Ψυχοσωματικά

O συναισθηματικός πόνος απειλεί την καρδιά μας!

Ο συναισθηματικός πόνος, από την απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου, αποτελεί πλήγμα για την καρδιά, σύμφωνα με έρευνα του ομογενή καρδιολόγου, καθηγητή Δημήτρη Τατούλη, γενικού διευθυντή του Καρδιολογικού Ιδρύματος της Βικτώριας. Σύμφωνα με τελευταία έρευνα του Ιδρύματος, ο θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου μπορεί να κάνει την καρδιά να σταματήσει. «Εάν ένας άνθρωπος, που πενθεί, εκδηλώσει συμπτώματα, όπως πόνο στο στήθος, δεν πρέπει να τα αγνοήσει» σημειώνει ο ομογενής επιστήμονας επικεφαλής της ομάδας ερευνητών, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο.

Ο κ. Τατούλης εξηγεί ότι το πένθος μπορεί να προκαλέσει κατάθλιψη, θυμό και άγχος, που με τη σειρά τους αυξάνουν τον καρδιακό παλμό, την αρτηριακή πίεση και τη θρομβωτική ικανότητα του αίματος. Σημειώνει, δε, ότι τα ίδια αποτελέσματα μπορεί να επιφέρει και η υπερβολική χαρά. Στον κατάλογο προστίθενται και τα συναισθήματα από σεισμούς, τρομοκρατικές επιθέσεις και εκτοξεύσεις πυραύλων. Το να ζει κανείς μόνος, απομονωμένος από συγγενείς και φίλους, μπορεί επίσης να προκαλέσει ανακοπή καρδιάς.

Στην ίδια έρευνα, καταρρίπτεται ο μύθος ότι η χρόνια ή παρατεταμένη πίεση στον εργασιακό χώρο αυξάνει τον κίνδυνο καρδιακής προσβολής, χωρίς να σημαίνει ότι σε έναν μικρό βαθμό, δεν μπορεί να επιβαρύνει την ομαλή λειτουργία της καρδιάς. Ο καθηγητής Δημήτρης Τατούλης καταλήγει: «Όλες αυτές οι πιέσεις, όπως χαμηλή μισθολογική αμοιβή, η μη παραγωγική εργασία, οι κακές γενικά εργασιακές συνθήκες, για τις οποίες έως τώρα επικρατούσε η άποψη ότι έχουν επικίνδυνες επιπτώσεις στην υγεία της καρδιάς, στην ουσία είναι άνευ σημασίας».

Πόνος στη μέση: Μπορεί να είναι ψυχοσωματικό;

Υπάρχει κανείς που δεν έχει νιώσει έστω και μία φορά στη ζωή του να τον ενοχλεί η μέση του; Δύσκολο, αν αναλογιστούμε ότι ο πόνος στη μέση:
* Εκδηλώνεται σποραδικά σε περισσότερα από τα τέσσερα πέμπτα των ενηλίκων.
* Σε καθημερινή βάση, ο ένας στους 100 εργαζόμενους απουσιάζει από τη δουλειά του εξαιτίας του.
* Αποτελεί την πέμπτη συχνότερη αιτία νοσηλείας
* Είναι η τρίτη συχνότερη αιτία εγχείρησης.

To χρόνιο στρες μπορεί να προκαλέσει καρδιαγγειακά;

Σύγχρονα ερευνητικά δεδομένα αναδεικνύουν την αλληλεπίδραση που υπάρχει ανάμεσα στο χρόνιο στρες και την ασθένεια. Είναι ευρέως γνωστό ότι το ψυχολογικό στρες αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιακής νόσου, κρυολογήματος, γρίπης, ακόμα και αλλεργιών. Ποιος είναι όμως ο μηχανισμός που στηρίζει αυτήν την αλληλεπίδραση;
Το άρθρο επιμελήθηκε ο Π. Δρέττας, Χειρουργός, Ουρολόγος-Ανδρολόγος, Δ/ντής του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών.

Χρόνιο στρες και ασθένεια
Σύγχρονα ερευνητικά δεδομένα αναδεικνύουν την αλληλεπίδραση που υπάρχει ανάμεσα στο χρόνιο στρες και την ασθένεια. Είναι ευρέως γνωστό ότι το ψυχολογικό στρες αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιακής νόσου, κρυολογήματος, γρίπης, ακόμα και αλλεργιών. Ποιος είναι όμως ο μηχανισμός που στηρίζει αυτήν την αλληλεπίδραση;
Σύμφωνα με τη σύγχρονη έρευνα, φαίνεται ότι η ορμόνη κορτιζόλη έχει σημαντικό ρόλο στο μηχανισμό αυτό. Η απελευθέρωση της ορμόνης σε μεγαλύτερες δόσεις κατά τη διάρκεια του στρες, παρέχει στο σώμα περισσότερη ενέργεια για άμεση δράση. Παράλληλα, αναστέλλει την απάντηση του ανοσοποιητικού συστήματος σε λοιμώξεις, όπως η γρίπη, και κρατά σε αναμονή τις φλεγμονώδεις αποκρίσεις του οργανισμού όπως είναι ο βήχας, το φτέρνισμα και ο πυρετός σε αναμονή.
Όταν όμως τα επίπεδα της κορτιζόλης παραμένουν υψηλά, το σώμα  ίσως γίνεται ολοένα και λιγότερο ευαίσθητο σε αυτά, με τον ίδιο τρόπο που τα υψηλά επίπεδα ινσουλίνης, μπορεί να οδηγήσουν σε αντίσταση στην ινσουλίνη.
Η ερευνητική ομάδα του Carnegie Mellon εξέτασε την παραπάνω υπόθεση. Στην πρώτη φάση της πειραματικής διαδικασίας 276 υγιείς ενήλικες εκτέθηκαν σε ιούς που προκαλούν το κοινό κρυολόγημα και μετά απομονώθηκαν και παρακολουθήθηκαν για 5 ημέρες. Τα άτομα που είχαν πρόσφατα βιώσει στρεσογόνες εμπειρίες ήταν πιο πιθανό να επιδείξουν αντίσταση στην κορτιζόλη και να εκδηλώσουν κρυολόγημα.
 Σε μια δεύτερη φάση, οι ερευνητές βρήκαν ότι οι συμμετέχοντες που ανέπτυσσαν μεγαλύτερη αντίσταση στην κορτιζόλη παρήγαγαν, επίσης, περισσότερες κυτοκίνες, οι οποίες είναι παράγοντες του ανοσοποιητικού συστήματος που προάγουν τη φλεγμονή και αυξάνουν τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων.

Οι ερευνητές επισημαίνουν πως από τη στιγμή που η φλεγμονή παίζει σημαντικό ρόλο στην έναρξη και την εξέλιξη ενός μεγάλου εύρους ασθενειών, τα αποτελέσματα της μελέτης μπορεί διευρύνουν την κατανόηση του ρόλου τους στρες στην ανθρώπινη υγεία.

Σχετίζεται ο καρκίνος μαστού με την κακή ψυχολογία;

Ο καρκίνος του μαστού, ο ψυχικός παράγοντας και η ψυχοθεραπεία.
Γράφει ο καθηγητής Ψυχιατρικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Γρηγόρης Βασλαματζής. 

Τα σοβαρά σωματικά νοσήματα , και ανάμεσα σε αυτά οι καρκίνοι και τα αυτοάνοσα νοσήματα, δεν μπορούν να θεωρηθούν ως ψυχοσωματικά. Υπάρχουν όμως δυο σημαντικές ενδείξεις για τον ρόλο τού ψυχικού παράγοντα. Η 1η είναι ότι σε αρκετούς ασθενείς ένα ιδιαίτερα έντονο ψυχολογικό στρες προηγείται της εμφάνισης τους. Η 2η ένδειξη αφορά στο γεγονός ότι μετά την εμφάνιση της νόσου επικρατούν το άγχος καί η θλίψη. Ενώ συχνή είναι μια  ανεπτυγμένη εξαρτητικότητα, ή άρνηση της νόσου , αλλά και το ότι καθίστανται ψυχολογικά ευένδοτοι. Δηλαδή έχουμε συμπτώματα αντίδρασης στο στρες. Αυτά τα συμπεράσματα είναι ενδιαφέροντα γιατί αποδεικνύεται ότι στην αρρώστια υπάρχει σχέση και  αλληλεπίδραση σωματικού και ψυχικού παράγοντα.  
Μια τυπική περίπτωση.
Μια γυναίκα 35 χρονών αντιμετωπίζοντας σοβαρά προβλήματα στο γάμο της άρχισε μαζί μου ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία. Αν και ζούσε μια μακρά περίοδο έντονου στρες με έναν παθολογικά ζηλότυπο σύζυγο,  η παρουσία της στις συνεδρίες είχε μια παράξενη ηρεμία. Ήταν χαμογελαστή, χωρίς να εκφράζει ανοικτά το θυμό της και με αξιοσημείωτη δυσκολία να μιλήσει για τον εαυτό της. Λίγο καιρό αργότερα συνέβη ένα οδυνηρό γι αυτήν γεγονός, το οποίο την ώθησε, με την παρότρυνση των φίλων της, να ζητήσει διαζύγιο.
Σε όλους φαινόταν ότι ήταν μια ώριμη απόφαση. Όμως η ίδια δυσκολευόταν. Αντιμετώπισε τον χωρισμό με άγχος ότι η ζωή της καταστρεφόταν και ότι δεν θα έφτιαχνε άλλη σχέση. Δυο χρόνια μετά το χωρισμό της διαγνώσθηκε καρκίνος του μαστού. Η νέα αυτή κατάσταση μείωσε έτι περαιτέρω την αυτοεκτίμηση της και αύξησε τις εξαρτητικές της ανάγκες. Είχε όμως την υποστήριξη των φίλων της. Στην ψυχοθεραπεία προοδευτικά άρχισε να εκφράζει πιο άμεσα τα συναισθήματα της, τις δικές της επιθυμίες και να «δουλεύει» τις, βιωμένες από αυτήν ως τραυματικές,  σχέσεις με τη μητέρα της και την μεγαλύτερη αδελφή της. Κάτι πού στο παρελθόν δεν έθιγε καν. 24 χρόνια μετά την εμφάνιση της νόσου και 17 μετά το τέλος της ψυχοθεραπείας της η γυναίκα αυτή είναι καλά σωματικά ( χωρίς υποτροπή της νόσου) και βρίσκεται από καιρό σε έναν ικανοποιητικό γάμο.
 Πολλές έρευνες δείχνουν ότι η ιστορία της ασθενούς μου δεν είναι η εξαίρεση. Το αρχαϊκο τραύμα, το ψυχολογικό στρες πριν τη νόσο και ένας ανώριμος τρόπος αντιμετώπισης δύσκολων καταστάσεων συναντώνται συχνά σε άτομα με σωματικά νοσήματα.
Δεν είναι αποδεδειγμένο ότι η ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία  αποτελεί  έναν άμεσο προστατευτικό παράγοντα στην εμφάνιση μιας σωματικής νόσου. Αυτό άλλωστε φαίνεται και στην περίπτωση πού ανέφερα. Μπορεί όμως να ενδυναμώνει την δυνατότητα του ατόμου να εκφράζεται ψυχικά και να φαντασιώνεται, κάτι πού με τη σειρά της οδηγεί στο να γίνεται η ζωή του ψυχολογικά πλουσιότερη. Ως αποτέλεσμα τα άτομα κάνουν και ωριμότερες  επιλογές και μπορούν να αντιμετωπίσουν καλύτερα τον πόνο πού φέρνει μια χρόνια και σοβαρή ασθένεια.
Στο Παρίσι μια ομάδα ψυχαναλυτών (μεταξύ των οποίων και η Ελληνίδα ψυχαναλύτρια Μ. Αϊζενστάιν-Αβέρωφ) και ογκολόγων έδειξε ότι, στον προληπτικό έλεγχο του καρκίνου μαστού, γυναίκες πού είχαν μια «νευρωτική» προσωπικότητα  τελικά δεν διαγιγνώσκονταν με κακοήθεια, σε αντίθεση με άλλες πιο ανώριμες προσωπικότητες πού είχαν μεγαλύτερη πιθανότητα για κάτι τέτοιο. Ανάλογες έρευνες έχουν γίνει και στη χώρα μας, σε δύο εκ των οποίων είχα προσωπική συμμετοχή. Συγκριτικά πιο συχνά πάθαιναν καρκίνο μαστού οι γυναίκες πού σπάνια απέδιδαν ευθύνη ή μέμφονταν τον εαυτό τους. Αυτά όμως είναι στατιστικά ευρήματα. Σε πολλές χώρες η συνεργασία   ψυχαναλυτών με  ογκολόγους  ή παθολόγους στο νοσοκομειακό πλαίσιο προχωράει σε πιο πρακτικό επίπεδο δημιουργώντας ένα πεδίο δι-επιστημονικης κλινικής συνάντησης προς όφελος των ασθενών.

O συναισθηματικός πόνος απειλεί την καρδιά μας!

Ο συναισθηματικός πόνος, από την απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου, αποτελεί πλήγμα για την καρδιά, σύμφωνα με έρευνα του ομογενή καρδιολόγου, καθηγητή Δημήτρη Τατούλη, γενικού διευθυντή του Καρδιολογικού Ιδρύματος της Βικτώριας. Σύμφωνα με τελευταία έρευνα του Ιδρύματος, ο θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου μπορεί να κάνει την καρδιά να σταματήσει. «Εάν ένας άνθρωπος, που πενθεί, εκδηλώσει συμπτώματα, όπως πόνο στο στήθος, δεν πρέπει να τα αγνοήσει» σημειώνει ο ομογενής επιστήμονας επικεφαλής της ομάδας ερευνητών, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο.

Ο κ. Τατούλης εξηγεί ότι το πένθος μπορεί να προκαλέσει κατάθλιψη, θυμό και άγχος, που με τη σειρά τους αυξάνουν τον καρδιακό παλμό, την αρτηριακή πίεση και τη θρομβωτική ικανότητα του αίματος. Σημειώνει, δε, ότι τα ίδια αποτελέσματα μπορεί να επιφέρει και η υπερβολική χαρά. Στον κατάλογο προστίθενται και τα συναισθήματα από σεισμούς, τρομοκρατικές επιθέσεις και εκτοξεύσεις πυραύλων. Το να ζει κανείς μόνος, απομονωμένος από συγγενείς και φίλους, μπορεί επίσης να προκαλέσει ανακοπή καρδιάς.

Στην ίδια έρευνα, καταρρίπτεται ο μύθος ότι η χρόνια ή παρατεταμένη πίεση στον εργασιακό χώρο αυξάνει τον κίνδυνο καρδιακής προσβολής, χωρίς να σημαίνει ότι σε έναν μικρό βαθμό, δεν μπορεί να επιβαρύνει την ομαλή λειτουργία της καρδιάς. Ο καθηγητής Δημήτρης Τατούλης καταλήγει: «Όλες αυτές οι πιέσεις, όπως χαμηλή μισθολογική αμοιβή, η μη παραγωγική εργασία, οι κακές γενικά εργασιακές συνθήκες, για τις οποίες έως τώρα επικρατούσε η άποψη ότι έχουν επικίνδυνες επιπτώσεις στην υγεία της καρδιάς, στην ουσία είναι άνευ σημασίας».

Πόνος στη μέση: Μπορεί να είναι ψυχοσωματικό;

Υπάρχει κανείς που δεν έχει νιώσει έστω και μία φορά στη ζωή του να τον ενοχλεί η μέση του; Δύσκολο, αν αναλογιστούμε ότι ο πόνος στη μέση:
* Εκδηλώνεται σποραδικά σε περισσότερα από τα τέσσερα πέμπτα των ενηλίκων.
* Σε καθημερινή βάση, ο ένας στους 100 εργαζόμενους απουσιάζει από τη δουλειά του εξαιτίας του.
* Αποτελεί την πέμπτη συχνότερη αιτία νοσηλείας
* Είναι η τρίτη συχνότερη αιτία εγχείρησης.

To χρόνιο στρες μπορεί να προκαλέσει καρδιαγγειακά;

Σύγχρονα ερευνητικά δεδομένα αναδεικνύουν την αλληλεπίδραση που υπάρχει ανάμεσα στο χρόνιο στρες και την ασθένεια. Είναι ευρέως γνωστό ότι το ψυχολογικό στρες αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιακής νόσου, κρυολογήματος, γρίπης, ακόμα και αλλεργιών. Ποιος είναι όμως ο μηχανισμός που στηρίζει αυτήν την αλληλεπίδραση;
Το άρθρο επιμελήθηκε ο Π. Δρέττας, Χειρουργός, Ουρολόγος-Ανδρολόγος, Δ/ντής του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών.

Χρόνιο στρες και ασθένεια
Σύγχρονα ερευνητικά δεδομένα αναδεικνύουν την αλληλεπίδραση που υπάρχει ανάμεσα στο χρόνιο στρες και την ασθένεια. Είναι ευρέως γνωστό ότι το ψυχολογικό στρες αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιακής νόσου, κρυολογήματος, γρίπης, ακόμα και αλλεργιών. Ποιος είναι όμως ο μηχανισμός που στηρίζει αυτήν την αλληλεπίδραση;
Σύμφωνα με τη σύγχρονη έρευνα, φαίνεται ότι η ορμόνη κορτιζόλη έχει σημαντικό ρόλο στο μηχανισμό αυτό. Η απελευθέρωση της ορμόνης σε μεγαλύτερες δόσεις κατά τη διάρκεια του στρες, παρέχει στο σώμα περισσότερη ενέργεια για άμεση δράση. Παράλληλα, αναστέλλει την απάντηση του ανοσοποιητικού συστήματος σε λοιμώξεις, όπως η γρίπη, και κρατά σε αναμονή τις φλεγμονώδεις αποκρίσεις του οργανισμού όπως είναι ο βήχας, το φτέρνισμα και ο πυρετός σε αναμονή.
Όταν όμως τα επίπεδα της κορτιζόλης παραμένουν υψηλά, το σώμα  ίσως γίνεται ολοένα και λιγότερο ευαίσθητο σε αυτά, με τον ίδιο τρόπο που τα υψηλά επίπεδα ινσουλίνης, μπορεί να οδηγήσουν σε αντίσταση στην ινσουλίνη.
Η ερευνητική ομάδα του Carnegie Mellon εξέτασε την παραπάνω υπόθεση. Στην πρώτη φάση της πειραματικής διαδικασίας 276 υγιείς ενήλικες εκτέθηκαν σε ιούς που προκαλούν το κοινό κρυολόγημα και μετά απομονώθηκαν και παρακολουθήθηκαν για 5 ημέρες. Τα άτομα που είχαν πρόσφατα βιώσει στρεσογόνες εμπειρίες ήταν πιο πιθανό να επιδείξουν αντίσταση στην κορτιζόλη και να εκδηλώσουν κρυολόγημα.
 Σε μια δεύτερη φάση, οι ερευνητές βρήκαν ότι οι συμμετέχοντες που ανέπτυσσαν μεγαλύτερη αντίσταση στην κορτιζόλη παρήγαγαν, επίσης, περισσότερες κυτοκίνες, οι οποίες είναι παράγοντες του ανοσοποιητικού συστήματος που προάγουν τη φλεγμονή και αυξάνουν τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων.

Οι ερευνητές επισημαίνουν πως από τη στιγμή που η φλεγμονή παίζει σημαντικό ρόλο στην έναρξη και την εξέλιξη ενός μεγάλου εύρους ασθενειών, τα αποτελέσματα της μελέτης μπορεί διευρύνουν την κατανόηση του ρόλου τους στρες στην ανθρώπινη υγεία.

Σχετίζεται ο καρκίνος μαστού με την κακή ψυχολογία;

Ο καρκίνος του μαστού, ο ψυχικός παράγοντας και η ψυχοθεραπεία.
Γράφει ο καθηγητής Ψυχιατρικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Γρηγόρης Βασλαματζής. 

Τα σοβαρά σωματικά νοσήματα , και ανάμεσα σε αυτά οι καρκίνοι και τα αυτοάνοσα νοσήματα, δεν μπορούν να θεωρηθούν ως ψυχοσωματικά. Υπάρχουν όμως δυο σημαντικές ενδείξεις για τον ρόλο τού ψυχικού παράγοντα. Η 1η είναι ότι σε αρκετούς ασθενείς ένα ιδιαίτερα έντονο ψυχολογικό στρες προηγείται της εμφάνισης τους. Η 2η ένδειξη αφορά στο γεγονός ότι μετά την εμφάνιση της νόσου επικρατούν το άγχος καί η θλίψη. Ενώ συχνή είναι μια  ανεπτυγμένη εξαρτητικότητα, ή άρνηση της νόσου , αλλά και το ότι καθίστανται ψυχολογικά ευένδοτοι. Δηλαδή έχουμε συμπτώματα αντίδρασης στο στρες. Αυτά τα συμπεράσματα είναι ενδιαφέροντα γιατί αποδεικνύεται ότι στην αρρώστια υπάρχει σχέση και  αλληλεπίδραση σωματικού και ψυχικού παράγοντα.  
Μια τυπική περίπτωση.
Μια γυναίκα 35 χρονών αντιμετωπίζοντας σοβαρά προβλήματα στο γάμο της άρχισε μαζί μου ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία. Αν και ζούσε μια μακρά περίοδο έντονου στρες με έναν παθολογικά ζηλότυπο σύζυγο,  η παρουσία της στις συνεδρίες είχε μια παράξενη ηρεμία. Ήταν χαμογελαστή, χωρίς να εκφράζει ανοικτά το θυμό της και με αξιοσημείωτη δυσκολία να μιλήσει για τον εαυτό της. Λίγο καιρό αργότερα συνέβη ένα οδυνηρό γι αυτήν γεγονός, το οποίο την ώθησε, με την παρότρυνση των φίλων της, να ζητήσει διαζύγιο.
Σε όλους φαινόταν ότι ήταν μια ώριμη απόφαση. Όμως η ίδια δυσκολευόταν. Αντιμετώπισε τον χωρισμό με άγχος ότι η ζωή της καταστρεφόταν και ότι δεν θα έφτιαχνε άλλη σχέση. Δυο χρόνια μετά το χωρισμό της διαγνώσθηκε καρκίνος του μαστού. Η νέα αυτή κατάσταση μείωσε έτι περαιτέρω την αυτοεκτίμηση της και αύξησε τις εξαρτητικές της ανάγκες. Είχε όμως την υποστήριξη των φίλων της. Στην ψυχοθεραπεία προοδευτικά άρχισε να εκφράζει πιο άμεσα τα συναισθήματα της, τις δικές της επιθυμίες και να «δουλεύει» τις, βιωμένες από αυτήν ως τραυματικές,  σχέσεις με τη μητέρα της και την μεγαλύτερη αδελφή της. Κάτι πού στο παρελθόν δεν έθιγε καν. 24 χρόνια μετά την εμφάνιση της νόσου και 17 μετά το τέλος της ψυχοθεραπείας της η γυναίκα αυτή είναι καλά σωματικά ( χωρίς υποτροπή της νόσου) και βρίσκεται από καιρό σε έναν ικανοποιητικό γάμο.
 Πολλές έρευνες δείχνουν ότι η ιστορία της ασθενούς μου δεν είναι η εξαίρεση. Το αρχαϊκο τραύμα, το ψυχολογικό στρες πριν τη νόσο και ένας ανώριμος τρόπος αντιμετώπισης δύσκολων καταστάσεων συναντώνται συχνά σε άτομα με σωματικά νοσήματα.
Δεν είναι αποδεδειγμένο ότι η ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία  αποτελεί  έναν άμεσο προστατευτικό παράγοντα στην εμφάνιση μιας σωματικής νόσου. Αυτό άλλωστε φαίνεται και στην περίπτωση πού ανέφερα. Μπορεί όμως να ενδυναμώνει την δυνατότητα του ατόμου να εκφράζεται ψυχικά και να φαντασιώνεται, κάτι πού με τη σειρά της οδηγεί στο να γίνεται η ζωή του ψυχολογικά πλουσιότερη. Ως αποτέλεσμα τα άτομα κάνουν και ωριμότερες  επιλογές και μπορούν να αντιμετωπίσουν καλύτερα τον πόνο πού φέρνει μια χρόνια και σοβαρή ασθένεια.
Στο Παρίσι μια ομάδα ψυχαναλυτών (μεταξύ των οποίων και η Ελληνίδα ψυχαναλύτρια Μ. Αϊζενστάιν-Αβέρωφ) και ογκολόγων έδειξε ότι, στον προληπτικό έλεγχο του καρκίνου μαστού, γυναίκες πού είχαν μια «νευρωτική» προσωπικότητα  τελικά δεν διαγιγνώσκονταν με κακοήθεια, σε αντίθεση με άλλες πιο ανώριμες προσωπικότητες πού είχαν μεγαλύτερη πιθανότητα για κάτι τέτοιο. Ανάλογες έρευνες έχουν γίνει και στη χώρα μας, σε δύο εκ των οποίων είχα προσωπική συμμετοχή. Συγκριτικά πιο συχνά πάθαιναν καρκίνο μαστού οι γυναίκες πού σπάνια απέδιδαν ευθύνη ή μέμφονταν τον εαυτό τους. Αυτά όμως είναι στατιστικά ευρήματα. Σε πολλές χώρες η συνεργασία   ψυχαναλυτών με  ογκολόγους  ή παθολόγους στο νοσοκομειακό πλαίσιο προχωράει σε πιο πρακτικό επίπεδο δημιουργώντας ένα πεδίο δι-επιστημονικης κλινικής συνάντησης προς όφελος των ασθενών.