Η ψυχολογία μετά το χειρουργείο: Άγχος, φόβος θανάτου και η σημασία της υποστήριξης του ασθενούς

Σοκ προκάλεσε η οικογενειακή τραγωδία που εκτυλίχθηκε σε μια μονοκατοικία στον Άγιο Δημήτριο, όπου ένας άντρας σκότωσε την αδελφή του και κατόπιν αυτοκτόνησε. Άφησε ένα σημείωμα από το οποίο προκύπτει ότι είχε αναπτύξει φόβο ότι θα πέθαινε λόγω προβλημάτων υγείας και θα άφηνε πίσω μόνη, την αδελφή του. Αξίζει να σημειωθεί ότι πρόσφατα είχε υποβληθεί και εγχείρηση καρδιάς.

«Καλύτερα να μας φάνε τα σκουλήκια πεθαμένους παρά να μας φάνε ζωντανούς», έγραφε χαρακτηριστικά και μάλιστα μέσω του ίδιου σημειώματος, ζητούσε συγνώμη για την πράξη του, αλλά δήλωνε αναγκασμένος από την κατάσταση της υγείας του.

Το άγχος μετά από χειρουργική επέμβαση

Η υπόθεση -εάν και δεν μπορεί ευθέως να συσχετιστεί- υπενθύμισε τη σημασία της ψυχικής υποστήριξης για την αντιμετώπιση του άγχους μετά από χειρουργική επέμβαση. Άλλωστε, σε περιπτώσεις δολοφονίας, έχουμε να κάνουμε με την εκδήλωση συγκεκριμένης παθολογίας, όπως εξ αρχής υπογράμμισε η Γεωργία Πουλημενέα, ψυχολόγος με ειδίκευση στην Κλινική Ψυχολογία και Ψυχολογία της Υγείας, με την οποία μιλήσαμε για την ψυχολογική υποστήριξη μετά από επεμβάσεις.

Περιγράφοντας το στρες που μπορεί να προκύψει μετά από χειρουργική επέμβαση, η κ. Πουλημένα εξηγεί μπορεί να παρουσιαστεί ακόμη και μετά από τοκετό με καισαρική: «Εάν μια γυναίκα κάνει καισαρική χωρίς να έχει προηγηθεί ενημέρωση, εάν αποκτήσει κάποιο σημάδι, εάν κάνει πολλά ράμματα, μπορεί να αναπτύξει μετατραυματικό στρες, αναβιώνοντας έντονα το άγχος της επέμβασης και της παρέμβασης στο σώμα της».

Το ίδιο συμβαίνει και με άλλα χειρουργεία: «Εάν ο γιατρός δεν έχει αφιερώσει χρόνο να αναλύσει στον ασθενή τι θα συμβεί στο χειρουργείο (πώς θα γίνει η επέμβαση), εάν δεν εξηγήσει τι παρέμβαση θα κάνει και εάν δεν τον βοηθήσει με τις αλλαγές που θα δει στο σώμα και στη ζωή του, είναι πιθανόν το άτομο να νιώσει μια έντονη παραβίαση, να μην νιώσει συμφιλιωμένος με το σώμα του. Ειδικά, λ.χ. στην περίπτωση μιας εγχείρισης καρδιάς, που μπορεί να υπάρχει μια μεγάλη τομή. Ας μην ξεχνάμε ότι το άτομο θα ενοχλείται για καιρό και θα πρέπει -ενδεχομένως- να αλλάξει πολλές διατροφικές και άλλες συνήθειες (να μην καπνίζει, να μην πίνει, να μην παίρνει λιπαρά). Μέχρι το άτομο να αφομοιώσει αυτούς τους περιορισμούς, βιώνει μια αίσθηση ότι παραμένει ασθενής και ανήμπορος. Μπορεί ακόμη να νιώθει ότι η ζωή του τελείωσε και να μη νιώθει άλλες χαρές», εξηγεί η κ. Πουλημενέα.

Ποια είναι τα συμπτώματα του μετατραυματικού στρες;

  • Η διαταραχή στον ύπνο
  • Οι εφιάλτες
  • Η απώλεια της όρεξης
  • Η αναβίωση σκηνών από τον χώρο της επέμβασης, ιδίως όταν του χουν φερθεί με αγένεια το νοσηλευτικό ή το ιατρικό προσωπικό.

Ο φόβος του θανάτου

Ειδική περίπτωση είναι ο φόβος του θανάτου, καθώς αν και μπορεί να παρουσιαστεί μετά από επέμβαση, εντούτοις το υπαρξιακό άγχος είναι κάτι που όλοι έχουν. «Αν κάποιος μπει στο χειρουργείο, ακόμη και για την πιο απλή επέμβαση, σίγουρα θα πει ‘φοβάμαι μην πάθω κάτι, μην πεθάνω’. Ωστόσο, μετά από σοβαρή επέμβαση μπορεί να προκύψει ένας έντονος φόβος θανάτου και ιδίως σε έναν άνθρωπο που του έχουν πει ότι κινδυνεύει η υγεία του και του έχουν απαγορεύσει πολλά πράγματα. Έτσι μπορεί να διακατέχεται από έναν φόβο, όπως για παράδειγμα εάν του έχουν απαγορεύσει το κάπνισμα, και κάνει ένα τσιγάρο, ότι θα πεθάνει…»

Στο ερώτημα, εάν είναι συνηθισμένο να προκύπτει μια εμμονή θανάτου μετά από επέμβαση, η ψυχολόγος εμφανίζεται επιφυλακτική. «Θέμα εμμονής δεν είναι σύνηθες. Εδώ πρέπει να μπούμε στον τομέα των έμμονων ιδεών, όπου μιλάμε για μια άλλη διαταραχή. Δεν θα μπορούσαμε να το αποδώσουμε αποκλειστικά στο μετατραυματικό στρες».

Τι θα πρέπει να κάνει λοιπόν ένας ασθενής εάν παρουσιάζει τέτοια συμπτωματολογία;

«Η επίσκεψη σε ψυχολόγο είναι χρήσιμη, διότι εκ των πραγμάτων δεν κάνει ποτέ κακό. Δεν είναι σαν ένα χάπι που εάν δεν το χρειάζομαι, δεν θα μου κάνει καλό να το πάρω. Συχνά μάλιστα, το οικογενειακό περιβάλλον μπορεί να πιέζει («μην το σκέφτεσαι, ξέχασέ το, πέρασε, είσαι καλά τώρα»), με αποτέλεσμα ο ασθενής να μην έχει τον χώρο να μοιραστεί τα αρνητικά του συναισθήματα για την πάθηση και αυτό που του συμβαίνει. Τα κρατάει, τα πιέζει κι όλο αυτό εντείνει τα συμπτώματά του. Οπότε, γενικότερα, σε περιπτώσεις σοβαρών επεμβάσεων και χρόνιων παθήσεων, συμβουλεύουμε τους ασθενείς να βλέπουν και ψυχολόγο παράλληλα, μέχρι να επανέλθουν στη φυσιολογική τους ζωή – έστω και με τα νέα δεδομένα».

«Μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι η ψυχολογική κατάσταση επηρεάζει την πορεία μιας χρόνιας πάθησης. Εάν ο ασθενής νιώσει παραιτημένος, αυτό θα επηρεάσει τη θέλησή του για ζωή και άρα την προσπάθεια που θα καταβάλει να αντιμετωπίσει την πάθηση. Η ποιότητα ζωής αφορά τον σωματικό, τον ψυχολογικό, τον οικονομικό και τον κοινωνικό τομέα. Άρα αν επηρεαστεί ο ψυχολογικός, η πορεία του ασθενή δεν θα είναι τόσο καλή, όσο σε κάποιον που θα μπορέσει να το δει θετικά και πιο ενεργητικά, το αφομοιώσει και προχωρήσει παρακάτω…», καταλήγει η κ. Πουλημενέα.

Σχετικά άρθρα