«Μετανιώνω που έγραψα στο διαδίκτυο ότι ήμουν η Μαντλίν ΜακΚαν»,«Ήθελα να μάθω ποια είμαι»: Η αποκάλυψη των κινήτρων της Julia Wandelt

Η εξαφάνιση της Μαντλίν ΜακΚαν σε ηλικία τριών ετών – η οποία παραμένει ανεξιχνίαστη – είναι μία από τις πιο ευρέως αναφερόμενες στην ιστορία.

Όταν η Julia Wandelt δημοσίευσε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ότι πίστευε πως ήταν η Madeleine McCann, ξέσπασε οργή στο διαδίκτυο.

Η ανταποκρίτρια του BBC για την παραπληροφόρηση και τα κοινωνικά μέσα ενημέρωσης, Marianna Spring, συνάντησε από κοντά την Julia, στο σπίτι της στην Πολωνία και για πρώτη φορά η Julia αποκάλυψε τα κίνητρα και τις τύψεις της για την συγκεκριμένη υπόθεση.

Ποια ακριβώς είναι η Τζούλια; Και γιατί δημοσίευσε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ότι ήταν η Μαντλίν;

Η Julia είπε ότι αυτό που συνέβη είχε τις ρίζες του σε μια τραυματική παιδική ηλικία.

Η δημοσιογράφος που πήρε συνέντευξη στη Τζούλια
Η Τζούλια με την δημοσιογράφο

Επίσης, είπε πως ήταν απομονωμένη στο σχολείο και ότι ως μικρό παιδί κακοποιήθηκε σεξουαλικά.

Η μουσική έγινε η διέξοδός της και κατά διαστήματα καθώς μιλούσε με τη δημοσιογράφο, έπιανε την κιθάρα της και τραγουδούσε ένα αυτοσχέδιο τραγούδι. «Είναι ο τρόπος να αντιμετωπίζω τις δυσκολίες στη ζωή μου», επεσήμανε η Τζούλια.

Αργότερα, σε ηλικία περίπου 20 ετών, έκανε ψυχοθεραπεία και άρχισε να συνειδητοποιεί ότι οι αναμνήσεις της από την παιδική της ηλικία ήταν αποσπασματικές – με κομμάτια χρόνου όπου δεν μπορούσε να θυμηθεί πολλά πράγματα.

Ψυχίατροι και ψυχολόγοι με τους οποίους είχε μιλήσει, είπαν ότι είναι σύνηθες να βιώνεις απώλεια μνήμης αν έχεις κακοποιηθεί. Είναι ένας τρόπος του εγκεφάλου, που ενεργοποιείται για να μας προστατεύει.

Η Τζούλια άρχισε να αναρωτιέται αν τα κενά στη μνήμη της μπορεί να έκρυβαν ένα μεγάλο μυστικό – ότι ίσως είχε υιοθετηθεί κι έτσι άρχισε να ζητά από τους συγγενείς της να τη βοηθήσουν να συμπληρώσει αυτά τα κενά.

Για παράδειγμα, ρωτούσε τους γονείς της: «Μπορείτε να μου δείξετε μερικές φωτογραφίες από την παιδική μου ηλικία; Μπορείς να μου δείξεις φωτογραφίες από την εγκυμοσύνη σου;».

Είπε ότι η οικογένειά της απέρριψε τις ανησυχίες της ότι μπορεί να είναι υιοθετημένη και σταμάτησε να απαντά στις ερωτήσεις της. Ωστόσο, αυτό προκαλούσε μεγαλύτερες υποψίες στη Julia.

Έτσι, λοιπόν, άρχισε να αναρωτιέται αν υπήρχε ένας ακόμη πιο ανησυχητικός λόγος για την αμυντική στάση των γονιών της. Μήπως την είχαν απαγάγει;

Απογοητευμένη από τη σιωπή της οικογένειάς της, η Τζούλια στράφηκε στο διαδίκτυο για απαντήσεις. Άρχισε να γκουγκλάρει ιστοσελίδες για αγνοούμενους από την κρεβατοκάμαρά της.

Τότε ήταν που βρήκε την υπόθεση της Μαντλίν. Στη δημοσιογράφο είπε ότι δεν είχε ακούσει ποτέ πριν για την εξαφάνισή της, καθώς δεν ήταν τόσο μεγάλη είδηση στην Πολωνία.

Στα προφίλ των αγνοουμένων υπήρχαν μερικές φορές σκίτσα ή ηλεκτρονικές φωτογραφίες πιθανών υπόπτων – και η Τζούλια νόμιζε ότι αναγνώρισε έναν από τους άνδρες στο προφίλ της Μαντλίν.

«Ξέρω πώς μοιάζει ο θύτης μου. Και ξέρω ότι μοιάζει πάρα πολύ με τους υπόπτους από τη σελίδα της Madeleine McCann».

Τότε, το μυαλό της άρχισε να κάνει διάφορα σενάρια.

Δεδομένου ότι η Τζούλια υποψιαζόταν τώρα ότι μπορεί να μην ανήκε στην οικογένειά της, αυτό έμοιαζε με την απάντηση που έψαχνε. Και όταν παρατήρησε μια ασυνήθιστη σωματική ομοιότητα μεταξύ αυτής και της Μαντλέν, φάνηκε να επιβεβαιώνει ότι είχε δίκιο.

Τόσο η Julia όσο και η Madeleine έχουν κολόβωμα της ίριδας – μια σπάνια ανωμαλία των ματιών που επηρεάζει ένα στα 10.000 μωρά. Πρόκειται για ένα κενό στην ίριδα που μπορεί να κάνει την κόρη να μοιάζει με κλειδαρότρυπα. Αυτό ήταν κάτι που και η ίδια η δημοσιογράφος μπορούσε να παρατηρήσει στην Τζούλια, καθώς την είχε απέναντί της.

Έτσι, η Julia επικοινώνησε με την αστυνομία στην Πολωνία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Είπε: «Τους τηλεφώνησα τόσες πολλές φορές, αλλά κανείς δεν με αντιμετώπισε σοβαρά».

Με την πάροδο των ετών, πολλές νεαρές γυναίκες και κορίτσια έχουν εμφανιστεί και ισχυρίζονται ότι ήταν η Μαντλίν ΜακΚαν, αλλά όλες αποδείχθηκαν ψευδείς.

Η Τζούλια δεν ένιωθε να την ακούει κανείς και γι’ αυτό στράφηκε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να δει αν οι άνθρωποι εκεί θα έδιναν προσοχή.

Ήταν πολύ ανοιχτή με τους ακολούθους της, λέγοντάς τους ότι είχε κακοποιηθεί ως παιδί, ότι πάλευε με την κατάθλιψη και ότι δυσκολευόταν να αντιμετωπίσει την προσοχή που είχε εξαπολύσει.

«Έψαχνα τι θα γράψουν οι άνθρωποι, τι θα πουν, αν θα με πιστέψουν ή αν θα με αγνοήσουν», είπε.

Σχεδόν αμέσως η Τζούλια κατακλύστηκε από μια ολόκληρη νέα διαδικτυακή κοινότητα που προσέφερε υποστήριξη, επιβεβαίωση, ακόμη και δώρα – λουλούδια, βραχιόλια, αρκουδάκια και κουβέρτες.

Ένα κορίτσι με λίγους φίλους στο σχολείο είχε γίνει μια νεαρή γυναίκα που πολύ γρήγορα συγκέντρωσε περισσότερους από ένα εκατομμύριο followers στο προφίλ της στο Instagram.

«Ποτέ δεν ένιωσα ότι οι άνθρωποι που με υποστηρίζουν ή που με ακολουθούν είναι θαυμαστές μου. Πάντα αισθάνομαι ότι είναι απλώς άνθρωποι που είναι φίλοι», είπε.

Όμως η φήμη στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έφερε επίσης κριτική και κακοποίηση.

«Ήξερα ότι θα υπάρξουν άνθρωποι που δεν θα με πιστέψουν ή θα με μισήσουν, αλλά δεν περίμενα ότι θα λάβω απειλές θανάτου, για παράδειγμα. Ήταν κάτι που δεν μπορούσα να καταλάβω. Οι άνθρωποι ήξεραν ότι είχα κακοποιηθεί και όλοι ήξεραν ότι αντιμετωπίζω κατάθλιψη”, ήταν τα λόγια της.

«Προσπαθούσα να είμαι δυνατή ακόμα και όταν οι άνθρωποι έλεγαν, ότι πρέπει να πεθάνεις. Θα έπρεπε να σε βιάσουν. Θα έπρεπε να σε σκοτώσουν. Θα έπρεπε να δολοφονηθείς. Δεν θα έπρεπε να υπάρχεις σε αυτόν τον κόσμο. Είσαι μια σκύλα».

Παρ’ όλα αυτά, η Τζούλια συνέχισε να δημοσιεύει.

«Ήθελα να μάθω την αλήθεια. Κάποιοι έλεγαν ότι ήθελα να γίνω σταρ». «Θέλει να κάνει τη μουσική της viral, μπλα, μπλα», εξήγησε. Αλλά τόνισε ότι ποτέ δεν ανέβασε τη μουσική της στο νέο της Instagram Madeleine McCann, και ότι δεν ήταν αυτός ο στόχος της.

Μέχρι τον περασμένο Μάρτιο, η ιστορία της Τζούλια είχε γίνει παγκόσμια. Προσέλκυσε την προσοχή των παραγωγών στις Ηνωμένες Πολιτείες και την κάλεσαν να πάει στο μακροχρόνιο chat show με οικοδεσπότη τον ψυχολόγο Dr Phil.

Εκείνη περίπου την εποχή, η Τζούλια αποφάσισε να κάνει ένα τεστ DNA. Λέει ότι ούτε οι γονείς της ούτε οι McCanns συμφώνησαν να δώσουν δείγματα DNA για να συγκριθεί το DNA της Julia. Αλλά όταν έφτασαν τα αποτελέσματα, έδειξαν ότι η Julia ήταν από την Πολωνία, με κάποια λιθουανική και ρουμανική κληρονομιά. Με άλλα λόγια, ότι δεν είναι η Madeleine McCann.

Η οικογένεια της Τζούλια ανέφερε τότε σε ανακοίνωσή της: «Για εμάς ως οικογένεια είναι προφανές ότι η Julia είναι η κόρη, η εγγονή, η αδελφή, η ανιψιά, η ξαδέλφη και η θετή ανιψιά μας. Έχουμε αναμνήσεις, έχουμε φωτογραφίες. Πάντα προσπαθούσαμε να κατανοήσουμε όλες τις καταστάσεις που συνέβησαν με την Τζούλια».

Ενώ ορισμένοι οπαδοί στράφηκαν εναντίον της μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων του τεστ DNA, άλλοι παρέμειναν σε στενή επαφή μαζί της και της προσέφεραν στήριξη. Δεν την εγκατέλειψαν – και αρκετοί συνέχισαν να την ακολουθούν επειδή είναι η Τζούλια.

Εν τέλει, η Julia δημοσίευσε μια συγγνώμη προς τους McCanns επειδή ανησυχούσε ότι μπορεί να είχε προσθέσει στην αγωνία τους και είπε:

«Ποτέ δεν ήθελα να βλάψω κανέναν – συμπεριλαμβανομένων των McCanns»

«Ήθελα πραγματικά να μάθω ποια είμαι»

Αν μπορούσε να γυρίσει πίσω στο χρόνο, η Julia είπε ότι δεν θα είχε φτιάξει ποτέ το προφίλ της Madeleine McCann.

«Δεν θα έμπαινα ποτέ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Μπορούν να σε καταστρέψουν», εξήγησε.

Στο σύνδεσμο που ακολουθεί, μπορείτε να ακούσετε το podcast με τη συνέντευξη που πήρε η δημοσιογράφος Marianna Spring στην Julia:

https://www.bbc.co.uk/sounds/play/m001vtl1

Η Τζούλια στο ίνσταγκραμ:

Σχετικά άρθρα