Βλάντιμιρ Πούτιν: Ο Ρώσος Πρόεδρος που υπήρξε κατάσκοπος της Σοβιετικής Ένωσης και έχει επανεκλεγεί τέσσερις φορές- Η μυστική του προσωπική ζωή και η φήμες περί θανάτου του

Ο Βλαντιμίρ Πούτιν είναι το επίκεντρο της επικαιρότητας εδώ και περίπου δύο εβδομάδες αφού έδωσε την εντολή να εισβάλλει ο Ρωσικός στρατός στην Ουκρανία. Οι απόψεις για τον ίδιο αλλά και για την πολεμική κίνηση που έκανε είναι αμφιλεγόμενες με τον δυτικό κόσμο να τον αποκλείει, αλλά την ίδια στιγμή πολλούς υποστηρικτές του να τον θεωρούν σωτήρα.

Η πορεία της ζωής του είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα και έχει διανύσει μία μακρά καριέρα πριν αναλάβει την προεδρία της χώρας του. Έγινε πρόεδρος της Ρωσίας σε μία μεταβατική για την χώρα περίοδο και από τότε κυβερνά συνεχόμενα για 22 χρόνια.

Τα πρώτα χρόνια της ζωής του στην Αγία Πετρούπολη

Ο Πούτιν γεννήθηκε στις 7 Οκτωβρίου 1952 στην Αγία Πετρούπολη –τότε Λένινγκραντ- της Σοβιετικής Ένωσης. Ήταν το νεότερο από τα τρία παιδιά του Vladimir Spiridonovich Putin και της Maria Ivanovna Putina. Ο παππούς του, Σπυρίδων Πούτιν, ήταν προσωπικός μάγειρας του Βλαντιμίρ Λένιν και του Ιωσήφ Στάλιν. Πριν γεννηθεί ο Πούτιν είχαν προηγηθεί ο θάνατος δύο αδελφών, του Βίκτορ και του Άλμπερτ, που γεννήθηκαν μέσα στην δεκαετία του 1930. Ο Άλμπερτ πέθανε στη βρεφική ηλικία και ο Βίκτορ πέθανε από διφθερίτιδα κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του Λένινγκραντ από τις δυνάμεις του Τρίτου Ράιχ στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Η μητέρα του Πούτιν ήταν εργάτρια σε εργοστάσιο και ο πατέρας του υπηρετούσε στο ναυτικό, υπηρετώντας στον στόλο των υποβρυχίων στις αρχές της δεκαετίας του 1930. Την 1η Σεπτεμβρίου 1960, ο Πούτιν γράφθηκε στο σχολείο του Baskov Lane που ήταν κοντά στο σπίτι του. Σε ηλικία 12 ετών, άρχισε να ασχολείται με το σάμπο, την ρωσική πολεμική τέχνη, και το τζούντο. Στον ελεύθερο χρόνο του, του άρεσε να διαβάζει τα έργα του Καρλ Μαρξ, του Φρίντριχ Ένγκελς και του Λένιν. Στην συνέχεια των σπουδών του ο Πούτιν σπούδασε γερμανικά στο Λύκειο 281 της Αγίας Πετρούπολης τα οποία και μιλά ως δεύτερη γλώσσα.

Το 1971, αφού αποφοίτησε από το Λύκειο, συνέχισε της σπουδές του στο Κρατικό Πανεπιστήμιο του Λένινγκραντ στο τμήμα Νομικής έως το 1975. Η διατριβή του ήταν με θέμα «Η αρχή του εμπορίου του πιο ευνοημένου έθνους στο διεθνές δίκαιο». Εκεί, υποχρεώθηκε να ενταχθεί στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης (CPSU) και παρέμεινε μέλος έως ότου έπαψε να υπάρχει, όταν τέθηκε εκτός νόμου τον Αύγουστο του 1991 μετά την διάλυση της ΕΣΣΔ.

Καθοριστική για τον Πούτιν ήταν η συνάντησή του με τον Ανατόλι Σόμπτσακ, έναν επίκουρο καθηγητή που δίδασκε επιχειρηματικό δίκαιο, και ο οποίος αργότερα έγινε συν-συγγραφέας του ρωσικού συντάγματος και των σχεδίων διαφθοράς που διώκονταν στη Γαλλία. Ο ένας επηρέασε την καριέρα του άλλου σε μεγάλο βαθμό.

Πράκτορας της KGB

Το 1975, τελειώνοντας τις σπουδές του εντάχθηκε στην KGB και εκπαιδεύτηκε στο 401ο σχολείο της KGB στην Okhta του Λένινγκραντ. Μόλις τελείωσε την εκπαίδευση, εργάστηκε στη Δεύτερη Γενική Διεύθυνση –αντικατασκοπεία- πριν μετατεθεί στην Πρώτη Γενική Διεύθυνση, όπου ανέλαβε ενεργό ρόλο στην παρακολούθηση αλλοδαπών και προξενικών αξιωματούχων στο Λένινγκραντ.

Εννέα χρόνια αργότερα, τον Σεπτέμβριο του 1984, ο Πούτιν στάλθηκε στη Μόσχα για περαιτέρω εκπαίδευση στο Ινστιτούτο Red Banner του Γιούρι Αντρόποφ. Από το 1985 έως το 1990, υπηρέτησε στη Δρέσδη της Ανατολικής Γερμανίας, χρησιμοποιώντας ως κάλυψη το επάγγελμα του μεταφραστή. Ωστόσο πολύ λίγες είναι οι πληροφορίες για αυτή την περίοδο της καριέρας του.

Μετά από αυτά το έργο του Πούτιν υποβαθμίστηκε από τον πρώην αρχηγό κατασκοπείας της Στάζι Μάρκους Βολφ και τον πρώην συνάδελφο του Πούτιν στην KGB Βλαντιμίρ Ουσόλτσεφ. Παρ’ όλα αυτά σύμφωνα με τη δημοσιογράφο Κάθριν Μπέλτον, αυτή η υποβάθμιση ήταν στην πραγματικότητα κάλυψη για να συμμετέχει ο Πούτιν στον συντονισμό της KGB και την υποστήριξη της τρομοκρατικής Φατρίας του Κόκκινου Στρατού. Η συγκεκριμένη φατρία ήταν εκείνη που προσπάθησε να απαγάγει την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν πριν εκείνη διαφύγει στο Λονδίνο.

Ο Πούτιν φέρεται να συνάντησε Γερμανούς για να στρατολογηθούν για υποθέσεις ασύρματων επικοινωνιών μαζί με έναν διερμηνέα. Ασχολήθηκε με τις τεχνολογίες ασύρματων επικοινωνιών στη Νοτιοανατολική Ασία λόγω ταξιδιών Γερμανών μηχανικών, που προσλήφθηκαν από αυτόν, εκεί αλλά και στη Δύση. Μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου φρόντισε να διασώσει αρχεία που είχαν σχέση με την δράση της οργάνωσης, ώστε να μεταφερθούν στην Μόσχα.

Μετά την κατάρρευση της κομμουνιστικής κυβέρνησης της Ανατολικής Γερμανίας, ο Πούτιν επρόκειτο να παραιτηθεί από την ενεργό υπηρεσία της KGB λόγω υποψιών που γεννήθηκαν σχετικά με την πίστη του κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων στη Δρέσδη και νωρίτερα. Επέστρεψε στο Λένινγκραντ στις αρχές του 1990 ως μέλος των «ενεργών εφεδρειών», όπου εργάστηκε για περίπου τρεις μήνες με το τμήμα Διεθνών Υποθέσεων του Κρατικού Πανεπιστημίου του Λένινγκραντ, αναφέροντας στον αντιπρύτανη Yuriy Molchanov, ενώ εργαζόταν για τη διδακτορική του διατριβή. Ο Πούτιν ισχυρίζεται ότι παραιτήθηκε με τον βαθμό του Αντισυνταγματάρχη στις 20 Αυγούστου 1991, τη δεύτερη ημέρα της απόπειρας πραξικοπήματος του 1991 κατά του Σοβιετικού Προέδρου Μιχαήλ Γκορμπατσόφ.

Η πολιτική του καριέρα

Στις 31 Δεκεμβρίου 1999, ο Γιέλτσιν παραιτήθηκε και, σύμφωνα με το Σύνταγμα της Ρωσίας, ο Πούτιν έγινε Αναπληρωτής Πρόεδρος της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Με την ανάληψη αυτού του ρόλου, ο Πούτιν πήγε σε μια προγραμματισμένη επίσκεψη στα ρωσικά στρατεύματα στην Τσετσενία.

Το πρώτο προεδρικό διάταγμα που υπέγραψε ο Πούτιν στις 31 Δεκεμβρίου 1999 είχε τίτλο «Περί εγγυήσεων για τον πρώην πρόεδρο της Ρωσικής Ομοσπονδίας και τα μέλη της οικογένειάς του». Αυτό είχε ως κύριο στόχο την υπόθεση δωροδοκίας της Mabetex στην οποία εμπλέκονταν τα μέλη της οικογένειας του Γέλτσιν. Ενώ οι αντίπαλοί του προετοιμάζονταν για τις εκλογές του Ιουνίου του 2000, η ​​παραίτηση του Γέλτσιν είχε ως αποτέλεσμα τις προεδρικές εκλογές να διεξαχθούν στις 26 Μαρτίου 2000. Σε αυτές ο Πούτιν κέρδισε στον πρώτο γύρο με 53% των ψήφων.

Η πρώτη του προεδρική θητεία διήρκεσε από το 2000 μέχρι και το 2004. Μεταξύ 2000 και 2004, ο Πούτιν δημιούργησε μία πολιτική στρατηγική για να αλλάξει τη φτωχή κατάσταση της Ρωσίας κερδίζοντας έδαφος έναντι των Ρώσων ολιγαρχών και καταλήγοντας σε μια «μεγάλη συμφωνία» μαζί τους. Αυτή η συμφωνία επέτρεψε στους ολιγάρχες να διατηρήσουν τις εξουσίες τους, με αντάλλαγμα τη ρητή υποστήριξή τους στην κυβέρνηση του Πούτιν.

Μέχρι το τέλος αυτή του της θητείας κλήθηκε να αντιμετωπίσει σοβαρά εσωτερικά θέματα όπως μία υπόθεση ομηρίας. Αυτά, όμως, δεν του στέρησαν την φήμη του και στις επόμενες προεδρικές εκλογές τα γκάλοπ έδειξαν πως το 83% των Ρώσων ήταν στο πλευρό του. Το 2003, διεξήχθη ένα αμφιλεγόμενο δημοψήφισμα στην Τσετσενία, υιοθετώντας ένα νέο σύνταγμα που δηλώνει ότι η Δημοκρατία της Τσετσενίας είναι μεν μέρος της Ρωσίας, διατηρεί δε την αυτονομία της.

Δεύτερη προεδρική θητεία

Στις 14 Μαρτίου 2004, ο Πούτιν εξελέγη στην προεδρία για δεύτερη θητεία, λαμβάνοντας το 71% των ψήφων. Στην σχεδόν 10ετή περίοδο πριν από την άνοδο του Πούτιν μετά τη διάλυση της σοβιετική ένωσης ήταν μια περίοδος αναταραχής στη Ρωσία. Σε μια ομιλία του στο Κρεμλίνο το 2005, ο Πούτιν χαρακτήρισε την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης ως τη «μεγαλύτερη γεωπολιτική καταστροφή του εικοστού αιώνα». Το 2005, ξεκίνησαν τα Έργα Εθνικής Προτεραιότητας για τη βελτίωση της υγειονομικής περίθαλψης, της εκπαίδευσης, της στέγασης και της γεωργίας της Ρωσίας.

Ήδη από την δεύτερη θητεία του είχε καταφέρει να χειρίζεται το μεγαλύτερο μέρος των πολιτικών του Κρεμλίνου, των πλούσιων της Ρωσίας και ειδικά του Τύπου. Χαρακτηριστικό είναι πως στις 7 Οκτωβρίου 2006 ανήμερα των γενεθλίων του Πούτιν, η Anna Politkovskaya, μια δημοσιογράφος που αποκάλυψε τη διαφθορά στον ρωσικό στρατό και τη συμπεριφορά του στην Τσετσενία, πυροβολήθηκε στο λόμπι της πολυκατοικίας της.

Ο θάνατος της Politkovskaya προκάλεσε διεθνή κριτική, με κατηγορίες ότι ο Πούτιν απέτυχε να προστατεύσει τα νέα ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης της χώρας. Ο ίδιος ο Πούτιν είπε ότι ο θάνατός της προκάλεσε στην κυβέρνηση περισσότερα προβλήματα από τα γραπτά της. Κάποια χρόνια άρχισαν να κυκλοφορούν φήμες πως η κυβέρνηση βρισκόταν πίσω από την δολοφονία της Politikovskaya.

Τρίτη φορά πρόεδρος

Το 2008 προσπάθησε να εκλεγεί για τρίτη φορά αλλά λόγω των νόμων του Ρωσικού Συντάγματος αποκλείστηκε. Βέβαια, δεν απομακρύνθηκε από την πολιτική σκηνή αλλά ανέλαβε την πρωθυπουργία μέχρι το 2012. Στο διάστημα αυτό κατάφερε μαζί με τον νέο πρόεδρο Μεντβέντεφ να αλλάξει την συγκεκριμένη νομοθεσία με τρόπο που θα του επιτρέψει να ξαναβάλει υποψηφιότητα για Πρόεδρος για τρίτη, τέταρτη ακόμα και πέμπτη φορά.

Στις 24 Σεπτεμβρίου 2011, ενώ μιλούσε στο συνέδριο του κόμματος Ενωμένη Ρωσία, ο Μεντβέντεφ αποκάλυψε ότι οι δύο άνδρες είχαν προ πολλού κλείσει μια συμφωνία για να επιτρέψουν στον Πούτιν να είναι υποψήφιος για πρόεδρος το 2012.

Έτσι, στις 4 Μαρτίου 2012, ο Πούτιν κέρδισε τις ρωσικές προεδρικές εκλογές του 2012 στον πρώτο γύρο, με 63,6% των ψήφων, παρά τις ευρέως διαδεδομένες κατηγορίες για νοθεία. Διαδηλώσεις κατά του Πούτιν πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια και αμέσως μετά την προεδρική εκστρατεία. Καμία όμως δεν κατάφερε να αλλάξει τα πράγματα και ο Πούτιν συνεχίσει το έργο του επιφέροντας πολλές κατακριταίες και αναχρονιστικές νομοθετικές ρυθμίσεις. Χαρακτηριστικότερη είναι εκείνη κατά της LGBTQ κοινότητας.

Διανύοντας την τέταρτη προεδρική θητεία

Στην τρίτη του θητεία ενεπλάκη σε πολλές πολεμικές συγκρούσεις με κυριότερη εκείνη στην Συρία υπέρ του Προέδρου της Μπασάρ Αλ Άσαντ. Τώρα διανύοντας την τέταρτη θητεία του εισέβαλλε στην γειτονική του χώρα Ουκρανία. Την ενέργειά του αυτή δικαιολόγησε ως αμυντική χρησιμοποιώντας τους ρωσόφωνους των ακριτικών ουκρανικών περιοχών ως αφορμή. Επίσης, αμύνθηκε όπως δήλωσε κατά του αιτήματος της Ουκρανίας να μπει στο ΝΑΤΟ και ενάντια στην ναζιστική κυβέρνηση του Ουκρανού προέδρου Ζελένσκι.

Πολιτικοί αναλυτές αναφέρουν πως η κήρυξη του πολέμου από τον Πούτιν θεωρούνταν θέμα χρόνου μετά και την επιχείρηση στην Κριμαία το 2014. Οι Αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες προειδοποιούσαν για την εισβολή εδώ και καιρό αλλά το Κρεμλίνο αρνούνταν κατηγορηματικά τις φήμες. Μετά από πολλές κινήσεις τακτικής για να αποπροσανατολίσουν την κοινή γνώμη, τελικά ο ρωσικός στρατός επιτέθηκε στην ουκρανική παραμεθώριο ξημερώματα της Πέμπτης 24 Φεβρουαρίου.

Από τότε ο ουκρανικός στρατός προσπαθεί να αμυνθεί για την υπεράσπιση της επικράτειάς του. Οι περισσότερες χώρες της Δύσης έχουν στείλει ανθρωπιστική βοήθεια, πολεμικό εξοπλισμό και έχουν υπογράψει κυρώσεις κατά της Ρωσίας. Μολαταύτα, τίποτα δεν φαίνεται να πτοεί τον Ρώσο Πρόεδρο.

Προσωπική ζωή

Η προσωπική ζωή του Πούτιν κρατείται μυστική και λίγα πράγματα είναι γνωστά για την οικογένεια και τα παιδιά του. Πρώτη του σύζυγος ήταν η Λιουντμίλα Πούτινα με την οποία απέκτησαν δύο κόρες τις Μαρία και Γεκατερίνα Πούτινα. Με την Λιουντμίλα παντρεύτηκαν το 1983 και έμειναν μαζί για περίπου 30 χρόνια. Ωστόσο το 2014 κυκλοφορούσαν φήμες πως το ζευγάρι έχει χωρίσει και ο Πούτιν έχει ήδη νέα γυναίκα στο πλευρό του.

Όντως τελικά επιβεβαιώθηκε πως ο Πούτιν έχει σχέση με την πρώην αθλήτρια και πολιτικό Αλίνα Καμπάεβα. Βέβαια, η πρώην σύζυγός του ισχυρίζεται πως ο πρώην της είναι νεκρός και την Ρωσία κυβερνά ο σωσίας του.

Το μόνο που επιβεβαιώθηκε ήταν η σχέση του με την αθλήτρια με την κοινή γνώμη να ονομάζει την Καμπάεβα ως «πρώτη ερωμένη της Ρωσίας». Τα μέσα ενημέρωσης αναφέρονται μόνο στις δύο κόρες του από τον γάμο του με την Πούτινα αλλά και πάλι φημολογείται πως έχει αποκτήσει και δίδυμα με την Καμπάεβα. Ρωσική εφημερίδα που τόλμησε να βγάλει δημοσίευμα σχετικό με τον γάμο του με την Καμπάεβα και την απόκτηση πολλών παιδιών μαζί της, έκλεισε αμέσως και όσα αναφέρθηκαν διαψεύθησαν.

Όσα είναι γνωστά για την σύντροφο -ή σύζυγο- του Πούτιν είναι πως κατάγεται από το Ουζμπεκιστάν και γεννήθηκε στις 12 Μαΐου του 1983. Είναι ολυμπιονίκης στο άθλημα της ρυθμικής και προέρχεται από αθλητική οικογένεια, αφού και ο πατέρας της ήταν επαγγελματίας ποδοσφαιριστής. Βέβαια, τα όσα είναι γνωστά για την προσωπική του ζωή είναι αμφισβητήσιμα ακόμα και τα ονόματα των παιδιών που γνωρίζουμε. Φροντίζει πάντα να κυκλοφορούν με πλήθος άλλων ονομάτων και πλαστών ταυτοτήτων. Όλα αυτά για την ασφάλεια της οικογένειας και του ιδίου.

Σχετικά άρθρα