Η μπασκετοποίηση της Εθνικής ποδοσφαίρου και οι τηλεπεριγραφές

 

Οι εποχές που η Εθνική ομάδα ποδοσφαίρου ήταν του… κλώτσου και του… μπάτσου έχει περάσει χωρίς επιστροφή. Σήμερα και το επίπεδο των ποδοσφαιριστών είναι υψηλότερο από των παλαιοτέρων, αλλά και οι εμπειρίες.

Σήμερα ακόμα κι ένας μέτριος ποδοσφαιριστής μπορεί να βρει καλά λεφτά στο εξωτερικό, να επιλέξει τη καριέρα ή την ησυχία του.

Ακόμη και στην Εθνική ομάδα όχι πολύ παλιά ο Αποστολάκης και ο Τσαλουχίδης παρακαλούσαν τους παίκτες να μαζευτούν και να παίξουν. Σήμερα οι ποδοσφαιριστές είναι αυτοί που παρακαλάνε. Ένα καλό συμβόλαιο προϋποθέτει κάποιες συμμετοχές στην εθνική. Αν μάλιστα συνοδεύονται κι από την παρουσία σε μεγάλες διοργανώσεις ακόμα καλύτερα.

Είναι λογικό μια ομάδα να παίξει καλά, να παίξει άσχημα, ακόμα κι ανυπόφορα. Να είστε βέβαιοι οι ίδιοι οι ποδοσφαιριστές ξέρουν πολύ πριν τους… ειδικούς τι φταίει όταν κάτι πάει στραβά.

Με τη λογική αυτή κανείς σοβαρός ποδοσφαιριστής, και παράγοντας θέλουμε να ελπίζουμε δεν έχει ανάγκη, δημοσιογραφικής, προστασίας.

Μέχρι τώρα ο κανόνας αυτός ίσχυε. Στην εθνική υπήρχε μεγαλύτερος πλουραλισμός απόψεων απ’ν ότι στα ρεπορτάζ για τις ισχυρές ομάδες.

Όπως έγραψε κι ο Σολωμός «εθνικόν το αληθές» κι αυτό το… αληθές δεν είναι μόνο το Α και το Ω της δημοσιογραφίας , αλλά και το αυτονόητο σε περιπτώσεις που βλέπουμε μεγάλες διοργανώσεις και δύσκολα μπορεί να κρατηθεί κάτι μυστικό.

Τον τελευταίο καιρό η κρατική τηλεόραση που μεταδίδει τους αγώνες του Μουντιάλ παρουσιάζει ένα σύμπτωμα ανησυχητικό. Παρουσιάζει μια τάση προστασίας της Εθνικής ομάδας. Μια τάση προστασίας που εφαρμόστηκε με χαρακτηριστική αποτυχία στο μπάσκετ, εκεί που η εθνική ήταν ομαδάρα είτε έπαιρνε πρωτάθλημα Ευρώπης είτε περνούσε πληρώνοντας σε ένα παγκόσμιο πρωτάθλημα!

Η εθνική ποδοσφαίρου δεν έχει ανάγκη… μπασκετικές μεθόδους προστασίας της γιατί απλούστατα δεν χρειάζεται προστασία. Η ιστορία της δεν σταμάτησε το 2004 που πήρε το Euro, ούτε φυσικά στην αποτυχία του 2008. Πάντα στις μεγάλες διοργανώσεις κάποιοι πάνε καλά και κάποιοι άσχημα. Τι να γίνει;

Το να εξωραΐζουμε καταστάσεις δεν προσφέρουμε υπηρεσία. Το να λέμε ακόμα και τώρα για την «ελληνική ψυχή» και την «ελληνική υπεροχή» είναι τουλάχιστον αφελές. Δεν πιάνει στον κόσμο.

Δεν λέω να γίνει η ΝΕΡΙΤ… facebook όπου γράφει ο καθένας το μακρύ του και το κοντό  του, αλλά δεν χρειάζεται και τόση προστασία.

Θεωρώ εξαιρετικά εγωιστικό ένας δημοσιογράφος να θεωρεί ότι  μπορεί να προστατεύσει μια ομάδα. Πολύ περισσότερο εάν αυτή είναι η εθνική. Απλά γίνεται αστείος πουλώντας εκδούλευση σε ανθρώπους που δεν του τη ζήτησαν. Ούτε χρειάζεται κανείς να μιλά σαν τον Χατζηαβάτη όταν βρίσκει μπροστά του έναν διεθνή ποδοσφαιριστή.

Ο δημοσιογράφος ρωτά χωρίς προκατάληψη αυτό που θέλει να ρωτήσει ο κόσμος. Ούτε αποδοκιμάζει, στη ΝΕΡΙΤ δεν συμβεί ποτέ, ούτε θα υπερθεματίσει. Ακούει την απάντηση, κάνει άλλη ερώτηση, σχετική η άσχετη και δίνει ρεπορτάζ. Αυτά.

Αυτά για το ρεπορτάζ. Πάμε τώρα καις τις περιγραφές. Γιατί εκεί γίνεται το μεγάλο πανηγύρι. Όλοι θεωρούν ότι το να περιγράψει κάποιος ένα ματς  είναι ένδειξη καταξίωσης.

Κι όμως η περιγραφή ποδοσφαιρικών αγώνων είναι κάτι άλλο. Ο καλός σπήκερ δεν σημαίνει ότι είναι και καλός δημοσιογράφος, όπως και το αντίθετο. Πολλοί εξαιρετικοί δημοσιογράφοι – ρεπόρτερ διασύρονται περιγράφοντας, όπως και πολλοί σπήκερ διασύρονται προσπαθώντας να γράψουν τρεις λέξεις στη σειρά.

Δεν μπορεί να τα κάνουν όλοι… όλα.

Απλά έχω μια απορία. Αφού η περιγραφή είναι ταλέντο γιατί η ΝΕΡΙΤ ταλαιπωρεί τόσο κόσμο βάζοντάς τους να περιγράψουν μαζί. Χάθηκαν οι ειδικοί στις περιγραφές;

Και δεν μιλάμε για τους Βερνίκο, Παπαδημητρίου, Κατσαρό που ενδεχομένως να ζητούσαν πολλά για να συνεργαστούν, έστω και ευκαιριακά με την κρατική τηλεόραση στη διάρκεια του Μουντιάλ.

Υπάρχει μια σειρά εξαιρετικών τηλεπεριγραφέων που θα μπορούσαν να συνδράμουν τη προσπάθεια της κρατικής τηλεόρασης. Σωστά επιλέχτηκε ο Αλέξης Σπυρόπουλος για την εθνική. Γιατί δεν πήγαιναν και σε άλλες περιπτώσεις εξαιρετικών σε αυτό τον τομέα. Ο Σωτήρης Κωσταβάρας, ο Γιάννης Λιαλάτσης, ο Γιώργος Χαϊκάλης είναι τρεις φωνές που έρχονται στ’ αυτιά μου. Και χιλιόμετρα έχουν… γράψει στον τηλεοπτικό αέρα και αποδεκτοί από όλους είναι.

Στο κάτω κάτω θα έπαυε κι η γκρίνια των ήδη εργαζομένων ότι «τα κάνουμε όλα κι έχουμε φτάσει στα όριά μας».

ΥΓ: Ο Sporos δεν έχει πρόβλημα να γράψει επωνύμως διευθύνσεις και ονόματα. Δεν το θεωρεί σκόπιμο. Άλλωστε όλοι γνωρίζουν ποιος είναι. Και δεν έχει προσωπικά με κανένα. Ούτε έχει φιλοδοξίες να πάρει τη θέση κάποιου. Απλά έχει μάθει να μην κρύβεται. Τελεία και παύλα.

 

Σχετικά άρθρα