Οδυσσέας Ελύτης

 

Εμείς τη λέμε τη ζωή την πιάνουμε απ’ τα χέρια

Κοιτάζουμε τα μάτια της που μας ξανακοιτάζουν

Κι αν είναι αυτό που μας μεθάει μαγνήτης, το γνωρίζουμε

Κι αν είναι αυτό που μας πονάει, κακό, τόχουμε νιώσει

Εμείς τη λέμε τη ζωή, πηγαίνουμε μπροστά

Και χαιρετούμε τα πουλιά της που μισεύουνε

Είμαστε από καλή γενιά.

Οδυσσέας Ελύτης 

Ο Οδυσσέας Ελύτης υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους Έλληνες ποιητές και ο δεύτερος Έλληνας που τιμήθηκε με βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1979. Ανήκε στην γενιά των ποιητών του 1930 και  παράλληλα ασχολούνταν και με την ζωγραφική.

Το πραγματικό του όνομα ήταν Οδυσσέας Αλεπουδέλης, γεννήθηκε στις 2 Νοεμβρίου 1911 και είχε καταγωγή από το Ηράκλειο της Κρήτης. Πατέρας του ήταν ο επιχειρηματίας Παναγιώτης Αλεπουδέλης και η Μαρία Βρανά και οι δύο από την Λέσβο οι οποίοι έκαναν έξι παιδιά. Ο Οδυσσέας ήταν ο μικρότερος εξ αυτών. Ο πατέρας του διατηρούσε εργοστάσιο σαπωνιοποιίας και πυρηνελουργίας στο Ηράκλειο το οποίο μετέφερε στην Αθήνα μετά την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Ήδη από πολύ μικρή ηλικία έζησε δύο σημαντικές απώλειες εκείνη της αδερφής του Μαίρης και λίγα χρόνια αργότερα του πατέρα του. Μετά την Μικρασιατική καταστροφή ο μικρός Οδυσσέας και η οικογένειά του έκαναν ένα μεγάλο ταξίδι στο εξωτερικό κατά την διάρκεια του οποίου επισκέφθηκαν την Ελβετία. Εκεί γνωρίστηκαν με τον Ελευθέριο Βενιζέλο.

Από την ηλικία των δεκατριών ετών άρχισε να ενδιαφέρεται για την ποίηση και την λογοτεχνία. Αγαπημένοι συγγραφείς του υπήρξαν ο Λόρκα, ο Καρυωτάκης και ο Έλιαρ. Το 1930 εγγράφεται στην Νομική Σχολή Αθηνών και ξεκινά να δημοσιεύει με ψευδώνυμο ποιήματά του σε διάφορα περιοδικά.

Σημείο σταθμός στην ζωή και την συγγραφική του πορεία ήταν η γνωριμία του με τον ποιητή και ψυχαναλυτή Ανδρέα Εμπειρίκο το 1935. Με το ξέσπασμα του πολέμου του 1940 κατατάσσεται στον στρατό με τον βαθμό του ανθυπολοχαγού και έτσι βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του μετώπου. Φεύγει όμως από εκεί βαριά άρρωστος από κοιλιακό τύφο και μεταφέρεται στα Ιωάννινα και μετά στην Αθήνα. Η κατάστασή του χαρακτηρίστηκε ως σοβαρή αλλά ως εκ θαύματος διέφυγε τον κίνδυνο και ανέρρωσε, αν και δύσκολα.

Λίγο μετά την αρχή του εμφυλίου φεύγει για την Ελβετία και έπειτα για το Παρίσι. Από τότε επέστρεψε και έφυγε από την Ελλάδα αρκετές φορές κυρίως λόγω των έντονων πολιτικών καταστάσεων. Πάντοτε παρέμενε ενεργός και πολλά από τα ποιήματά του γνώρισαν διεθνή απήχηση που επισφραγίστηκε από το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1979.

Συνέχισε να γράφει μέχρι τον θάνατό του το 1996 σε ηλικία 85 ετών. Με τον θάνατό του έκλεισε η γενιά των ποιητών του 1930 καθώς ήταν ένας από τους τελευταίους επιζώντες αυτών. Ο ίδιος μιλούσε για την συγγραφική του ιδιοσυγκρασία ως μία υποβόσκουσα πηγή Ελληνικότητας με πολλές πινελιές επαναστατισμού επηρεασμένος από το μοντέρνο κίνημα.

 

 

Σχετικά άρθρα