Δείτε πως ο καλός ύπνος προστατεύει την καρδιά μας, μειώνει την πιθανότητα να νοσήσουμε από διαβήτη και βοηθά στη σωστή λειτουργία του μεταβολισμού

Οι περισσότεροι πιστεύουμε ότι για να έχουμε υγιή καρδιά χρειάζεται να ακολουθήσουμε κάποια θρεπτική διατροφή, την αποφυγή λιπαρών τροφών, την αποφυγή του καπνίσματος και την επαρκή σωματική άσκηση. Ωστόσο, έρευνες έρχονται να συνδέσουν τα καρδιακά προβλήματα με την έλλειψη ύπνου και ως εκ τούτου να παροτρύνουν όλους εμάς να επενδύσουμε στον καλό ύπνο προκειμένου να διατηρήσουμε την καρδιαγγειακή μας υγεία σε ικανοποιητικά επίπεδα.

Αμερικανοί ερευνητές παρακολούθησαν καρδιαγγειακά συμβάντα -όπως η καρδιακή ανακοπή και τα εγκεφαλικά- σε 2.000 μεσήλικες και ηλικιωμένους κατά μέσο όρο για περίπου τέσσερα χρόνια. Ο στόχος ήταν να συγκρίνουν πόσο καλά μπορούν να προβλέψουν τα καρδιαγγειακά αυτά συμβάντα και να τα συσχετίσουν με τον ύπνο. Σύμφωνα με τα ευρήματα αυτής της έρευνας όσοι απολάμβαναν έναν σταθερό ύπνο, που δεν διακόπτονταν κατά τη διάρκεια της νύχτας και διαρκούσε τουλάχιστον 7-8 ώρες είχαν σημαντικά μειωμένο κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων σε σχέση με τα άτομα που είχαν προβλήματα ύπνου, όπως τη μειωμένη διάρκεια και το να ξυπνάνε μέσα στη νύχτα και να μην μπορούν να ξανακοιμηθούν.

Ο σημαντικός ρόλος του ύπνου δεν προκαλεί μεγάλη έκπληξη. Προηγούμενες έρευνες έχουν συνδέσει τον κακό ύπνο με λιγότερο υγιεινές συνήθειες, συμπεριλαμβανομένων των λιγότερο θρεπτικών διατροφών, της χαμηλότερης σωματικής δραστηριότητας και μεγαλύτερους ψυχολογικούς παράγοντες κινδύνου για καρδιακές παθήσεις, συμπεριλαμβανομένου του στρες. Ο ύπνος συνδέεται επίσης με άλλες απειλές για την καρδιαγγειακή υγεία, όπως ο διαβήτης, η υψηλή αρτηριακή πίεση και η παχυσαρκία. Άλλες έρευνες έχουν δείξει ότι ο ύπνος επηρεάζει τους μηχανισμούς που κρύβονται πίσω από αυτές τις καταστάσεις, συμπεριλαμβανομένων των ορμονών που ελέγχουν την πείνα, την απόκριση του σώματος στην ινσουλίνη και τη σωστή λειτουργία του μεταβολισμού μας.

Παρά την αυξανόμενη αναγνώριση ότι ο ύπνος είναι σημαντικός, οι περισσότεροι ενήλικες δεν φαίνεται να τον χορταίνουν. Το 2020, περίπου το 33% των ενηλίκων των κοιμόταν λιγότερο από επτά ώρες, κάτι που συνιστά ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας για ενήλικες 18 έως 60 ετών. Οι άνθρωποι ηλικίας 25 έως 44 ετών ήταν ιδιαίτερα πιθανό να μην κοιμούνται αρκετά, όπως και Ιθαγενείς κάτοικοι των νησιών της Χαβάης και του Ειρηνικού και μαύροι ενήλικες. 

Ένα άλλο πρόβλημα είναι ότι ο καλός ύπνος δεν θεωρείται πάντα ως προτεραιότητα. Ο ύπνος φαίνεται να είναι το πρώτο πράγμα που οι άνθρωποι αλλάζουν στο πρόγραμμά τους όταν είναι απασχολημένοι ή χρειάζεται να εργαστούν. Αντίθετα, οι ενήλικες θα πρέπει να τηρούν ένα τακτικό πρόγραμμα ύπνου και να αφιερώνουν χρόνο για να χαλαρώσουν πριν κοιμηθούν, μακριά από την οθόνη της τηλεόρασης ή του κινητού τηλεφώνου, κρατώντας την κρεβατοκάμαρα ήσυχη και σκοτεινή.

Σχετικά άρθρα