Το στίγμα της ψυχικής νόσου: Μπορούν οι ασθενείς με σχιζοφρένεια να έχουν φίλους;

Μία μέρα διαγνώστηκα με σχιζοφρένεια. Τη στιγμή που μου το ανακοίνωνε ο γιατρός ένιωσα ότι με κατηγορούσε για λάθος επιλογές στη ζωή μου. Μέχρι τότε είχα στο μυαλό μου μια πολύ απλοποιημένη εικόνα για τη σχιζοφρένεια, πιστεύοντας ότι είναι μια εμπειρία και όχι μια ασθένεια και ότι οι γιατροί κάνουν λάθος…

Αυτό που έζησα ήταν πολύ διαφορετικό από ότι μπορούσα να φανταστώ μέχρι τότε. Δεν γνώριζα ότι οι άνθρωποι που πάσχουν από σχιζοφρένεια έχουν την τάση να αποτραβιούνται  από την κοινωνία σε έναν δικό του κόσμο. Εγώ φυσικά δεν ήμουν εξαίρεση.

Καθώς τα συμπτώματα χειροτέρευαν, καθόμουν σε πάρκα και βιβλιοθήκες μόνη μου για ώρες, «χαμένη» μες τις ψευδαισθήσεις μου. Σκεφτόμουν ότι θα κέρδιζα το Νόμπελ. Ήμουν σίγουρη ότι ήμουν ένας από τους πιο ισχυρούς ανθρώπους του πλανήτη. Η φυσιολογική κοινωνική ζωή έχει αντικατασταθεί ατελείωτες ώρες κατατονικής ονειροπόλησης.

Δεν ήθελα επικοινωνία με κανένα μέλος της οικογένειας μου, και αυτό κράτησε χρόνια.

Όταν τελικά με μάζεψε η αστυνομία για να με πάει στον γιατρό, ζούσα στο δρόμο εντελώς μόνη μου. Είχα σταματήσει να πηγαίνω στην εκκλησία, ενώ παλαιότερα λάτρευα να παρακολουθώ τη λειτουργία, και είχα παρατήσει τη δουλειά μου στο εργαστήριο μοριακής βιολογίας, που ήταν το πάθος μου.

Γνώριζα ότι άκουγα φωνές και ότι είχα ψευδαισθήσεις, αλλά πίστευα ότι αυτό δεν αφορούσε κανέναν άλλον πέρα από εμένα, ενώ είχα πείσει τον εαυτό μου ότι μπορούσα να το ελέγξω. Πίστευα επίσης ότι όλοι ακούνε φωνές  και ότι το σημαντικό ήταν να μην το παραδέχεσαι.

Ωστόσο, ήταν αδύνατο να αγνοήσω το χάος μέσα στο κεφάλι μου. Οι φωνές «σφυροκοπούσαν» σαν ένα πολύ οδυνηρό ερέθισμα.

Αντιμετωπίζοντας το στίγμα της ψυχικής ασθένειας, η ζωή μου έγινε πιο δύσκολη απ’ ότι ήταν ήδη. Η ντροπή που ένιωθα ήταν ότι χειρότερο έχω νιώσει στη ζωή μου. Σήμερα όμως ξέρω ότι κανείς δεν πρέπει να αισθάνεται άσχημα επειδή «χτυπήθηκε» από μια ψυχική νόσο.

Μετά τη διάγνωσή μου, η επανένταξή μου στην κοινωνία και οι νέοι φίλοι που έκανα, ήταν το κλειδί για τη θεραπεία μου.

Είμαι ευγνώμων στους ανθρώπους της ενορίας μας που ήταν ευγενικοί μαζί μου ακόμη και μετά τη διάγνωσή μου. Πολλοί από αυτούς τους φίλους είχαν την καλοσύνη να συνεχίσουν να μου φέρονται φυσιολογικά, όπως και σε όλους τους άλλους ανθρώπους, και να αγνοήσουν την αποχαύνωση που μου προκαλούσαν τα φάρμακα τον πρώτο χρόνο.

Ήταν οι ίδιοι άνθρωποι με τους οποίους πήγα σε μία συναυλία ή με κάλεσαν να περάσω μερικές μέρες μαζί τους στην εξοχή. Αυτοί οι άνθρωποι επέλεξαν να ξεπεράσουν το στίγμα και να μου δώσουν μία ευκαιρία.

Δυστυχώς, όμως όταν αποφάσισα να επιστρέψω στις σπουδές μου αντιμετώπισα μία τελείως διαφορετική κατάσταση. Ήταν μία περίοδος που χρειαζόμουν απεγνωσμένα φίλους αλλά κανείς δεν μπορούσε να «σηκώσει» το βάρος της διάγνωσής μου, εξαιτίας της παραπληροφόρησης που υπάρχει. Κάποια στιγμή, που ανέφερα σε μία από τις φίλες μου στο πανεπιστήμιο, με την οποία έκανα παρέα από πριν, το πρόβλημα εκείνη δεν θέλησε να με ξαναδεί ή να έχει επικοινωνία μαζί μου.

Πολλοί από του ασθενείς ποτέ δεν είχαν την τύχη να βρουν την αντιμετώπιση που βρήκα εγώ στους ανθρώπους της ενορίας μου. Ακόμη και οι πιο κοντινοί συγγενείς ή φίλοι μπορεί να μην ξέρουν πώς να ανταποκριθούν σε μία τέτοια κατάσταση.

Ευτυχώς, εκείνοι που δεν βρήκαν υποστήριξη από την οικογένεια ή τους φίλους τους μπορούν να ζητήσουν βοήθεια από ψυχίατρους, ψυχολόγους και κοινωνικούς λειτουργούς. Όμως ελπίζω ότι κάποια μέρα όλοι οι ψυχικά ασθενείς θα βρίσκουν τη συμπόνια και την αποδοχή που δικαιούται.

Κάθε άνθρωπος έχει ελπίδες και όνειρα και μία μοναδική προσωπικότητα. Οι άνθρωποι με ψυχικές νόσους παλεύουν με «τέρατα». Χρειάζονται λοιπόν τους δικούς τους ανθρώπους σε αυτή τη δοκιμασία.

Μαρτυρία ασθνεούς στο Psychology Today.

Σχετικά άρθρα