Μπάμπης Βωβός: Ο φιλόδοξος Μεσσήνιος που είδε τη “γυάλινη αυτοκρατορία” του να καταρρέει σε μια νύχτα-Η βίλα των 8 εκατ. ευρώ και η σύλληψη για χρέη

Στις 28 Μαρτίου του 2018 ο Μπάμπης Βωβός, ο άλλοτε «Μίδας του Real Estate», θα δει την υπερπολυτελή του βίλα στο Παλαιό Ψυχικό, εκτιμώμενης αξίας άνω των 5 εκατ. ευρώ, να περνάει στα χέρια άλλου ιδιοκτήτη, χωρίς τη δική του επιθυμία.

Και τούτο, γιατί αυτή είναι η ημερομηνία του πλειστηριασμού, που όρισε η τράπεζα που του κατέσχεσε την οικία του λόγω χρεών.

Μια βίλα που «είδε» και «έζησε» την άνοδο μα και την πτώση του Μπάμπη Βωβού, του ανθρώπου που έκτισε όλη την Κηφισίας δίνοντάς της την δεκαετία του ΄80 την σύγχρονη μορφή που έχει σήμερα, εκτινάσσοντας την αξία των ακινήτων σε δυσθεώρατα για τους κοινούς θνητούς ύψη.

Ο παρ’ ολίγον χωροφύλακας και το μεγάλο σχέδιο

Η ιστορία του Μπάμπη Βωβού,τουλάχιστον στο ξεκίνημά της δεν είναι στρωμένη με ροδοπέταλα, αλλά με τα αγκάθια της φτώχειας και των δύσκολων συνθηκών ζωής. Γεννημένος στα Φιλιατρά Μεσσηνίας, κάπου στη δεκαετία του ΄30, ο Μπάμπης αν και το 9ο και τελευταίο παιδί μια οικογένειας του χωριού έχει φιλοδοξίες που ξεπερνούν τα όνειρα για την καριέρα… χωροφύλακα, που επιθυμεί για τον ίδιο ο πατέρας του.

«Πήγαινε στη χωροφυλακή, να γίνεις αξιωματικός. Αριστούχος είσαι, είναι βέβαιο ότι θα πετύχεις. Θα είσαι εσωτερικός, δεν θα πληρώσουμε τίποτε», του είχαν πει, όπως είχε αναφέρει ο ίδιος προ ετών σε συνέντευξή του.

Προκομμένος και έξυπνος, ο νεαρός τότε Μπάμπης αντιλαμβάνεται ότι η μόνη διέξοδος από την φτώχεια και την περιφρόνηση είναι η μόρφωση. Με μοναδικό, αλλά πολύ αξιόπιστο «όπλο» τους βαθμούς του, ο μετέπειτα «Μίδας του Real Estate» τελειώνει το σχολείο και το 1950 περνάει στο Πολυτεχνείο και έρχεται στην Αθήνα για να βάλει το σχέδιό του σε εφαρμογή.

Πρώτα, βέβαια, πρέπει και ο ίδιος να πιάσει δουλειά για να μπορέσει να συγκεντρώσει το ποσό των 2.500 δραχμών που τότε ήταν απαραίτητο για να πληρώσει τα δίδακτρα της σχολής του.

Τα ταξίδια στην Αμερική και η πρώτη συνεργασία

Ενώ είναι στο δεύτερο έτος των σπουδών του και εργάζεται κάνοντας την πρακτική του στο τεχνικό γραφείο «Κλαφόπουλος – Ιωαννίδης», ο Μπάμπης Βωβός κάνει μια γνωριμία που έμελλε να του αλλάξει κυριολεκτικά τη ζωή, ανοίγοντάς του δρόμους στους οποίος μέχρι τότε μόνο στη φαντασία του και στα πιο τρελά του όνειρα περπατούσε.

Ο Γιάννης Ζουγανέλης και ο Παναγιώτης Φαμέλης είναι οι δύο Μυκονιάτες επιχειρηματίες, εργολάβοι μπετόν, με τους οποίους ο Βωβός συστήνει την εταιρεία που στο μέλλον θα έχτιζε πάνω από 150 κτήρια, για να στεγάσει υπουργεία και πολυεθνικές εταιρείες.

Τα ταξίδια του στις ΗΠΑ του δημιουργούν εμμονή με τα γυάλινα κτήρια, όπως ακριβώς οι θηριώδεις ουρανοξύστες που κάνουν τις μεγαλουπόλεις της Αμερικής να ξεχωρίζουν. Αποφασισμένος να το εφαρμόσει και στην Αθήνα, ο Βωβός φτιάχνει το πρώτο κτήριο το 1970 στο νούμερο 32 της Λεωφόρου Κηφισίας, στο οποίο – όπως ο ίδιος υποστήριζε – έκανε όλα του τα λάθη μαζεμένα, καθώς ήταν ακόμα άμαθος.

Πεισματάρης, δεν το βάζει κάτω και με άρωγό τον νόμο περί μεταφοράς συντελεστών κτίζει, πουλάει, νοικιάζει και βγάζει υπέρογκα ποσά, σημαντικό μέρος των οποίων επενδύει και πάλι στην επιχείρησή του και τις εκ νέου κατασκευές κτηρίων, τα οποία πλέον φέρουν και το όνομά του, με το «babis Vovos» να είναι το σήμα κατατεθέν του.

Το 1978, δημιουργεί τον πύργο Atrina σε συνεργασία με Έλληνες, Αμερικανούς και Ιταλούς αρχιτέκτονες. Ένα κτίριο που τον κάνει ιδιαίτερα περήφανο και ακόμη περισσότερο όταν πιάνει φωτιά ένας όροφός του το 1999 και το κτίριο συμπεριφέρεται άψογα, κάνοντας το CNN, να μιλά για ένα από τα καλύτερα σχεδιασμένα κτίρια του κόσμου.

Ο Άρης, η Άντα και η μεγάλη ζωή

Η εταιρεία του καλπάζει σαν αφηνιασμένο άλογο και το 1999 φτάνει να έχει καθαρά κέρδη 6,6 δισ. δραχμές. Στο ενδιάμεσο ο Μπάμπης Βωβός έχει προλάβει να αποκτήσει τρία παιδιά, τον Άρη, τη Νάταλι και την Άντα, η οποία γίνεται χαρκατηριστική φιγούρα της αθηναϊκής υψηλής κοινωνίας, καθώς είναι θρυλικά τα πάρτι που διοργανώνει, αλλά και τα απίστευτα ψώνια που έκανε στις ακριβότερες και πιο γνωστές πρωτεύουσες του κόσμου. Χαρακτηριστική είναι η φήμη που την ακολουθεί και τη θέλει να επέστρεψε μια φορά από ένα ταξίδι της στη Ρώμη με 30 βαλίτσες σε ψώνια.

Και ο αδερφός της Άρης, όμως, αν και δεν βρισκόταν τόσο πολύ στα φώτα της δημοσιότητας έκανε κι αυτός επίδειξη του πλούτου και της δύναμης της οικογένειας. Λάτρης της ταχύτητας και της πολυτέλειας έτρεχε σε αγώνες με τα αυτοκίνητά του, με τις «κόντρες» του με τον άλλο ισχυρό γόνο, Γιάννη Βαρδινογιάνη ή Τζίγγερ, να είναι θρυλικές. Μάλιστα, λέγεται ότι σε ένα ταξί του στο Κάπρι, ο Άρης Βωβός κατάφερε με ένα φιλοδώρημα των 3.000 ευρώ να «κλείσει» ένα ολόκληρο εστιατόριο, όπου σύχναζαν κάθε βράδυ από τον Αρμάνι μέχρι τον Λάνγκερφελντ, μόνο για την παρέα του, αφήνοντας τους διάσημους συνδαιτημόνες του άφωνους και εκτός εστιατορίου.

Χαρακτηριστική πάντως είναι η αγάπη του για την ομάδα μπάσκετ του Αμαρουσίου στην οποία ήταν βασικός μέτοχος και χρηματοδότης για αρκετά χρόνια με αποκορύφωμα την κατάκτηση του Κυπελλου Σαπόρτα το 2001.

Το Mall του Βοτανικού, οι κορμοράνοι και η πτώση

Και ενώ όλα δείχνουν να πηγαίνουν πρίμα, ξαφνικά τα πράγματα αλλάζουν. Την ώρα που ο Μπάμπης Βωβός έχει επενδύσει τα πάντα σε αυτό που επρόκειτο να γίνει «το μεγαλύτερο Mall των Βαλκανίων», το ΣτΕ μπλοκάρει τη δημιουργία του στην περιοχή του Βοτανικού, λόγω των… κορμοράνων που ζούσαν εκεί, σύμφωνα με όσα υποστήριζαν οι κάτοικοι, καθώς και την διπλή ανάπλαση της Λεωφόρου Αλεξάνδρας, που προέβλεπε και την μεταφορά του γηπέδου του Παναθηναϊκού από τους Αμπελόκηπους στον Βοτανικό.

Τα όποια έργα μένουν στα μπετά και τα χρέη αρχίζουν να γίνονται δυσβάσταχτα για τον Βωβό και την εταιρεία του. Καταγγελίες, διώξεις για χρέη προς το Δημόσιο, την Εφορία και τις τράπεζες, κατασχέσεις και διάφορά σχετικά περιστατικά, με κατάληξη την σύλληψη του επιχειρηματία το 2012, κάτι που του στοίχισε και σε επίπεδο υγείας, ψυχικής και σωματικής.

Σήμερα, απομεινάρια της μεγάλης αυτοκρατορίας που τελικά αποδείχθηκε ότι χτίστηκε με κόπο, αλλα γκρεμίστηκε με σχετική ευκολία είναι τα κτήρια της Λεωφόρου Κηφισίας που στέκονται εκεί αγέρωχα, αλλά «χτυπημένα» κι αυτά από την ίδια μοίρα που έκανε τον Μπάμπη Βωβό να κοιτάει σήμερα με θλίψη στα μάτια και χωρίς ίχνος έπαρσης, που κάποτε τον χαρακτήριζε, όσα δημιούργησε να χάνονται.

Σχετικά άρθρα