόσφερε είναι πραγματικότητα και όχι φαντασίωσή μου. Ευχαριστώ θερμά τον κύριο Ιωάννη Μάνου, τον Πρόεδρο του Μεγάρου Μουσικής και χορηγό της τιμητικής φιλοξενίας μου εν αυτό. Την κυρία Ελένη Παπαδημητρίου για το ευγενικό καλωσόρισμα της σε εμένα και σε όσα με πλαισιώνουν απόψε.

Η πλατωνική σκέψη, όσο κι αν γνώριζε μίας θεϊκής φύσεως εύνοια, που ικέτευε δύναμη στους άξιους ποιητές ώστε να γράψουν το έργο τους, ήταν εντούτοις επιφυλακτική ως προς τη χρησιμότητα γενικά της ποίησης.

Ο Μαντέλος μοιάζει σαν να αντιτέθηκε σε αυτό το συγκεκριμένο πιστεύω του Πλάτωνα με το να γίνει χορηγός και να δημιουργήσει μια δική του παγκόσμια πολιτεία των γραμμάτων , ιδανική γι’ αυτόν, από την οποία δεν απέκλεισε τους ποιητές πιστεύοντας ότι είναι αναμφίβολης αξίας η τέχνη που ασκούν. Η γενναιόδωρη υποστήριξη από τη επιθυμία του αυτή, ίσως και ριψοκίνδυνα, απόδειξη του ανεκτίμητου που έρχεται σε μένα ώστε να εισχωρήσει και το δικό μου έργο, σε αυτή την αξιόπιστη πολιτεία των γραμμάτων που οραματίστηκε με ιδανική μάλιστα στέγη το Πανεπιστήμιο του Yale. Ξέρει ο κύριος Μαργέλος και από άλλες φορές, πόσο τον ευχαριστώ και πόσο διαρκώς τον ευχαριστώ.

Οφείλω πάρα πολλές ευχαριστίες εκτός όπως αυτές που θα του πω στον Γιάννη Ευστρατιάδη, που βλέπεις την ανεξάντλητη, πολύτροπη πνευματικότητα του για να σκηνοθετήσει τις προσπάθειές μου με την γνωστή ευρηματικότητα των συλλήψεών του. Αμέτρητες ευχαριστίες στο ζεύγος Γιώργου και Ηρώς Σγουράκη που κέρδισαν επάνω και στο δικό μου όνομα το άκρως ιστορικό μονόγραμμά τους και έτσι θα διασωθεί η ένδεια του βίου μου από συνταρακτικά γεγονότα. Θερμές ευχαριστίες στους μουσικούς, κύριο Ξυδάκη, κύριο Τασόπουλο και επαναλαμβάνω Αργύρη Παπαδημητρόπουλο. Ο καθένας βέβαια έχω την αίσθηση ότι μετέφρασε την ποίησή μου σήμερα με την δική τους έμπνευση και με τις δικές τους νότες. Στην Μαρίνα Ψάλτη  επίσης, που με τόσο ψυχικό αίσθημα ανταποκρίθηκαν στην προσπάθεια της ποίησής μου να είναι χαμηλόφωνη, την αγάπη μου και τις ευχαριστίες μου. Βεβαίως, ιδιαίτερες ευχαριστίες σε όσους με τίμησαν σήμερα με την παρουσία τους, στήριγμα απαραίτητο γι’ αυτό που νοιάζομαι και αγαπώ. Εν αρχή, όσο κι αν τίθεται στο τέλος, ευχαριστώ τον μέγιστο ποιητή των πάντων για την μακροζωία που μου δίνει ο ίδιος στο αναπάντητο, σιωπώντας. Εξασφαλίζει έτσι την αθανασία των ερωτημάτων μου. Και χωρίς αυτά τα ερωτήματα και ο άνθρωπος και η τέχνη και η ποίηση θα είχαν παραιτηθεί από την αναζήτηση του χαμένου χρόνου. Ευχαριστώ το Θεό που και ο ίδιος μας κρύβεται και για όσα μας κρύβει και ίσως αυτή η απόκρυψη να είναι ένας είδος κιβωτού για να σωθούμε από τον κατακλυσμό τόσων αληθειών. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ.

Αν θέλετε να σας διαβάσω δύο ποίηματα, εγώ δεν θα καταχραστώ το χρόνο σας. Θέλω να σας διαβάσω οπωσδήποτε δύο μικρά και παρόλο που μοιάζουν διαφορετικά, θα δείτε πραγματικά ότι λένε το ίδιο πράγμα και απευθύνονται στον ίδιο υπεύθυνο.

 Το Πρόβλημα της Στέγης

Κύριε, μην μας πάρεις κι άλλο τις απώλειές μας

Δεν έχουμε πού αλλού να μείνουμε

Το άλλο ποίημα είναι «Πρόσεχε» ο τίτλος.

Όταν στρώνεις το τραπέζι, πριν καθίσεις να ελέγχεις σχολαστικά την αντικρινή σου καρέκλα

Αν είναι γερή, μήπως τρίζει, μήπως χαλάρωσαν οι εγκοπές, μήπως φαγώθηκαν οι αρμοί, αν υποσκάπτει τον σκελετό σκουλήκι

Γιατί εκείνος που δεν κάθεται γίνεται κάθε μέρα όλο και πιο βαρύς.

 Η ομορφιά του απογοητευτικού

Ω βλέμμα λάθος κόσμο μου γνώρισες. Δεν ήταν αυτός.

Ω αντίληψη εάν ο κόσμος που μου γνώρισες εσύ είναι ο σωστός.

Δεν ήταν αυτός.

Το λάθος αίσθημά μου κι ο κόσμος του όλος ειν’ ο σωστός μου κόσμος.

Ουσιώδης διαφορά

Τη στάχτη κατά βάθος δεν τη συμπαθώ, είναι απόλυτη, το ύφος της δηλώνει μια γκρίζα έχθρα για ό,τι γειτονεύει με τη φλόγα. Κοίτα ως και τη μάνα της τη φωτιά, στάχτη την έκανε.

Ωστόσο, στη στάχτη θα μ’ εμπιστευτώ, δεν αφήνει λάσπης πατημασιές στο σώμα. Ανάλαφρα σκορπίζεσαι σα λίγη πούδρα που έχει μείνει στο πρόσωπο της βιογραφίας μου.

Στη στάχτη θα μ’ εμπιστευτώ, το χώμα μου πέφτει βαρύ. Δεν μπορείς να ανασάνεις σε πιέζουν από πάνω και οι γλάστρες που φέρνουν οι δικοί σου, βαραίνει και το πολύ νερό που πίνουν.

Εσένα σε περονιάζει η υγρασία, εχθρός για το αυχενικό σου, αλλά και να θέλεις να πονέσεις, αν δεν γράψεις κάπου θα πάει διπλά χαμένο. Πού να το γράψεις;

Αυτός ο μαυροπίνακας δεν είναι ουρανός κι εκείνο που απέμεινε δεν είναι κιμωλία. Στην τέφρα θα δοθώ. Βλέπεις τον κόσμο αλλιώς όταν από ψηλά σκορπίζεσαι . Αναπνέεις πουλιά, μοσχοβολάει μυστήριο βαθιά σαν αιθέρα σε μπαμπάκι το εισπνέεις κι εκείνο σα μπαμπάκι σε απορροφά.

Σύννεφα θα σου κρατούν τα αναμνηστικά σου, βροχή, ομπρέλα, φάρμακα, τσιγάρα, φιλιά μην ξεχάσεις, αποκαΐδια γενικά, ασυζητητί μέσω της στάχτης του άλλου. Πάνω στα αποκαΐδια σου και ξαναζήσει έχεις και ξαναγράψει έχεις επάνω τους τα ίδια.

Πρέπει να ευχαριστήσω ιδιαιτερότατα τους ακαδημαϊκούς που με τίμησαν απόψε εδώ. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ.

Σχετικά άρθρα