Real Life

Όταν ο έφηβος κάνει ομοφυλοφιλικές σκέψεις;

Η σεξουαλικότητα αποτελεί ένα ιδιαίτερα σύνθετο φαινόμενο-αποτέλεσμα της επίδρασης τόσο  βιολογικών, όσο και ψυχοκοινωνικών-περιβαλλοντικών παραγόντων. Είναι επίσης η απόδειξη ότι οι άνθρωποι χρειάζονται την επαφή με άλλους ανθρώπους, και αυτή η ανταλλαγή συναισθημάτων και εμπειριών ξεκινά με τη γέννηση και τελειώνει με το τέλος της ζωής.
Γράφει η Άρτεμις Τσίτσικα, Επικ. Καθηγήτρια Παιδιατρικής – Εφηβικής Ιατρικής και Επιστημονική Υπεύθυνος Μονάδας Εφηβικής Υγείας (ΜΕΥ),  στη Β´ Παιδιατρική Κλινική Πανεπιστημίου Αθηνών του Νοσοκομείου Παίδων “Π. Α. Κυριακού”.
 
Η ομοφυλοφιλία είναι ένα από τα θέματα που μπορεί να αντιμετωπίσει ο παιδίατρος και ο ρόλος του είναι εξαιρετικά σημαντικός. Περίπου 2-5% των εφήβων υπολογίζεται πως είναι ομοφυλόφιλοι (ανάλογο ποσοστό με αυτό των ενηλίκων). Μελέτες σε ομοζυγωτικούς και διζυγωτικούς διδύμους ανέδειξαν ότι η επίπτωση της ομοφυλοφιλίας στα αδέλφια είναι σημαντικά συχνότερη στους πρώτους, ωστόσο δεν έχει βρεθεί κάποιος γενετικός παράγοντας που διαφοροποιεί τους ομοφυλόφιλους από τους ετεροφυλόφιλους.
Άλλοι ερευνητές σημειώνουν ανατομικές διαφορές στο μέγεθος και τη δομή του υποθαλάμου, ενώ ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται και στο ενδομήτριο ορμονικό περιβάλλον. Οικογενειακοί, κοινωνικοί και γενικότερα περιβαλλοντικοί παράγοντες έχουν επίσης συμμετοχή και ένα μικρό ποσοστό παιδιών με ατυπία στο κοινωνικό φύλο (αγοροκόριτσα ή αγόρια που παίζουν με κούκλες και τους αρέσει να ντύνονται γυναικεία) μπορεί στο μέλλον να έχουν ομοφυλοφιλική σεξουαλική προτίμηση. Ο γενετικός παράγων φαίνεται να είναι ισχυρός, ωστόσο η αιτιολογία είναι πολυπαραγοντική και το φαινόμενο σύνθετο.
Το γεγονός είναι ότι η ομοφυλοφιλία από το 1973 δεν θεωρείται ψυχική νόσος, αλλά παραλλαγή της σεξουαλικής συμπεριφοράς. Ο ίδιος ο Freud καθησυχάζει μία μητέρα ομοφυλόφιλου με την περίφημη επιστολή του ήδη από το 1935, διαβεβαιώνοντάς την για τα παραπάνω. Ωστόσο, λόγω του ότι η σεξουαλική αυτή παραλλαγή δεν συμβάλλει στη διαιώνιση του ανθρωπίνου είδους, υπάρχει κοινωνική προκατάληψη και αρνητική αντιμετώπιση των ομοφυλοφίλων.
Κατά την πρώϊμη και μέση εφηβεία, όταν ο σεξουαλικός πειραματισμός βρίσκεται στο ζενίθ του, ενδέχεται να υπάρξουν ομοφυλοφιλικές σκέψεις, όνειρα, φαντασιώσεις ή και πράξεις, οι οποίες δεν σημαίνουν απαραίτητα και ανάλογο προσανατολισμό κατά την υπόλοιπη ζωή. Από στοιχεία μελέτης σε πληθυσμό εφήβων των Η.Π.Α., 10% αναγνώρισαν ότι είχαν τουλάχιστον μία ομοφυλοφιλική εμπειρία και σίγουρα δεν θα εξελιχθούν όλοι σε ομοφυλόφιλους.
Ο ομοφυλόφιλος έφηβος καλείται να εξερευνήσει τη σεξουαλικότητά του μέσα από μυστικές διαδικασίες, αισθήματα ενοχής, συναισθήματα ντροπής, που πολλές φορές καθυστερούν την παραδοχή της φύσης του και τον καταπιέζουν οδηγώντας σε αδιέξοδο ένα συχνά ταλαντούχο, λειτουργικό και ικανότατο άτομο.
Σε μια άλλη μελέτη των Η.Π.Α., 97% των μαθητών δηλώνουν ότι έχουν ακούσει ομοφοβικά ανέκδοτα και έχουν βιώσει τη λεκτική κακοποίηση των  ομοφυλόφιλων. Επιπλέον, έρευνα σε ομοφυλόφιλους εφήβους αναφέρει ότι 50% εξ’αυτών βίωσαν την απόρριψη των γονέων τους όταν τους ανακοίνωσαν το σεξουαλικό τους προσανατολισμό. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον καλείται ο ομοφυλόφιλος έφηβος να ανακαλύψει τον εαυτό του και ο παιδίατρος μπορεί να αποτελέσει το πρόσωπο-κλειδί για να τον βοηθήσει σε αυτό. Το θέμα είναι εξαιρετικά σημαντικό και εάν ο παιδίατρος θεωρεί ότι λόγω προσωπικών, θρησκευτικών ή άλλων πεποιθήσεων θα είναι προκατειλημμένος, επιβάλλεται να παραπέμψει τον έφηβο σε άλλο συνάδελφο.
Ο ομοφυλόφιλος έφηβος χρειάζεται στήριξη, θετική ενέργεια και χρόνο για να χτίσει την προσωπικότητά του και να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες του. Οι γονείς του χρειάζονται καθοδήγηση, ενημέρωση και ενίσχυση ώστε να απαγκιστρωθούν ομαλά από προσδοκίες μιας ολόκληρης ζωής (π.χ. να παντρέψουν το παιδί τους, να γίνουν παππούδες κ.λπ). Οι ομοφυλόφιλοι και οι γονείς τους μπορεί αναμφισβήτητα να είναι ευτυχισμένοι και περήφανοι ο ένας για τον άλλο όταν ανακαλύψουν την ουσία της ζωής και δεχθούν την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης φύσης και σεξουαλικότητας.
Ο παιδίατρος έχει το προνόμιο να μοιράζεται με τους νέους ανθρώπους την εξερεύνηση του σώματος και της ψυχής τους σε μία περίοδο καθοριστική για την υγεία και το μέλλον τους. Για το λόγο αυτό δεν θα πρέπει να χάνει την ευκαιρία να προσφέρει επιστημονική γνώση, να ενημερώνει, να καθοδηγεί και να στηρίζει τους εφήβους και την οικογένειά τους αξιοποιώντας στο έπακρο τον σημαντικό του ρόλο.

Πώς αντιμετωπίζουμε τους καβγάδες των παιδιών;

Αναγνώστριά μας αναρωτιέται:

Με ποιους τρόπους μπορώ να πείσω τους δυο γιους μου να μην έχουν σαν παιχνίδι το να παλεύουν και να χτυπιούνται; Ειναι 10 και 6 ετών.

Αγαπητή αναγνώστρια απευθύναμε το ερώτημά σας στην Παιδοψυχίατρο κυρία Μερσύνη Αρμενάκα.

Συχνά τα παιδιά και ιδίως τα αγόρια, λόγω της τεστοστερόνης ,έχουν επιθετικά ένστικτα που εκτονώνονται στο παιχνίδι.Είναι άκρως φυσιολογικό αν γίνεται ως παιχνίδι και δεν ξεπερνά τα όρια  της σωματικής ασφάλειας.

Συχνά, με αυτό τον τρόπο επιδιώκουν την επαφή με τον αδελφό ή ένα φίλο.Οι γονείς και ιδίως οι μητέρες ανησυχούν για την ασφάλεια των μικρότερων παιδιών .Όταν υπάρχει ισοτιμία στο παιχνίδι και δεν γίνεται τιμωρητικό από το άτομο με την μεγαλύτερη ισχύ καλό είναι να μην παρεμβαίνετε .

Εξαρχής πρέπει να τεθούν όρια στο τι επιτρέπεται και μέχρι πιο σημείο και να μην υπάρχει μεροληψία προς το μικρότερο παιδί.Όταν υποστηρίζουμε την μια πλευρά κινδυνεύουμε να χάσουμε την καλή σχέση με το άλλο άτομο .Στην σχέση των αδελφών υπάρχουν συχνά δυναμικά που δεν τα γνωρίζουν και δεν τα κατανοούν οι γονείς.

Οι γυναίκες στρεσάρονται πιο πολύ από τις ειδήσεις!

Οι γυναίκες που διαβάζουν δυσάρεστες ειδήσεις τις θυμούνται για περισσότερο καιρό σε σχέση με τους άνδρες και, επιπλέον, αντιδρούν με πιο πολύ στρες, σύμφωνα με καναδική επιστημονική έρευνα, που έγινε σε μικρό δείγμα πληθυσμού.
Η ερευνητική ομάδα, με επικεφαλής τη Σόνια Λούπιεν του Τμήματος Ψυχιατρικής της Ιατρικής Σχολής του πανεπιστημίου του Μόντρεαλ,παρουσίασαν σε δύο ομάδες συνολικά 60 εθελοντών ανδρών και γυναικών μια σειρά από ειδήσεις που προέρχονταν από πρόσφατα άρθρα εφημερίδων.
Η μία ομάδα εκτέθηκε μόνο σε ουδέτερες ειδήσεις όπως πρεμιέρες κινηματογραφικών έργων και η άλλη μόνο σε άσχημες («κακές») ειδήσεις, που αφορούσαν, για παράδειγμα, δολοφονίες, σοβαρά δυστυχήματα κ.α.
Στη συνέχεια, οι εθελοντές υποβλήθηκαν σε ψυχολογικά τεστ, ενώ παράλληλα, μέσω της λήψης σάλιου, μετρήθηκε το επίπεδο της κύριας ορμόνης του στρες, της κορτιζόλης.
Όπως διαπιστώθηκε, αν και η ανάγνωση των αρνητικών ειδήσεων δεν φάνηκε να αυξάνει άμεσα το στρες σε κανέναν από τους συμμετέχοντες, σε ορμονικό επίπεδο η αντίδραση των γυναικών ήταν πιο αισθητή.
Όσες γυναίκες είχαν διαβάσει άσχημες ειδήσεις, είχαν στη συνέχεια περισσότερη κορτιζόλη στον οργανισμό τους τόσο σε σχέση με τους άνδρες που είχαν διαβάσει τις ίδιες αρνητικές ειδήσεις, όσο και σε σχέση με τις γυναίκες που είχαν διαβάσει τις ουδέτερες ειδήσεις. Έτσι, οι γυναίκες εμφάνιζαν υπεραντίδραση και σε επόμενες αγχώδεις καταστάσεις. Τα επίπεδα κορτιζόλης των ανδρών ουσιαστικά δεν επηρεάστηκαν.
Επιπλέον, μια ημέρα μετά το τεστ, οι γυναίκες ήταν πιο πιθανό από ό,τι οι άνδρες να θυμούνται τις «κακές» ειδήσεις και να νιώθουν αρνητικά συναισθήματα γι” αυτές.
Αν και προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι η συνεχής έκθεση των ανθρώπων σε αρνητικές ειδήσεις αποτελεί παράγοντα πρόκλησης στρες, είναι η πρώτη φορά που διαπιστώνονται τέτοιες διαφορές μεταξύ των δύο φύλων, τόσο στο επίπεδο του στρες, όσο και της ανάμνησης μιας κακής είδησης.
Γενικότερα, σύμφωνα με την καθηγήτρια Τέρι Μόφιτ του Ινστιτούτου Ψυχιατρικής του King’s College του Λονδίνου, κατά μέσο όρο οι γυναίκες είναι περισσότερο ευαίσθητες σε καταστάσεις στρες σε σχέση με τους άνδρες, αν και παραδόξως ζούνε περισσότερα χρόνια. Μια πιθανή επιστημονική εξήγηση γι’ αυτό είναι ότι, για εξελικτικούς λόγους, οι γυναίκες είναι πιο ευαίσθητες στο να νιώθουν τις πιθανές απειλές για τα παιδιά τους, πράγμα που επηρεάζει γενικότερα τον τρόπο που αντιδρούν σε οτιδήποτε τους προκαλεί στρες.
Άλλοι επιστήμονες πάντως επεσήμαναν ότι λόγω του μικρού μεγέθους της, τα ευρήματα της καναδικής έρευνας θα πρέπει να επιβεβαιωθούν με μια μεγαλύτερη μελέτη στο μέλλον.
Πηγή: ΑΜΠΕ

Όταν ο έφηβος κάνει ομοφυλοφιλικές σκέψεις;

Η σεξουαλικότητα αποτελεί ένα ιδιαίτερα σύνθετο φαινόμενο-αποτέλεσμα της επίδρασης τόσο  βιολογικών, όσο και ψυχοκοινωνικών-περιβαλλοντικών παραγόντων. Είναι επίσης η απόδειξη ότι οι άνθρωποι χρειάζονται την επαφή με άλλους ανθρώπους, και αυτή η ανταλλαγή συναισθημάτων και εμπειριών ξεκινά με τη γέννηση και τελειώνει με το τέλος της ζωής.
Γράφει η Άρτεμις Τσίτσικα, Επικ. Καθηγήτρια Παιδιατρικής – Εφηβικής Ιατρικής και Επιστημονική Υπεύθυνος Μονάδας Εφηβικής Υγείας (ΜΕΥ),  στη Β´ Παιδιατρική Κλινική Πανεπιστημίου Αθηνών του Νοσοκομείου Παίδων “Π. Α. Κυριακού”.
 
Η ομοφυλοφιλία είναι ένα από τα θέματα που μπορεί να αντιμετωπίσει ο παιδίατρος και ο ρόλος του είναι εξαιρετικά σημαντικός. Περίπου 2-5% των εφήβων υπολογίζεται πως είναι ομοφυλόφιλοι (ανάλογο ποσοστό με αυτό των ενηλίκων). Μελέτες σε ομοζυγωτικούς και διζυγωτικούς διδύμους ανέδειξαν ότι η επίπτωση της ομοφυλοφιλίας στα αδέλφια είναι σημαντικά συχνότερη στους πρώτους, ωστόσο δεν έχει βρεθεί κάποιος γενετικός παράγοντας που διαφοροποιεί τους ομοφυλόφιλους από τους ετεροφυλόφιλους.
Άλλοι ερευνητές σημειώνουν ανατομικές διαφορές στο μέγεθος και τη δομή του υποθαλάμου, ενώ ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται και στο ενδομήτριο ορμονικό περιβάλλον. Οικογενειακοί, κοινωνικοί και γενικότερα περιβαλλοντικοί παράγοντες έχουν επίσης συμμετοχή και ένα μικρό ποσοστό παιδιών με ατυπία στο κοινωνικό φύλο (αγοροκόριτσα ή αγόρια που παίζουν με κούκλες και τους αρέσει να ντύνονται γυναικεία) μπορεί στο μέλλον να έχουν ομοφυλοφιλική σεξουαλική προτίμηση. Ο γενετικός παράγων φαίνεται να είναι ισχυρός, ωστόσο η αιτιολογία είναι πολυπαραγοντική και το φαινόμενο σύνθετο.
Το γεγονός είναι ότι η ομοφυλοφιλία από το 1973 δεν θεωρείται ψυχική νόσος, αλλά παραλλαγή της σεξουαλικής συμπεριφοράς. Ο ίδιος ο Freud καθησυχάζει μία μητέρα ομοφυλόφιλου με την περίφημη επιστολή του ήδη από το 1935, διαβεβαιώνοντάς την για τα παραπάνω. Ωστόσο, λόγω του ότι η σεξουαλική αυτή παραλλαγή δεν συμβάλλει στη διαιώνιση του ανθρωπίνου είδους, υπάρχει κοινωνική προκατάληψη και αρνητική αντιμετώπιση των ομοφυλοφίλων.
Κατά την πρώϊμη και μέση εφηβεία, όταν ο σεξουαλικός πειραματισμός βρίσκεται στο ζενίθ του, ενδέχεται να υπάρξουν ομοφυλοφιλικές σκέψεις, όνειρα, φαντασιώσεις ή και πράξεις, οι οποίες δεν σημαίνουν απαραίτητα και ανάλογο προσανατολισμό κατά την υπόλοιπη ζωή. Από στοιχεία μελέτης σε πληθυσμό εφήβων των Η.Π.Α., 10% αναγνώρισαν ότι είχαν τουλάχιστον μία ομοφυλοφιλική εμπειρία και σίγουρα δεν θα εξελιχθούν όλοι σε ομοφυλόφιλους.
Ο ομοφυλόφιλος έφηβος καλείται να εξερευνήσει τη σεξουαλικότητά του μέσα από μυστικές διαδικασίες, αισθήματα ενοχής, συναισθήματα ντροπής, που πολλές φορές καθυστερούν την παραδοχή της φύσης του και τον καταπιέζουν οδηγώντας σε αδιέξοδο ένα συχνά ταλαντούχο, λειτουργικό και ικανότατο άτομο.
Σε μια άλλη μελέτη των Η.Π.Α., 97% των μαθητών δηλώνουν ότι έχουν ακούσει ομοφοβικά ανέκδοτα και έχουν βιώσει τη λεκτική κακοποίηση των  ομοφυλόφιλων. Επιπλέον, έρευνα σε ομοφυλόφιλους εφήβους αναφέρει ότι 50% εξ’αυτών βίωσαν την απόρριψη των γονέων τους όταν τους ανακοίνωσαν το σεξουαλικό τους προσανατολισμό. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον καλείται ο ομοφυλόφιλος έφηβος να ανακαλύψει τον εαυτό του και ο παιδίατρος μπορεί να αποτελέσει το πρόσωπο-κλειδί για να τον βοηθήσει σε αυτό. Το θέμα είναι εξαιρετικά σημαντικό και εάν ο παιδίατρος θεωρεί ότι λόγω προσωπικών, θρησκευτικών ή άλλων πεποιθήσεων θα είναι προκατειλημμένος, επιβάλλεται να παραπέμψει τον έφηβο σε άλλο συνάδελφο.
Ο ομοφυλόφιλος έφηβος χρειάζεται στήριξη, θετική ενέργεια και χρόνο για να χτίσει την προσωπικότητά του και να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες του. Οι γονείς του χρειάζονται καθοδήγηση, ενημέρωση και ενίσχυση ώστε να απαγκιστρωθούν ομαλά από προσδοκίες μιας ολόκληρης ζωής (π.χ. να παντρέψουν το παιδί τους, να γίνουν παππούδες κ.λπ). Οι ομοφυλόφιλοι και οι γονείς τους μπορεί αναμφισβήτητα να είναι ευτυχισμένοι και περήφανοι ο ένας για τον άλλο όταν ανακαλύψουν την ουσία της ζωής και δεχθούν την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης φύσης και σεξουαλικότητας.
Ο παιδίατρος έχει το προνόμιο να μοιράζεται με τους νέους ανθρώπους την εξερεύνηση του σώματος και της ψυχής τους σε μία περίοδο καθοριστική για την υγεία και το μέλλον τους. Για το λόγο αυτό δεν θα πρέπει να χάνει την ευκαιρία να προσφέρει επιστημονική γνώση, να ενημερώνει, να καθοδηγεί και να στηρίζει τους εφήβους και την οικογένειά τους αξιοποιώντας στο έπακρο τον σημαντικό του ρόλο.

Πώς αντιμετωπίζουμε τους καβγάδες των παιδιών;

Αναγνώστριά μας αναρωτιέται:

Με ποιους τρόπους μπορώ να πείσω τους δυο γιους μου να μην έχουν σαν παιχνίδι το να παλεύουν και να χτυπιούνται; Ειναι 10 και 6 ετών.

Αγαπητή αναγνώστρια απευθύναμε το ερώτημά σας στην Παιδοψυχίατρο κυρία Μερσύνη Αρμενάκα.

Συχνά τα παιδιά και ιδίως τα αγόρια, λόγω της τεστοστερόνης ,έχουν επιθετικά ένστικτα που εκτονώνονται στο παιχνίδι.Είναι άκρως φυσιολογικό αν γίνεται ως παιχνίδι και δεν ξεπερνά τα όρια  της σωματικής ασφάλειας.

Συχνά, με αυτό τον τρόπο επιδιώκουν την επαφή με τον αδελφό ή ένα φίλο.Οι γονείς και ιδίως οι μητέρες ανησυχούν για την ασφάλεια των μικρότερων παιδιών .Όταν υπάρχει ισοτιμία στο παιχνίδι και δεν γίνεται τιμωρητικό από το άτομο με την μεγαλύτερη ισχύ καλό είναι να μην παρεμβαίνετε .

Εξαρχής πρέπει να τεθούν όρια στο τι επιτρέπεται και μέχρι πιο σημείο και να μην υπάρχει μεροληψία προς το μικρότερο παιδί.Όταν υποστηρίζουμε την μια πλευρά κινδυνεύουμε να χάσουμε την καλή σχέση με το άλλο άτομο .Στην σχέση των αδελφών υπάρχουν συχνά δυναμικά που δεν τα γνωρίζουν και δεν τα κατανοούν οι γονείς.

Οι γυναίκες στρεσάρονται πιο πολύ από τις ειδήσεις!

Οι γυναίκες που διαβάζουν δυσάρεστες ειδήσεις τις θυμούνται για περισσότερο καιρό σε σχέση με τους άνδρες και, επιπλέον, αντιδρούν με πιο πολύ στρες, σύμφωνα με καναδική επιστημονική έρευνα, που έγινε σε μικρό δείγμα πληθυσμού.
Η ερευνητική ομάδα, με επικεφαλής τη Σόνια Λούπιεν του Τμήματος Ψυχιατρικής της Ιατρικής Σχολής του πανεπιστημίου του Μόντρεαλ,παρουσίασαν σε δύο ομάδες συνολικά 60 εθελοντών ανδρών και γυναικών μια σειρά από ειδήσεις που προέρχονταν από πρόσφατα άρθρα εφημερίδων.
Η μία ομάδα εκτέθηκε μόνο σε ουδέτερες ειδήσεις όπως πρεμιέρες κινηματογραφικών έργων και η άλλη μόνο σε άσχημες («κακές») ειδήσεις, που αφορούσαν, για παράδειγμα, δολοφονίες, σοβαρά δυστυχήματα κ.α.
Στη συνέχεια, οι εθελοντές υποβλήθηκαν σε ψυχολογικά τεστ, ενώ παράλληλα, μέσω της λήψης σάλιου, μετρήθηκε το επίπεδο της κύριας ορμόνης του στρες, της κορτιζόλης.
Όπως διαπιστώθηκε, αν και η ανάγνωση των αρνητικών ειδήσεων δεν φάνηκε να αυξάνει άμεσα το στρες σε κανέναν από τους συμμετέχοντες, σε ορμονικό επίπεδο η αντίδραση των γυναικών ήταν πιο αισθητή.
Όσες γυναίκες είχαν διαβάσει άσχημες ειδήσεις, είχαν στη συνέχεια περισσότερη κορτιζόλη στον οργανισμό τους τόσο σε σχέση με τους άνδρες που είχαν διαβάσει τις ίδιες αρνητικές ειδήσεις, όσο και σε σχέση με τις γυναίκες που είχαν διαβάσει τις ουδέτερες ειδήσεις. Έτσι, οι γυναίκες εμφάνιζαν υπεραντίδραση και σε επόμενες αγχώδεις καταστάσεις. Τα επίπεδα κορτιζόλης των ανδρών ουσιαστικά δεν επηρεάστηκαν.
Επιπλέον, μια ημέρα μετά το τεστ, οι γυναίκες ήταν πιο πιθανό από ό,τι οι άνδρες να θυμούνται τις «κακές» ειδήσεις και να νιώθουν αρνητικά συναισθήματα γι” αυτές.
Αν και προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι η συνεχής έκθεση των ανθρώπων σε αρνητικές ειδήσεις αποτελεί παράγοντα πρόκλησης στρες, είναι η πρώτη φορά που διαπιστώνονται τέτοιες διαφορές μεταξύ των δύο φύλων, τόσο στο επίπεδο του στρες, όσο και της ανάμνησης μιας κακής είδησης.
Γενικότερα, σύμφωνα με την καθηγήτρια Τέρι Μόφιτ του Ινστιτούτου Ψυχιατρικής του King’s College του Λονδίνου, κατά μέσο όρο οι γυναίκες είναι περισσότερο ευαίσθητες σε καταστάσεις στρες σε σχέση με τους άνδρες, αν και παραδόξως ζούνε περισσότερα χρόνια. Μια πιθανή επιστημονική εξήγηση γι’ αυτό είναι ότι, για εξελικτικούς λόγους, οι γυναίκες είναι πιο ευαίσθητες στο να νιώθουν τις πιθανές απειλές για τα παιδιά τους, πράγμα που επηρεάζει γενικότερα τον τρόπο που αντιδρούν σε οτιδήποτε τους προκαλεί στρες.
Άλλοι επιστήμονες πάντως επεσήμαναν ότι λόγω του μικρού μεγέθους της, τα ευρήματα της καναδικής έρευνας θα πρέπει να επιβεβαιωθούν με μια μεγαλύτερη μελέτη στο μέλλον.
Πηγή: ΑΜΠΕ