Ποιες είναι οι συμπεριφορές υψηλού κινδύνου για την υγεία και ποιες οι επιπτώσεις τους; – Ποιοι ψυχολογικοί παράγοντες κρύβονται πίσω από τέτοιες συμπεριφορές;

Οι συμπεριφορές υψηλού κινδύνου για την υγεία περιλαμβάνουν ένα φάσμα ενεργειών, οι οποίες μπορεί να έχουν επιζήμιες επιπτώσεις στη σωματική, πνευματική και συναισθηματική ευεξία ενός ατόμου. Αυτές οι συμπεριφορές, όπως το κάπνισμα, η παχυσαρκία, η συμμετοχή σε σεξουαλικές δραστηριότητες χωρίς προφυλάξεις, η κατάχρηση ουσιών και άλλα, συχνά πηγάζουν από σύνθετους ψυχολογικούς παράγοντες, όπως οι ακόλουθοι:

– Αντίληψη του κινδύνου:

Η αντίληψη του κινδύνου παίζει σημαντικό ρόλο στον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρονται οι άνθρωποι απέναντι στις διάφορες καταστάσεις που εκτίθενται.

Τα άτομα μπορεί να εμπλακούν σε συμπεριφορές υψηλού κινδύνου, επειδή συχνά δεν αναγνωρίζουν το μέγεθος των αρνητικών επιπτώσεων που έχουν στην υγεία τους τέτοιες συμπεριφορές ή επειδή πολλές φορές θεωρούν ότι δεν θα τους επηρεάσει αρνητικά κάτι τέτοιο, λες και είναι άτρωτοι.

Μια τέτοια αντίληψη μπορεί να επηρεαστεί από διάφορους παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων των εμπειριών του παρελθόντος, των κοινωνικών κανόνων και των γνωστικών προκαταλήψεων.

– Συναισθηματική ρύθμιση:

Οι συμπεριφορές υψηλού κινδύνου για την υγεία συχνά συνδέονται με δυσκολίες στη ρύθμιση των συναισθημάτων.

Τα άτομα μπορεί να χρησιμοποιούν ουσίες όπως το αλκοόλ ή τα ναρκωτικά ως μηχανισμό αντιμετώπισης για την ανακούφιση αρνητικών συναισθημάτων όπως το άγχος, το στρες ή η κατάθλιψη.

Ομοίως, οι ανθυγιεινές διατροφικές συνήθειες ή η συμμετοχή σε επικίνδυνες σεξουαλικές δραστηριότητες μπορεί να χρησιμεύουν ως προσωρινή απόσπαση της προσοχής από τη συναισθηματική δυσφορία που βιώνει το άτομο.

– Κοινωνικές επιρροές:

Οι κοινωνικοί παράγοντες, συμπεριλαμβανομένης της πίεσης των συνομηλίκων, της οικογενειακής δυναμικής και των πολιτισμικών προτύπων, επηρεάζουν σημαντικά τις συμπεριφορές των ανθρώπων ως προς την υγεία τους.

Για παράδειγμα, τα άτομα μπορεί να εθιστούν στο κάπνισμα και να κάνουν κατάχρηση ουσιών για να ενταχθούν σε ορισμένες κοινωνικές ομάδες ή για να αναζητήσουν αποδοχή και έγκριση. Ομοίως, οι κοινωνικές στάσεις απέναντι στην εικόνα του σώματος και τη σεξουαλικότητα μπορούν να επηρεάσουν συμπεριφορές που σχετίζονται με την παχυσαρκία και τη σεξουαλική υγεία.

– Αυτοαποτελεσματικότητα και αυτοαντίληψη:

Σύμφωνα με τον Καναδοαμερικανό Ψυχολόγο, Άλμπερτ Μπαντούρα, η αυτοαποτελεσματικότητα είναι η πίστη που έχει ένα άτομο ότι διαθέτει τις ικανότητες να εκτελέσει ένα συγκεκριμένο έργο υπό συγκεκριμένες συνθήκες και είναι κάτι που παίζει καθοριστικό ρόλο στην αλλαγή της συμπεριφοράς που σχετίζεται με την υγεία.

Τα άτομα με χαμηλή αυτοαποτελεσματικότητα μπορεί να αισθάνονται αδύναμα να αντισταθούν στους πειρασμούς ή να ξεπεράσουν τις εθιστικές συμπεριφορές. Επιπλέον, η αυτοαντίληψη, συμπεριλαμβανομένης της αυτοεκτίμησης και της εικόνας του σώματος, μπορεί να επηρεάσει συμπεριφορές υγείας όπως οι διατροφικές συνήθειες και η λήψη αποφάσεων σχετικά με σεξουαλικά θέματα.

– Βιολογικοί και γενετικοί παράγοντες:

Οι βιολογικοί παράγοντες, συμπεριλαμβανομένης της γενετικής και της νευροβιολογίας, συμβάλλουν στην ευαισθησία σε ορισμένες συμπεριφορές υψηλού κινδύνου.

Για παράδειγμα, οι γενετικές προδιαθέσεις μπορεί να αυξήσουν την πιθανότητα εμφάνισης εθισμών ή μεταβολικών διαταραχών όπως η παχυσαρκία. Επιπλέον, οι ανισορροπίες των νευροδιαβιβαστών στον εγκέφαλο μπορεί να επηρεάσουν τις συμπεριφορές αναζήτησης ανταμοιβής που σχετίζονται με την κατάχρηση ουσιών και άλλες επικίνδυνες δραστηριότητες.

Ποιες είναι οι συμπεριφορές υψηλού κινδύνου για την υγεία των ανθρώπων και ποιες επιπτώσεις έχουν;

1. Βία

Εμπειρίες της πρώιμης παιδικής ηλικίας: Δυσμενείς παιδικές εμπειρίες (π.χ. κακοποίηση, παραμέληση, παρακολούθηση βίας) μπορεί να οδηγήσουν στην ανάπτυξη επιθετικών προτύπων συμπεριφοράς και δυσπροσαρμοστικών μηχανισμών αντιμετώπισης.

Οικογενειακή δυναμική: Τα δυσλειτουργικά οικογενειακά περιβάλλοντα που χαρακτηρίζονται από βία, συγκρούσεις, κακή επικοινωνία ή ασυνεπή πειθαρχία μπορούν να συμβάλουν στην ενίσχυση της επιθετικής συμπεριφοράς.

Κοινωνική μάθηση: Η παρατήρηση και η μίμηση επιθετικής συμπεριφοράς σε μέλη της οικογένειας, συνομηλίκους ή μέσα ενημέρωσης μπορεί να διαμορφώσει τις πεποιθήσεις, τις στάσεις και τις συμπεριφορικές αντιδράσεις των ατόμων.

Ρύθμιση των συναισθημάτων: Η ανικανότητα ρύθμισης των συναισθημάτων, συμπεριλαμβανομένων των δυσκολιών στη διαχείριση του θυμού, της απογοήτευσης ή της παρορμητικότητας, αυξάνουν την πιθανότητα αντιδραστικής επιθετικότητας ως απάντηση σε αντιληπτές απειλές ή προκλήσεις.

Η βία ή η έκθεση σε σκηνές βίας μπορεί να έχει τόσο άμεσες σωματικές, όσο και μακροχρόνιες ψυχιατρικές επιπτώσεις.

Ενώ τα άτομα που βιώνουν σεξουαλική κακοποίηση και βία μεταξύ συντρόφων διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να προσβληθούν από σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα όπως ο HIV. Τα άτομα που βιώνουν άλλους τύπους βίας, όπως η σωματική και συναισθηματική κακοποίηση και η παραμέληση, είναι επίσης πιο πιθανό να αναπτύξουν επικίνδυνες σεξουαλικές συμπεριφορές, όπως η συνεύρεση με πολλαπλούς συντρόφους και η σεξουαλική αλληλεπίδραση χωρίς ασφάλεια.

Το να βιώνει κάποιος τη βία είναι κάτι που συνδέεται επίσης με διάφορες ψυχοκοινωνικές διαταραχές όπως διαταραχή μετατραυματικού στρες, άγχος, κατάθλιψη, διαταραχή κατάχρησης ουσιών, διατροφικές διαταραχές και αυξημένη αυτοκτονική διάθεση. Η βία μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη σημαντικών μη μεταδοτικών ασθενειών όπως καρδιαγγειακές παθήσεις, πνευμονοπάθειες, καρκίνος, διαβήτης και παχυσαρκία.

2. Κατανάλωση αλκοόλ – Διαταραχή χρήσης αλκοόλ

Μερικοί άνθρωποι στρέφονται στο αλκοόλ ως τρόπο αντιμετώπισης του στρες, του άγχους, της κατάθλιψης, του τραύματος ή άλλων αρνητικών συναισθημάτων που βιώνουν μέσα τους. Το αλκοόλ μπορεί να ανακουφίσει προσωρινά τα οδυνηρά συναισθήματα και να χρησιμεύσει ως μια μορφή αυτοθεραπείας.

Οι γενετικές προδιαθέσεις και οι παραλλαγές στη χημεία του εγκεφάλου μπορούν να επηρεάσουν την ευαισθησία ενός ατόμου στον εθισμό στο αλκοόλ. Το οικογενειακό ιστορικό αλκοολισμού ή οι γενετικοί παράγοντες που επηρεάζουν τον μεταβολισμό του αλκοόλ μπορεί επίσης να αυξήσουν τον κίνδυνο.

Η διαταραχή της χρήσης αλκοόλ μειώνει το προσδόκιμο ζωής ενός ατόμου κατά περίπου δέκα χρόνια.

Συνδέεται με διάφορες σωματικές, ψυχολογικές και κοινωνικές συνέπειες όπως τραύματα ή κακώσεις, γαστρεντερικές διαταραχές όπως ηπατίτιδα, στεάτωση, παγκρεατίτιδα, καρδιακά προβλήματα όπως μυοκαρδιοπάθεια και καρδιακές δυσρυθμίες.

Αιματολογικά προβλήματα όπως καταστολή του μυελού των οστών και μακροκυττάρωση, και εμβρυϊκό αλκοολικό σύνδρομο (FASD – Fetal Alcohol Spectrum Disorder) στα μωρά εκείνων των γυναικών που πίνουν αλκοόλ κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Επιπλέον, ο αλκοολισμός αυξάνει τον κίνδυνο άγχους, κατάθλιψης, αυτοκτονικής διάθεσης, καθώς και άλλων διαταραχών κατάχρησης ουσιών και ενδοοικογενειακής βίας.

3. Κάπνισμα

Μερικοί άνθρωποι στρέφονται στο κάπνισμα ως τρόπο αντιμετώπισης του στρες, του άγχους, της κατάθλιψης ή άλλων αρνητικών συναισθημάτων. Η δοκιμή τσιγάρων από περιέργεια ή πειραματισμό μπορεί να οδηγήσει ορισμένα άτομα σε εθισμό, ειδικά αν βιώνουν θετική ενίσχυση από τις επιδράσεις της νικοτίνης.

Το κάπνισμα αποτελεί σημαντικό παράγοντα κινδύνου για την ανάπτυξη πνευμονικών παθήσεων όπως η βρογχίτιδα, το εμφύσημα και η ιδιοπαθής πνευμονική ίνωση.

Το κάπνισμα μεσολαβεί στην αθηροσκλήρωση, η οποία οδηγεί σε ποικίλες καρδιακές και αγγειακές παθολογίες όπως έμφραγμα του μυοκαρδίου, εγκεφαλικό επεισόδιο, περιφερική αγγειακή νόσο και στυτική δυσλειτουργία.

Επιπλέον, ο καπνός του τσιγάρου περιέχει πολλές καρκινογόνες ουσίες που ευθύνονται για την πρόκληση διαφόρων καρκίνων, ιδίως του πνεύμονα, του στόματος, του λάρυγγα, του οισοφάγου και του παγκρέατος.

Είναι σημαντικό να σημειωθεί πως πέρα από τον φυσιολογικό εθισμό στη νικοτίνη, τα άτομα μπορεί να αναπτύξουν ψυχολογική εξάρτηση, όπου το κάπνισμα συνδέεται με μηχανισμούς αντιμετώπισης, κοινωνικές αλληλεπιδράσεις ή συναισθηματική ρύθμιση.

4. Επικίνδυνες σεξουαλικές συμπεριφορές

Οι επικίνδυνες σεξουαλικές συμπεριφορές, επίσης γνωστές ως ψυχαναγκαστικές ή εθιστικές σεξουαλικές συμπεριφορές, περιλαμβάνουν τη συμμετοχή σε σεξουαλικές δραστηριότητες που ενέχουν σημαντικούς κινδύνους για τη σωματική υγεία, την ψυχική ευημερία και τις διαπροσωπικές σχέσεις του ατόμου.

Τραύμα και κακοποίηση: Τα τραύματα της παιδικής ηλικίας, η σεξουαλική κακοποίηση ή η παραμέληση μπορεί να συμβάλλουν στην ανάπτυξη δυσπροσαρμοστικών μηχανισμών αντιμετώπισης, χαμηλής αυτοεκτίμησης και δυσκολιών στη δημιουργία υγιών σχέσεων, οι οποίες μπορεί να εκδηλωθούν ως καταναγκαστικές σεξουαλικές συμπεριφορές στην ενήλικη ζωή.

Θέματα παιδικής ηλικίας, ανάλογα με τον τύπο δεσμού: O ανασφαλής δεσμός του παιδιού με τη μητέρα, που χαρακτηρίζεται από φόβο εγκατάλειψης ή απόρριψης, μπορεί να οδηγήσει τα άτομα να αναζητήσουν επιβεβαίωση, οικειότητα ή έλεγχο μέσω σεξουαλικών επαφών, συχνά με καταναγκαστικό ή απερίσκεπτο τρόπο.

Ρύθμιση της διάθεσης: Παρόμοια με άλλες εθιστικές συμπεριφορές, η εμπλοκή σε επικίνδυνες σεξουαλικές συμπεριφορές μπορεί να χρησιμεύσει ως ένας τρόπος αντιμετώπισης αρνητικών συναισθημάτων, άγχους, στρες ή κατάθλιψης, παρέχοντας προσωρινή ανακούφιση ή απόσπαση της προσοχής από τον συναισθηματικό πόνο.

Οι μη ασφαλείς σεξουαλικές πρακτικές αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης σεξουαλικώς μεταδιδόμενων λοιμώξεων όπως ο HIV, τα χλαμύδια, η γονόρροια, η σύφιλη, η τριχομονάδα κ.ά.

Οι μη θεραπευμένες λοιμώξεις μπορεί να οδηγήσουν σε φλεγμονώδη νόσο της πυέλου, υπογονιμότητα, έκτοπη κύηση και χρόνιο πυελικό πόνο. Μπορούν επίσης να οδηγήσουν σε δυσμενή έκβαση της εγκυμοσύνης, όπως αυτόματη αποβολή, θνησιγένεια, πρόωρο τοκετό και διάφορες συγγενείς λοιμώξεις.

5. Διατροφικές διαταραχές

Οι διατροφικές διαταραχές μπορεί να προκαλέσουν σοβαρά προβλήματα υγείας εάν αφεθούν χωρίς θεραπεία.

Η νευρική ανορεξία μπορεί να προκαλέσει καρδιαγγειακά προβλήματα, όπως αρρυθμίες και υπόταση, υποθερμία, αμηνόρροια, οστεοπόρωση, υπογλυκαιμία, γαστροπάρεση, δυσκοιλιότητα, ξηροδερμία και λανούχο τρίχωμα.

Η νευρική βουλιμία μπορεί να οδηγήσει σε οδοντικές διαβρώσεις και γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση, ενώ η διαταραχή της αδηφαγίας μπορεί να προκαλέσει διαβήτη λόγω παχυσαρκίας.

Επιπλέον, η επανασίτιση μετά από μια περίοδο υποθρεψίας, κατά την οποία ο οργανισμός έχει επιβαρυνθεί και εξασθενήσει μπορεί να δημιουργήσει σημαντικές μεταβολικές αλλαγές που μπορεί να οδηγήσουν σε θανατηφόρες συνέπειες.

6. Παχυσαρκία

Πολλά άτομα στρέφονται στο φαγητό ως μηχανισμό αντιμετώπισης του στρες, του άγχους, της κατάθλιψης ή άλλων αρνητικών συναισθημάτων. Αυτό το μοτίβο συναισθηματικής διατροφής μπορεί να οδηγήσει σε υπερκατανάλωση τροφών με υψηλή θερμιδική αξία, συμβάλλοντας στην αύξηση του σωματικού βάρους και την παχυσαρκία.

Επιπτώσεις στη σωματική υγεία: Η παχυσαρκία συνδέεται με πάρα πολλά προβλήματα σωματικής υγείας, όπως καρδιαγγειακές παθήσεις, διαβήτη τύπου 2, υπέρταση, άπνοια ύπνου και διαταραχές των αρθρώσεων. Το υπερβολικό βάρος επιβαρύνει τα όργανα και τα συστήματα του σώματος, αυξάνοντας τον κίνδυνο χρόνιων ασθενειών και μειώνοντας το συνολικό προσδόκιμο ζωής.

Ψυχολογική δυσφορία: Η παχυσαρκία μπορεί να έχει βαθιές ψυχολογικές συνέπειες, συμπεριλαμβανομένης της χαμηλής αυτοεκτίμησης, της δυσαρέσκειας για το σώμα, του κοινωνικού στιγματισμού και των διακρίσεων. Τα άτομα με παχυσαρκία μπορεί να βιώνουν ντροπή, ενοχή και κατάθλιψη λόγω της κοινωνικής στάσης απέναντι στο σωματικό βάρος, οδηγώντας σε περαιτέρω συναισθηματική δυσφορία και δυσπροσαρμοστικές συμπεριφορές αντιμετώπισης.

Διαπροσωπικές και κοινωνικές συνέπειες: Η παχυσαρκία μπορεί να επηρεάσει τις διαπροσωπικές σχέσεις, τις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις και την ποιότητα ζωής. Ο στιγματισμός και οι διακρίσεις με βάση το σωματικό βάρος μπορεί να οδηγήσουν σε κοινωνική απομόνωση, μειωμένες ευκαιρίες απασχόλησης και εκπαίδευσης και μειωμένη κοινωνική λειτουργικότητα. Αυτές οι κοινωνικές συνέπειες μπορούν να διαιωνίσουν περαιτέρω τα αισθήματα μοναξιάς και περιθωριοποίησης μεταξύ των ατόμων με παχυσαρκία.

7. Χρήση ναρκωτικών ουσιών

Ο εθισμός στα ναρκωτικά είναι ένα διάχυτο και δύσκολο ζήτημα υγείας που χαρακτηρίζεται από την καταναγκαστική αναζήτηση και χρήση ναρκωτικών, παρά τις βλαβερές συνέπειες που έχουν στην υγεία.

Οι ουσίες κατάχρησης, όπως τα οπιοειδή, τα διεγερτικά και το αλκοόλ, προκαλούν την απελευθέρωση ντοπαμίνης και άλλων νευροδιαβιβαστών που σχετίζονται με την ευχαρίστηση και την ενίσχυση του οργανισμού. Με την πάροδο του χρόνου, η επαναλαμβανόμενη χρήση ναρκωτικών οδηγεί σε νευροπροσαρμογές που μεταβάλλουν τα εγκεφαλικά κυκλώματα που εμπλέκονται στα κίνητρα, τη λήψη αποφάσεων και τον αυτοέλεγχο.

Πολλά άτομα καταφεύγουν στα ναρκωτικά ως μέσο αντιμετώπισης αρνητικών συναισθημάτων, τραυμάτων ή ψυχολογικής δυσφορίας. Η χρήση ουσιών μπορεί να προσφέρει προσωρινή ανακούφιση από το στρες, το άγχος, την κατάθλιψη ή τις διαπροσωπικές δυσκολίες.

Ωστόσο, η χρόνια χρήση ναρκωτικών μπορεί να επιδεινώσει τη συναισθηματική απορρύθμιση, μειώνοντας την ικανότητα των ατόμων να διαχειρίζονται αποτελεσματικά τα συναισθήματα και καταλήγουν να μπαίνουν σε έναν φαύλο κύκλο εθισμού.

Ο εθισμός στα ναρκωτικά συχνά συνυπάρχει με υποκείμενο ψυχολογικό τραύμα, διαταραχές της διάθεσης, αγχώδεις διαταραχές ή διαταραχές της προσωπικότητας. Οι τραυματικές εμπειρίες, όπως η παιδική κακοποίηση, η παραμέληση ή η έκθεση στη βία, μπορεί να αυξήσουν την ευπάθεια στη χρήση ουσιών ως δυσπροσαρμοστικό μηχανισμό αντιμετώπισης.

Όπως βλέπουμε, ο κύριος λόγος που οδηγεί τους ανθρώπους σε συμπεριφορές υψηλού κινδύνου για την υγεία είναι η επιθυμία να καλυφθεί ένα εσωτερικό κενό, το οποίο συνδέεται με ένα έντονα αρνητικό φορτίο. Νιώθουν ότι το κάπνισμα ή το αλκοόλ θα τους βοηθήσει να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες που βιώνουν. Από τη στιγμή που εθίζονται σε τέτοιες συμπεριφορές, ζουν μέσα σε ένα κέλυφος ψευδαισθήσεων και αδυνατούν να αντιληφθούν την άσχημη κατάσταση στην οποία οδηγούν τον εαυτό τους. Η ακόμη κι αν το καταλαβαίνουν, νιώθουν αδυναμία να την διαχειριστούν, γιατί τους έχει καταβάλει.

Οι άνθρωποι που καταλήγουν να υιοθετούν συμπεριφορές υψηλού κινδύνου, συχνά δεν αναγνωρίζουν το μεγάλο κακό που προκαλούν στην υγεία τους και στην προσπάθειά τους να μην διακόψουν τον εθισμό τους, τείνουν να εξομαλύνουν την κατάσταση, να απλοποιούν τα πράγματα κι ενώ στην πραγματικότητα αυτό που κάνουν είναι αρνητικό, του δίνουν μία θετική διάσταση (π.χ. καπνίζω και με ανακουφίζει, είναι σαν να μου διώχνει τις έγνοιες και τα προβλήματα από το μυαλό, με ξεκουράζει, το έχω σαν παρέα κλπ.).

Είναι σημαντικό, λοιπόν, όταν κάποιος βιώνει μία μεγάλη δυσκολία στη ζωή και έρχεται αντιμέτωπος με την εξάρτηση από ουσίες και αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές, να βρίσκει τη δύναμη και να απευθύνεται είτε αμέσως σε κάποιον ειδικό, είτε σε κάποιο κοντινό πρόσωπο με το οποίο νιώθει άνετα ως προς την εξωτερίκευση των συναισθημάτων του.

Κι όσοι από εμάς έχουμε επιλέξει να μένουμε μακριά από τέτοιες αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές, θα πρέπει να είμαστε εκεί για αυτούς που το έχουν ανάγκη. Να αναγνωρίζουμε την κατάσταση και να μην μένουμε αμέτοχοι. Να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να βοηθήσουμε με τον τρόπο μας τον άλλο που βαδίζει στο κενό.

Σχετικά άρθρα